Τέμπη: Ομολογία συγκάλυψης η ανάσυρση της θαμμένης δικογραφίας
Η απόφαση να βγει από το αρχείο η μήνυση των συγγενών εκθέτει όλους όσοι μετέτρεψαν μια επιστημονική υπηρεσία σε εργαλείο πολιτικού ελέγχου.

Με την επίφαση των «νέων στοιχείων» ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας Λάμπρος Τσόγκας διέταξε την ανάσυρση από το αρχείο της δικογραφίας που είχε σχηματιστεί σε βάρος των ιατροδικαστών της τραγωδίας των Τεμπών μετά τις μηνύσεις συγγενών των θυμάτων. Πρόκειται για τη δικογραφία που αφορά τις κραυγαλέες παραλείψεις και τις σκοτεινές μεθοδεύσεις της ιατροδικαστικής διαδικασίας – την αδιανόητη απόφαση να μη γίνουν τοξικολογικές και ιστολογικές εξετάσεις στα θύματα. Εξετάσεις ζωτικής σημασίας, αφού θα αποκάλυπταν αν τα θύματα ήταν ζωντανά τη στιγμή της πυρκαγιάς και αν εισέπνευσαν τοξικά αέρια ή χημικές ουσίες – δηλαδή τα πραγματικά αίτια του θανάτου τους. Μόνο που η επίκληση «νέων στοιχείων» μοιάζει περισσότερο με άλλοθι παρά με αποκάλυψη· καμία νέα αλήθεια που προέκυψε όλο αυτό το διάστημα, σε σχέση με την ουσία που προκάλεσε την πυρόσφαιρα, δεν ήταν αυτή που κινητοποίησε τη Δικαιοσύνη. Απλώς η συγκάλυψη δεν χωρούσε άλλο κάτω απ’ το χαλί και η οργή της κοινωνίας που κορυφώθηκε με την απεργία πείνας του Πάνου Ρούτσι δεν μπορούσε πλέον να αγνοηθεί.
Η υπόθεση είχε μπει στο αρχείο τον Ιούλιο του 2024, όταν ο αντεισαγγελέας Εφετών Ιωάννης Μαγκούτας αποδέχτηκε ως επαρκείς τις εξηγήσεις των τριών «ύποπτων» ιατροδικαστών οι οποίοι είχαν υποστηρίξει ότι οι τοξικολογικές και ιστολογικές εξετάσεις «διενεργούνται κατά την κρίση των ιατροδικαστών» και «στις απανθρακωμένες σορούς ο θάνατος επήλθε από την άμεση επίδραση της φωτιάς». Με μία μόνο φράση ένιψαν τας χείρας τους, αποποιούμενοι κάθε ευθύνη για μια διαδικασία που καταστρατήγησε το ιατροδικαστικό de lege artis.
Η ανάσυρση της δικογραφίας εκθέτει ανεπανόρθωτα όλους όσοι τυχόν συνήργησαν στη συγκάλυψη. Εκθέτει τον ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη, που απέρριπτε πεισματικά τα αιτήματα των οικογενειών για εκταφές και τοξικολογικές εξετάσεις, αλλά και τον αντεισαγγελέα Μαγκούτα, που έσπευσε να αρχειοθετήσει τη μήνυση, αποδεχόμενος αβασάνιστα τις εξηγήσεις των ιατροδικαστών. Μα πάνω απ’ όλα φέρνει ξανά στο φως μια ιατροδικαστική διαδικασία διάτρητη: δόκιμοι αντικατέστησαν τους έμπειρους, τα διεθνή πρωτόκολλα μπήκαν στο συρτάρι και η επιστημονική αλήθεια θάφτηκε εκεί που όφειλε να ρίξει φως.
Η σφραγίδα της μεθόδευσης φαίνεται ξεκάθαρα στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση επιχείρησε να «ξαναχαρτογραφήσει» τον ιατροδικαστικό τομέα στα μέτρα της, προωθώντας «ημετέρους», απομακρύνοντας όλους όσοι δεν ανήκουν στον στενό κύκλο επιρροής και μετατρέποντας μια επιστημονική υπηρεσία σε εργαλείο πολιτικού ελέγχου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η σύσταση επιτροπής επαναξιολόγησης των ιατροδικαστικών εκθέσεων, στην οποία με φωτογραφική διάταξη τοποθετήθηκε πρόεδρος ο προϊστάμενος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών και εποπτεύων την ιατροδικαστική διαδικασία των Τεμπών Νικόλαος Καρακούκης.
Το Documento ήταν από τα πρώτα μέσα που αποκάλυψαν τη διάτρητη ιατροδικαστική διαδικασία, επισημαίνοντας ήδη από τον Μάρτιο του 2024 πως αν είχαν τηρηθεί τα προβλεπόμενα πρωτόκολλα, η αλήθεια θα είχε αποκαλυφθεί εξαρχής. Είχαμε αναδείξει τότε ότι παρόμοιες εξετάσεις είχαν διενεργηθεί σε άλλες μαζικές καταστροφές –στο Μάτι, στην Ηλεία, ακόμη και στο ναυάγιο της Πύλου– αλλά παραλείφθηκαν μόνο στα Τέμπη. Ας ξετυλίξουμε το κουβάρι αυτής της ερεβώδους υπόθεσης – όσα παρέλειψαν οι ιατροδικαστές και όσα κάλυψε με την εκκωφαντική σιωπή της η Δικαιοσύνη.
«Δεν έχω οξυγόνο»
Τον Νοέμβριο του 2024 το Documento έφερε στο φως ένα σοκαριστικό ηχητικό ντοκουμέντο από την τραγωδία των Τεμπών, το οποίο αποδεικνύει αδιάψευστα ότι πολλοί επιβάτες ήταν ζωντανοί μετά τη σύγκρουση και πέθαναν από την έκρηξη και τη φωτιά που ακολούθησαν. Μια αποκάλυψη που ανέτρεψε πλήρως τις τότε διαβεβαιώσεις των αρχών, όπως εκείνη της προϊσταμένης της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Λάρισας Ρουμπίνης Λεονταρή προς τη Μαρία Καρυστιανού ότι η κόρη της «πέθανε ακαριαία».
Στο ηχητικό μια νέα γυναίκα, εγκλωβισμένη ανάμεσα στα συντρίμμια, ψελλίζει με φωνή που σβήνει: «Δεν έχω οξυγόνο». Μια φράση που έγινε κραυγή δικαιοσύνης και ταυτόχρονα κλειδί για την αποκάλυψη της αλήθειας. Στο πόρισμα του ειδικού πραγματογνώμονα Βασίλη Κοκοτσάκη επισημαίνεται: «Η φράση αυτή μας δίνει σημαντικότατες πληροφορίες σχετικά με το περιβάλλον. Δηλώνει δηλαδή πως ο αέρας που αναπνέει (όπως προκύπτει από το γεγονός ότι μιλάει) δεν περιέχει αρκετό οξυγόνο, δείγμα ότι έχουμε δυνατή καύση πολύ κοντά, η οποία καταναλώνει μεγάλες ποσότητες οξυγόνου, φαινόμενο που παρατηρείται κυρίως κατά την καύση υδρογονανθράκων».
Διαδικασία-εξπρές
Λίγο μετά την τραγωδία οι σοροί των θυμάτων μεταφέρθηκαν στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, όπου ξεκίνησε η ιατροδικαστική διαδικασία. Οι νεκροψίες και νεκροτομές πραγματοποιήθηκαν προτού καν ολοκληρωθεί η αναγνώριση των σωμάτων, ενώ ακολούθησε ταυτοποίηση μέσω DNA. Δεν διενεργήθηκαν όμως οι πλέον σημαντικές τοξικολογικές και ιστολογικές εξετάσεις, γεγονός που συνιστά παραβίαση του διεθνούς πρωτοκόλλου Νο R(99)-3. Παραλείφθηκαν δηλαδή οι πιο κρίσιμες επιστημονικές διαδικασίες που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν αν στους οργανισμούς των θυμάτων υπήρχαν ίχνη χημικών ουσιών. Κι αυτό τη στιγμή που στο σημείο της σύγκρουσης εντοπίστηκαν χημικά κατάλοιπα από την έκρηξη και τη φωτιά που ακολούθησαν.
Οι εξετάσεις όφειλαν να γίνουν σε όλες τις σορούς, χωρίς καμία εξαίρεση, ακόμη και στα απανθρακωμένα υπολείμματα. Μιλώντας στο Documento τον Φεβρουάριο του 2025 για τις ιατροδικαστικές παραβιάσεις στα Τέμπη ο ιατροδικαστής Κωνσταντίνος Ανδρέου ξεκαθάριζε ότι η διενέργειά τους αποτελεί πάγια πρακτική, τονίζοντας: «Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία ο τοξικολογικός έλεγχος όλων των ατόμων, περιλαμβανομένων και των επιβατών, έχει καθοριστική σημασία προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ήταν εν ζωή ενόσω δρούσε η πυρκαγιά. Η ανεύρεση ανθρακυλοαιμοσφαιρίνης καταδεικνύει ότι τα άτομα εισέπνευσαν μονοξείδιο του άνθρακα. Παράλληλα, μπορεί να αναζητηθούν και να βρεθούν άλλες ουσίες-παράγωγα καύσης υλικών που ευρίσκονταν στο μέσο μεταφοράς (πλαστικών κ.ά.)».
Η ανθρακυλοαιμοσφαιρίνη
Παρ’ όλα αυτά, τοξικολογικός έλεγχος πραγματοποιήθηκε μόνο στους μηχανοδηγούς και στον ελεγκτή των εισιτηρίων περιορίζοντας ουσιαστικά την πληρότητα της έρευνας. Κι όμως, ακόμη και μέσα σε αυτό το ελλιπές πλαίσιο εντοπίστηκε εύρημα που θα μπορούσε να είχε αλλάξει την πορεία της διερεύνησης: στη σορό του τρίτου μηχανοδηγού βρέθηκε ανθρακυλοαιμοσφαιρίνη, ουσία που αποδεικνύει εισπνοή τοξικών αερίων και, κατ’ επέκταση, επιβίωση μετά τη σύγκρουση. Στα συμπεράσματά της μάλιστα ομάδα των τεχνικών συμβούλων συγγενών αναφέρει: «Η ανίχνευση ανθρακυλοαιμοσφαιρίνης στο αίμα του μηχανοδηγού (PM24) είναι ένδειξη ότι τα συγκεκριμένο θύμα ήταν ζωντανό κατά την έναρξη της πυρκαγιάς». Ομως οι ιατροδικαστές δεν προχώρησαν σε περαιτέρω έλεγχο για να εξακριβώσουν αν παρόμοια ευρήματα υπήρχαν και σε άλλα θύματα μέσω τοξικολογικών εξετάσεων που θα έδιναν οριστικές απαντήσεις για το πώς πέθαναν δεκάδες επιβάτες.
Τι έγινε σε άλλες τραγωδίες
Η επιστημονική «ακροβασία» στα Τέμπη γίνεται ακόμη πιο κραυγαλέα αν συγκριθεί με άλλες τραγωδίες. Οπως αποκάλυψε το Documento, σε περιπτώσεις μαζικών θανάτων, όπως το αεροπορικό δυστύχημα της Helios το 2005, οι πολύνεκρες πυρκαγιές στην Ηλεία το 2007 και στο Μάτι το 2018, αλλά και το ναυάγιο στην Πύλο το 2023, οι τοξικολογικές εξετάσεις διενεργήθηκαν κανονικά, ακόμη και σε απανθρακωμένα ή σοβαρά αλλοιωμένα σώματα. Κι όμως, στα Τέμπη –υπήρξε έκρηξη και παρουσία χημικών ουσιών– η ίδια διαδικασία παραλείφθηκε ολοκληρωτικά. Η επιλογή αυτή συνιστά επιστημονική αυθαιρεσία και υπαναχώρηση που σκίασε την αναζήτηση της αλήθειας σε μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της χώρας.
«Στην Ελλάδα εξ όσων γνωρίζω», επιβεβαίωσε ο Κων. Ανδρέου, «έχει διενεργηθεί τοξικολογική σε όλα τα πρόσφατα συμβάντα μαζικής καταστροφής και συγκεκριμένα στην πτώση του αεροσκάφους της Helios, στις πυρκαγιές στην Ηλεία και στο Μάτι, καθώς και στο ναυάγιο της Πύλου».
Το βιολογικό υλικό
Μόλις 40 ημέρες μετά την τραγωδία των Τεμπών και προτού ακόμη ολοκληρωθεί η προανάκριση δόθηκε εντολή από τον ανακριτή για την καταστροφή του βιολογικού υλικού των 57 θυμάτων, το οποίο είχε ληφθεί για σκοπούς ταυτοποίησης. Μια ενέργεια που, όπως επισημαίνουν νομικές πηγές, παραβιάζει κάθε δικονομική πρακτική, καθώς τέτοιο υλικό ποτέ δεν καταστρέφεται προτού ολοκληρωθεί η ανάκριση και εκδοθεί πρωτόδικη απόφαση.
Η διατήρησή του, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, θα επέτρεπε τη διενέργεια πρόσθετων ελέγχων και τοξικολογικών εξετάσεων που ίσως αποκάλυπταν κρίσιμα στοιχεία για τα αίτια θανάτου. Παρά ταύτα, η εντολή καταστροφής φέρεται να εκτελέστηκε στο νοσοκομείο Λάρισας, αν και το υλικό, ως ιατροδικαστικό τεκμήριο, όφειλε να επιστραφεί στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία, η οποία και είναι η μόνη αρμόδια να αποφασίσει για τη διαχείρισή του. Μια απόφαση που, όπως όλα δείχνουν, σφράγισε κρίσιμα κομμάτια της αλήθειας.
Αγνόησαν και τα εγκαύματα
Ακόμη ένα στοιχείο που αποκαλύπτει τα κενά της ιατροδικαστικής διαδικασίας είναι η παραμέληση της εξέτασης των εγκαυμάτων. Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν βίαιη σύγκρουση, ισχυρή έκρηξη και πυρκαγιά άγνωστης προέλευσης, οι ιατροδικαστικές εκτιμήσεις για τα εγκαύματα των θυμάτων ήταν ελλιπείς ή ανύπαρκτες. Ετσι, δεν διερευνήθηκε ποτέ αν τα εγκαύματα ήταν χημικά, θερμικά ή από ακτινοβολία, αφήνοντας αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα για τις συνθήκες θανάτου. Η εξέτασή τους ωστόσο θα μπορούσε να αποδειχτεί καθοριστικής σημασίας, καθώς θα βοηθούσε στον εντοπισμό της θέσης των θυμάτων και του βαθμού έκθεσής τους στην εστία της πυρκαγιάς, προσφέροντας πολύτιμα στοιχεία για την ακριβή εξέλιξη των γεγονότων.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι αναπάντητα παραμένουν και τα ερωτήματα για τον τρόπο με τον οποίο προκλήθηκαν τα εγκαύματα τραυματιών και πυροσβεστών την ώρα που ρούχα και στολές έμειναν άθικτα.
Τι απάντησαν
Οι αποκαλούμενοι πλέον ως «ιατροδικαστές των Τεμπών», Χρήστος Κραββαρίτης, Χρυσαυγή Κούση και Ρουμπ. Λεονταρή, οι οποίοι υπέγραψαν τις επίμαχες εκθέσεις, κλήθηκαν σε ανωμοτί εξηγήσεις ως ύποπτοι για παράβαση καθήκοντος μετά τις μαζικές μηνύσεις των συγγενών των θυμάτων. Ενώπιον του αντεισαγγελέα εφετών Λάρισας Ι. Μαγκούτα υποστήριξαν ότι οι «τοξικολογικές – ιστολογικές εξετάσεις στην περίπτωση θανάτων από μαζικές καταστροφές διενεργούνται κατά την κρίση των ιατροδικαστών» και ότι δεν υπήρχε ανάγκη διενέργειας τέτοιων εξετάσεων, καθώς «στις απανθρακωμένες σορούς ο θάνατος επήλθε λόγω της άμεσης επίδρασης της φωτιάς».
Με τον τρόπο αυτό απεμπόλησαν πλήρως κάθε ευθύνη και τον Ιούλιο του 2024 ο αντεισαγγελέας, υιοθετώντας τις αιτιάσεις τους, αποδέχτηκε ως επαρκείς τις εξηγήσεις τους, προχωρώντας τελικά στην αρχειοθέτηση της σε βάρος τους δικογραφίας.
«Τοξικολογική σε τι;»
Τον Μάρτιο του 2024 το Documento επικοινώνησε με την ιατροδικαστή Χρ. Κούση ρωτώντας αν τηρήθηκαν τα πρωτόκολλα. Η ίδια απάντησε κατηγορηματικά: «Βεβαίως, τα πάντα έγιναν σύμφωνα με το διεθνές πρωτόκολλο αντιμετώπισης μαζικών καταστροφών». Ωστόσο, στην επισήμανση ότι το συγκεκριμένο πρωτόκολλο προβλέπει ρητά τη διενέργεια τοξικολογικών και ιστολογικών εξετάσεων, οι οποίες στην περίπτωση των Τεμπών δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ, η ιατροδικαστής, παραδεχόμενη ουσιαστικά την παράλειψη, απάντησε: «Οταν έχεις μια σορό να ταυτοποιήσεις από ένα μικρό ιστοτεμάχιο, να κάνεις τοξικολογική σε τι;».
Παρ’ όλα αυτά, όπως προκύπτει από τις ίδιες τις εκθέσεις, πολλές από τις σορούς δεν βρίσκονταν στην κατάσταση που περιέγραψε. Ομως η Χρ. Κούση επέμεινε στην άποψή της.



















