Όταν θέλει η Δικαιοσύνη – Η υποδειγματική «Χίμαιρα» και η παραδειγματική κωλυσιεργία για το ΚΕΕΛΠΝΟ

Τα δυο πρόσωπα της Δικαιοσύνης αποτυπώθηκαν με τον πιο εμφατικό τρόπο σε δυο πολύ σημαντικές δίκες.

Όταν θέλουν οι δικαστές, και οι δίκες ολοκληρώνονται σύντομα χωρίς να παρατηρούνται τα φαινόμενα αρνησιδικίας που ταλανίζουν τη Δικαιοσύνη στη χώρα μας, εξοντώνοντας οικονομικά και ψυχολογικά τους διαδίκους, και οι αποφάσεις που εκδίδονται τιμούν όχι μόνο το γράμμα αλλά και το πνεύμα του νόμου.

Μια τέτοια υποδειγματική δίκη, με τρεις δικαστίνες και μία εισαγγελέα που ανέβηκαν στην έδρα αποφασισμένες να δικάσουν χωρίς να ανεχθούν τυχόν κωλυσιεργίες αλλά και χωρίς να κάνουν εκπτώσεις στα δικαιώματα των κατηγορουμένων, ολοκληρώθηκε αργά το βράδυ της περασμένης Δευτέρας 21 Μαΐου. Η επιγραμματική παράθεση και μόνο των αριθμητικών δεδομένων της υπόθεσης που εκδικάστηκε καταδεικνύει γιατί αυτό που θα έπρεπε να είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση ήταν πραγματικά ένας άθλος της συγκεκριμένης σύνθεσης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθήνας, με πρόεδρο τη Μαρία Σιμιτζή και εισαγγελέα της έδρας την Ελένη Σίσκου.

Η δίκη ξεκίνησε στις 14 Μαρτίου 2018, με το 18μηνο –που είναι το ανώτατο όριο προσωρινής κράτησης– να συμπληρώνεται στις 25 Μαΐου. Το δικαστήριο συνεδρίαζε σε δικαστική αίθουσα των φυλακών Κορυδαλλού όπου εκδικάζονται εκ περιτροπής μεγάλες δίκες όπως η υπόθεση της Χρυσής Αυγής (χρόνια τώρα).

Στο εδώλιο κάθισαν περί τους 120 κατηγορουμένους (άλλοι 23 εμπλεκόμενοι ήταν αγνώστου διαμονής), με τους 110 να είναι κρατούμενοι και να βρίσκονται μια ανάσα από την αποφυλάκιση καθώς η πρωτόδικη δίκη ξεκίνησε δύο και κάτι μήνες πριν από τη λήξη του 18μηνου. Οι συνήγοροι υπεράσπισης ήταν περισσότεροι από τους κατηγορουμένους, ξεπερνούσαν δηλαδή τους 120. Οι μάρτυρες κατηγορητηρίου δεν ήταν πολλοί (λιγότεροι από δέκα) αλλά οι μάρτυρες υπεράσπισης ήταν περίπου 150.

Με την έναρξη της δίκης διαπιστώθηκε ότι πολλοί από τους κατηγορουμένους δεν εκπροσωπούνταν από συνηγόρους ενώ δεν υπήρχαν και διερμηνείς για τους αλλοδαπούς κατηγορουμένους που ήταν πάρα πολλοί (Αφρικανοί, Αλβανοί κ.ά.). Αυτό σημαίνει ότι διορίστηκαν συνήγοροι, στους οποίους δόθηκε δεκαήμερη προθεσμία προκειμένου να ενημερωθούν για τη δικογραφία και να υποβάλουν τυχόν ενστάσεις, ενώ έγινε και αγώνας από την έδρα για να βρεθούν διερμηνείς.

Η υπόθεση; Πολύ σοβαρή. Επρόκειτο για τη λεγόμενη υπόθεση «Χίμαιρα» –από την κωδική ονομασία που είχε δώσει στην επιχείρηση η Ασφάλεια– η οποία όταν ολοκληρώθηκε είχε επιφέρει μεγάλο πλήγμα στις συμμορίες που είχαν μετατρέψει κεντρικές πλατείες της Αθήνας σε στέκια διακίνησης ναρκωτικών. Η δικογραφία ογκωδέστατη, καθώς περιλάμβανε εκατοντάδες σελίδες απομαγνητοφωνημένων συνομιλιών αλλά και πλούσιο οπτικό υλικό που είχε συλλεχθεί από την πολύμηνη παρακολούθηση των μελών του δικτύου διακίνησης ηρωίνης, κοκαΐνης, χασίς και σκανκ σε κεντρικές πλατείες της πόλης, ακόμη και μέρα μεσημέρι μπροστά στους σοκαρισμένους περαστικούς.

Πολλές συμμορίες

Το ορμητήριο και ο χώρος συγκέντρωσης των διακινητών ήταν η πλατεία Αμερικής. Άλλες περιοχές που είχαν μετατραπεί σε υπαίθριο «σουπερμάρκετ» χασίς, ηρωίνης κοκαΐνης –και όχι μόνο– με διακινητές κυρίως Αφρικανούς και… χονδρεμπόρους Αλβανούς μαφιόζους ήταν σύμφωνα με τη δικογραφία τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, η οδός Δροσοπούλου στην Κυψέλη, ο πεζόδρομος της Νομικής Σχολής, το παρκάκι στο Πνευματικό Κέντρο Αθηνών, οι πλατείες Κάνιγγος και Βικτωρίας. Οι δρόμοι γύρω από τις περιοχές αυτές είχαν μετατραπεί σε απαγορευμένη ζώνη, καθώς το εμπόριο και η χρήση ναρκωτικών γίνονταν σε κοινή θέα.

Οι έρευνες διήρκεσαν τουλάχιστον οκτώ μήνες και συνελήφθησαν –σταδιακά– πάνω από 110 άτομα, από τους μικρούς διακινητές έως και μεγαλύτερα κεφάλια, τους κουμανταδόρους στην τροφοδοσία με ναρκωτικά όλων των ομάδων που είχαν στον έλεγχό τους.

Δυστυχώς ο φερόμενος ως απόλυτος συντονιστής των ομάδων που δρούσαν επί χρόνια στο κέντρο της Αθήνας, ο Αλβανός «βαρόνος», δεν συνελήφθη και σύμφωνα με πληροφορίες συντόνιζε όλη την επιχείρηση από το εκτός Ελλάδος ορμητήριό του.

Κάθε φορά μάλιστα που μέλη της συμμορίας έφερναν στην Ελλάδα από την Αλβανία το χασίς, για να είναι σίγουροι ότι οι συνεργοί τους θα παραλάμβαναν πρώτης ποιότητας ναρκωτικά, τοποθετούσαν πάνω στα δέματα από ένα τραπουλόχαρτο. Για να πάνε δε να παραδώσουν ποσότητα ναρκωτικών έκαναν πολλές φορές την ίδια διαδρομή, κατά τη διάρκεια της οποίας άλλαζαν αυτοκίνητα ή μηχανές με σκοπό να χαθούν τα ίχνη τους. Μάλιστα για να μην είναι ορατοί τη στιγμή που έδιναν τα ναρκωτικά και έπαιρναν τα χρήματα, φρόντιζαν να υπάρχουν γύρω τους πολλά άτομα για να τους κρύβουν.

Από τις καταγεγραμμένες συνομιλίες προέκυπταν οι ρόλοι και οι σχέσεις ανάμεσα στα μέλη. Ενδεικτικές για το είδος και τον τρόπο κοστολόγησης των ναρκωτικών είναι οι εξής:

Εμπλεκόμενος συνομιλεί με άγνωστη γυναίκα, με τις φράσεις: «Έχω μαύρο», «έχω κόκα», «τι να σου φέρω;». Σε άλλη συνομιλία του ο ίδιος Αλβανός μιλάει με τον επονομαζόμενο «Κεφτέ» ή «Μπιφτέκη» ή «Σωτήρη» για την πώληση ενός κιλού κάνναβης και τονίζεται ότι σε περίπτωση που ο πελάτης αγοράσει ολόκληρο το κιλό η τιμή ορίζεται σε 1.200 ευρώ. Εφόσον το αγοράσει σε δύο δόσεις των 500 γραμμαρίων, η τιμή ορίζεται στα 700 ευρώ.

Σε άλλη συνομιλία ο ίδιος Αλβανός ζητάει από έγκλειστο μέλος 1 κιλό κάνναβης για να το δείξει σε υποψήφιο πελάτη αγοραστή. Η ορισθείσα τιμή είναι 1.500 ευρώ, ενώ χαρακτηριστικό είναι το προστακτικό ύφος του έγκλειστου που ακούγεται να λέει: «Πρέπει να τελειώσει αυτό, όταν μου χρωστάς λεφτά δεν σηκώνεις τηλέφωνο», ενώ κανονίζει την παραλαβή δύο κιλών κάνναβης και προσπαθεί να βρει χώρο αποθήκευσης.

Στον ρόλο των υπαίθριων… ντίλερ και ιδίως σε πιο μικρές ποσότητες ήταν συνήθως μόνον οι Αφρικανοί εμπλεκόμενοι.

Αποφασισμένες

Με αυτά τα δεδομένα λοιπόν κανείς δεν θα στοιχημάτιζε όταν ξεκίνησε η δίκη ότι υπήρχε περίπτωση να έχει ολοκληρωθεί τέσσερις ημέρες πριν από τη λήξη του 18μηνου και χωρίς να υπάρχουν παράπονα από πλευράς κατηγορουμένων και συνηγόρων τους ότι η υπόθεση δεν διερευνήθηκε ορθά και πλήρως…

Ο τρόπος όμως με τον οποίο διηύθυνε τη διαδικασία η ευγενέστατη και εξαιρετική, όπως χαρακτηρίζεται από συναδέλφους της, πρόεδρος, η στάση των άλλων δύο δικαστίνων, καθώς και η άψογη από νομική αλλά και ανθρώπινη άποψη στάση της εισαγγελέα ώθησαν και τους υπόλοιπους παράγοντες της δίκης, τη γραμματέα της έδρας αλλά και τους συνηγόρους να αποδεχθούν –προς τιμήν τους– την επιθυμία των δικαστίνων να συνεχίζονται οι συνεδριάσεις και πέραν του ωραρίου, πολλές φορές και μέχρι το βράδυ.

«Οι άνθρωποι είναι τόσο καιρό στη φυλακή χωρίς να έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση» ήταν μια από τις πρώτες φράσεις της πρόεδρου κ. Σιμιτζή με την οποία κατέδειξε τις προθέσεις της…

Έτσι σε αυτή την υπόθεση έγιναν τρεις συνεδριάσεις ακόμη και μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα, ενώ στο στάδιο των απολογιών και των αγορεύσεων των δικηγόρων η δίκη γινόταν σε καθημερινή βάση και οι παράγοντές της «χτυπούσαν» πάνω από δωδεκάωρα μέσα στη δικαστική αίθουσα.

Κατά την ακροαματική διαδικασία διαπιστώθηκε ότι πολλοί από τους κατηγορουμένους –που δικάζονταν όλοι ως μέλη μιας τεράστιας εγκληματικής οργάνωσης η οποία εμπορευόταν ναρκωτικά κατ’ επάγγελμα– δεν είχαν τον ίδιο βαθμό εγκληματικότητας. Για κάποιους η κατηγορία αποδυναμώθηκε, ενώ σε πολλούς (ανάμεσα στους οποίους αρκετοί εκ των Αφρικανών κατηγορουμένων που αποδείχτηκαν μικροδιακινητές, ενδεχομένως και υπό το κράτος απειλής σε ορισμένες περιπτώσεις) αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά.

Γύρω στους 35 εκ των κατηγορουμένων, όπως π.χ. κάποιες γυναίκες-σύντροφοι μικροδιακινητών που τις είχε πάρει… η μπάλα, αθωώθηκαν και σε άλλους που κρίθηκαν ένοχοι επιβλήθηκαν μεγάλες ποινές μέχρι και 22 έτη.

Στον πάγο η δίκη για το ΚΕΕΛΠΝΟ

Η δίκη για την υπόθεση «Χίμαιρα» δεν είναι ο κανόνας. Δίκες πολυπρόσωπες, με σοβαρά νομικά θέματα, κυρίως οικονομικών εγκλημάτων, μπορεί να κάνουν και χρόνια να ολοκληρωθούν, με το ενιαίον της κρίσεως να πηγαίνει περίπατο λόγω της μεγάλης χρονικής απόστασης που έχει η μια συνεδρίαση από την άλλη. Ακόμη και αν η καθυστέρηση είναι δικαιολογημένη, το αποτέλεσμα δεν αλλάζει…

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρώτη δίκη για το ΚΕΕΛΠΝΟ για αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος που εκφωνήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2016 και είναι ακόμη εκκρεμής. Μετά το πρώτο πεντάμηνο που πέρασε με ενστάσεις, η εκδίκαση προχώρησε μέσα στο 2017 με αρκετές συνεδριάσεις στην ουσία της υπόθεσης, πλέον όμως έχει μπει στον… πάγο από τον περασμένο Ιανουάριο.

Έπειτα από επανειλημμένες διακοπές που ξεκίνησαν στις 29 Ιανουαρίου 2018, η επόμενη δικάσιμος έχει οριστεί για τις 31 Μαΐου. Ένα πρόβλημα υγείας της προέδρου, που θεωρείται καλή δικαστής, έχει πάει πίσω την υπόθεση καθώς δεν υπήρχε –ως συνήθως– η δυνατότητα αναπληρωτή.

«Και μέχρι η υπόθεση να αρχίσει να εκδικάζεται εκ νέου, αν δεν αναβληθεί, θα έχουμε ξεχάσει όλα όσα έχουν γίνει μέχρι τώρα» μας έλεγε χαρακτηριστικά συνήγορος της υπόθεσης, στην οποία ως πολιτική αγωγή παρίστανται και το ΚΕΕΛΠΝΟ και το ελληνικό δημόσιο.

Ο δε βασικός κατηγορούμενος, πρώην διευθυντής του ΚΕΕΛΠΝΟ, Θεόδωρος Παπαδημητρίου, μάλλον αναδεικνύεται στον… κατσικοπόδαρο της ιστορίας, αφού, όπως λένε οι πληροφορίες, η πρώτη φορά που εμφανίστηκε ο ίδιος στο ακροατήριο (εκπροσωπείται από συνήγορο) ήταν στις 26 Ιανουαρίου, οπότε έγινε και η τελευταία συνεδρίαση.

Για την ιστορία και σύμφωνα με τη δικογραφία, η υπόθεση αφορά μεταξύ άλλων απευθείας προσλήψεις περίπου 140 διοικητικών υπαλλήλων το 2005, οι οποίοι αφού μονιμοποιήθηκαν στη συνέχεια αποσπάστηκαν σε άλλες υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας αλλά και στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης με μεταβολή των συμβάσεών τους από ορισμένου χρόνου σε αορίστου. Οι προσλήψεις, σύμφωνα με πόρισμα ελεγκτών του υπουργείου Υγείας –επισημαινόταν ότι το ΚΕΕΛΠΝΟ χρειαζόταν επιστημονικό και όχι διοικητικό προσωπικό–, είχαν γίνει χωρίς την έγκριση των αρμόδιων επιτροπών και γενικότερα κατά παράβαση των προβλεπόμενων διαδικασιών.

Υπήρξαν επίσης περιπτώσεις που υπάλληλοι πληρώνονταν χωρίς να έχουν προσληφθεί ακόμη, ενώ άλλο σκέλος της υπόθεσης αφορά την έγκριση από τον Οργανισμό, κατά την επίμαχη περίοδο, χορήγησης επιδόματος ύψους 2.200 ευρώ μηνιαίως σε γιατρό που δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για την είσπραξή του.

Υποδειγματική δίκη με 120 κατηγορουμένους στο εδώλιο, οι περισσότεροι μια ανάσα από την αποφυλάκιση, πάνω από 120 συνηγόρους υπεράσπισης και 150 μάρτυρες υπεράσπισης.

Ετικέτες