Πάτησαν το κουμπί
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έχει μετατρέψει την «κατάπαυση του πυρός» σε προσχηματικό όρο.

Από τη Γάζα έως την Ουάσινγκτον η λογική του παραλόγου κυριαρχεί πλέον στη διεθνή σκηνή όχι ως σχήμα λόγου, αλλά ως πραγματικότητα που υπονομεύει κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, αποκαλύπτοντας μια επικίνδυνη απονομιμοποίηση της ίδιας της έννοιας της ειρήνης: ένα Ισραήλ που συνεχίζει να βομβαρδίζει αμάχους παρά την κατάπαυση του πυρός κι έναν Ντόναλντ Τραμπ που, στο όνομα της «παγκόσμιας σταθερότητας», επανεκκινεί το πρόγραμμα πυρηνικών δοκιμών. Τίποτε δεν φανερώνει ενδεχομένως περισσότερο τον παραλογισμό από τη σταδιακή εξοικείωση με την πολιτική αναξιοπιστία και τον κυνισμό. Ο πόλεμος βαφτίζεται ειρήνη και οι πυρηνικές δοκιμές παρουσιάζονται ως αποτροπή.
Την κατάσταση έρχεται να περιπλέξει η απόφαση του Πενταγώνου να ανάψει το πράσινο φως στον Τραμπ για την αποστολή πυραύλων Tomahawk στην Ουκρανία, με τον Αμερικανό πρόεδρο να είναι εκείνος που θα λάβει την τελική απόφαση.
Διπλωματική ομπρέλα
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έχει μετατρέψει την «κατάπαυση του πυρός» σε προσχηματικό όρο. Παρά τη συμφωνία που τέθηκε σε ισχύ με τις «ευλογίες» των ΗΠΑ, οι Ισραηλινές Ενοπλες Δυνάμεις (IDF) εξαπέλυσαν νέες καταστροφικές επιδρομές, σκοτώνοντας πάλι αμάχους την ώρα που κοιμούνταν στις σκηνές τους ή σε όσα σπίτια έχουν μείνει όρθια στη Γάζα. Ο αριθμός των νεκρών στη Γάζα από τις νέες επιθέσεις έχει ξεπεράσει τους 100. Ανάμεσά τους βρίσκονται τουλάχιστον 35 παιδιά. Η ακροδεξιά κυβέρνηση του Τελ Αβίβ επιμένει να επικαλείται το «δικαίωμα στην αυτοάμυνα», κατηγορώντας τη Χαμάς για παραβίαση των όρων της συμφωνίας.
Το παράλογο δεν περιορίζεται στην ωμή στρατιωτική βία, αλλά επεκτείνεται στη διεθνή ανοχή απέναντι σε αυτήν. Η Δύση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την ισραηλινή κυβέρνηση με διπλωματική επιείκεια χωρίς να ανησυχεί για το λουτρό αίματος στη Γάζα, αποφεύγοντας την επιβολή ουσιαστικών κυρώσεων ή να ζητήσουν από τον Νετανιάχου να λογοδοτήσει. Αλλά και τα αραβικά κράτη-παρατηρητές της εφαρμογής της συμφωνίας περιορίστηκαν στην καταδίκη της παραβίασής της, χωρίς κάποια περαιτέρω δράση.
Την ίδια στιγμή στις Ηνωμένες Πολιτείες ο «ειρηνοποιός» Ντόναλντ Τραμπ ανασύρει από το παρελθόν το πιο επικίνδυνο σύμβολο της ψυχροπολεμικής εποχής: την πυρηνική δοκιμή. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε αρχικά πιο κοντά τον Τραμπ και τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, όμως η αποτυχία συμφωνίας φαίνεται ότι τους οδήγησε σε επικίνδυνη αντιπαράθεση με πυρηνικές απειλές.
Ο ένοικος του Οβάλ Γραφείου δεν έδωσε κανέναν λόγο για την επανέναρξη των δοκιμών, πέρα από την ανακριβή δήλωση ότι και άλλες χώρες κάνουν το ίδιο. «Εχουμε ένα σημαντικό οπλοστάσιο. Το ίδιο και οι Ρώσοι και οι Κινέζοι. Κάποιες φορές πρέπει να το δοκιμάζουμε για να διασφαλίσουμε ότι λειτουργεί κανονικά» δήλωσε από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς, τονίζοντας ότι οι δοκιμές είναι αναγκαίες για τη λειτουργία του πυρηνικού οπλοστασίου των ΗΠΑ.
Με την απόφασή του να ενεργοποιήσει εκ νέου το αμερικανικό πρόγραμμα, ο Αμερικανός πρόεδρος ουσιαστικά ακυρώνει το πνεύμα της Συνθήκης για την Ολική Απαγόρευση των Πυρηνικών Δοκιμών (CTBT), που υπογράφηκε το 1996 με στόχο να θέσει οριστικό τέλος σε κάθε πυρηνική έκρηξη. Η συνθήκη αυτή, αν και ποτέ δεν κυρώθηκε από τη Γερουσία των ΗΠΑ, λειτούργησε επί δεκαετίες ως θεμέλιο της πυρηνικής αυτοσυγκράτησης. Η επαναφορά της δοκιμαστικής δραστηριότητας από την Ουάσινγκτον ανοίγει έναν επικίνδυνο κύκλο ανταγωνισμού με τη Ρωσία και την Κίνα, υπονομεύοντας μια ισορροπία που είχε οικοδομηθεί προσεκτικά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.
Εργαλείο προπαγάνδας
Ο Τραμπ καυχιέται για το ότι «τερματίζει πολέμους», αλλά στην πράξη ενισχύει τον φόβο και την αβεβαιότητα. Οπως το Ισραήλ επικαλείται την ασφάλεια για να νομιμοποιεί τη βία σε βάρος των Παλαιστινίων, έτσι και η Ουάσινγκτον επικαλείται την αποτροπή για να πυροδοτήσει νέο γύρο ανταγωνισμού στον πυρηνικό τομέα. Και στις δύο περιπτώσεις η ειρήνη λειτουργεί ως εργαλείο προπαγάνδας και όχι ως πολιτική επιδίωξη.
Το κοινό νήμα που συνδέει τη Γάζα με την επανεκκίνηση των πυρηνικών δοκιμών από τις ΗΠΑ είναι η απορρύθμιση των κανόνων που κάποτε θεωρούνταν αυτονόητοι. Οι συμφωνίες κατάπαυσης του πυρός και η πυρηνική συνθήκη ήταν δύο πυλώνες της μεταπολεμικής τάξης που σήμερα αποδομούνται αμφότεροι από ηγεσίες που αντιμετωπίζουν το διεθνές δίκαιο ως εμπόδιο για την εξουσία και όχι ως μέσο για την ειρήνη. Η ισχύς μετατρέπεται ξανά σε επιχείρημα και το παράλογο σε κανονικότητα.




















