Πέφτει η νύχτα στην Επίδαυρο

Πέφτει η νύχτα στην Επίδαυρο
Τα φετινά Επιδαύρια δεν άνοιξαν με τους καλύτερους οιωνούς. Επείγει να επανεξεταστεί η ηγεμονική αυθαιρεσία του κάθε σκηνοθέτη και να αναρωτηθούμε για το αναφαίρετο έως τώρα δικαίωμά του να ακρωτηριάζει ακόμη και πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες των κλασικών κειμένων

Οι παραστάσεις στην Επίδαυρο ξεκίνησαν και μαζί ανοίγει η αυλαία πολλών και κρίσιμων ερωτημάτων, 70 χρόνια μετά την έναρξη του Φεστιβάλ.

Αν η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί κι ένα μεστό φεστιβάλ από την αρχή του, τότε τα φετινά Επιδαύρια, συμβολικά ίσως, δεν άνοιξαν με τους καλύτερους οιωνούς. Φημολογείται, από καλά πληροφορημένους κύκλους, ότι ο σκηνοθέτης της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή, ο Ούλριχ Ράσε, είχε εξαρχής προβλήματα με την Κίττυ Παϊταζόγλου, την ηθοποιό που επρόκειτο να επωμιστεί τον ρόλο της Ισμήνης. Η δυσαρμονία σταδιακά εκτραχύνθηκε σε διαρκείς προστριβές και το αποτέλεσμα το είδαν όσοι παρακολούθησαν την πρεμιέρα της «Αντιγόνης» στο αργολικό θέατρο: ο σκηνοθέτης αποφάσισε να πετάξει την Ισμήνη έξω από την παράστασή του, κολοβώνοντας έτσι την πλοκή της σοφόκλειας τραγωδίας, ενώ παράλληλα, για να μας αποζημιώσει προφανώς, παραγέμισε τη σκηνική δράση με άφθονα, κουραστικά επαναλαμβανόμενα κινησιολογικά μπιχλιμπίδια επεκτείνοντας τη διάρκειά της σε δυόμισι ώρες.

Εξοντωτική φαντασμαγορία

Το περιστατικό έχει ιδιαίτερη σημασία και αξίζει να του αποδοθεί η δέουσα προσοχή, γιατί με αφορμή την επέτειο των εβδομήντα ετών από την πανηγυρική επαναλειτουργία του, το 1955, το κορυφαίο αρχαίο μας θέατρο και το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, στο οποίο υπάγεται καλλιτεχνικά, παρουσιάζουν όντως κάποια μάλλον σοβαρά προβλήματα. Μαζί τους ωστόσο ανακύπτει η ευκαιρία ν’ ανοίξουμε επιτέλους την αυλαία πολλών και κρίσιμων ερωτημάτων που αφορούν συνολικά τη λειτουργία του θεσμού, την παρούσα κατάσταση και τις διανοιγόμενες προοπτικές του. Κατά κύριο λόγο επείγει να επανεξεταστεί η ηγεμονική αυθαιρεσία του κάθε σκηνοθέτη και να αναρωτηθούμε για το αναφαίρετο έως τώρα δικαίωμά του να ακρωτηριάζει ακόμη και πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες των κλασικών κειμένων.

Οφείλουμε επίσης να προβληματιστούμε σχετικά με τα όρια της ανοχής απέναντι σε προφανέστατα φαινόμενα καλλιτεχνικής αρτηριοσκλήρωσης, συνοδευόμενα μάλιστα από τα βεβιασμένα, αναπόφευκτα σκιρτήματα ενός πληθωρικού παλιμπαιδισμού που, ακολουθώντας την παγκόσμια μόδα της ανεπίλεκτης επιλογής, διευρύνεται για να χωρέσει τα πάντα χωρίς να ξεχωρίζει τίποτε. Η έννοια της συμπερίληψης ξεχειλώνει για να απορροφήσει όλα τα είδη θεάτρου, όλες τις σχολές και όλα τα ποικιλώνυμα γούστα. Το αφηγηματικό θέατρο και η μουσική περφόρμανς, τα εικαστικά δρώμενα και η μεταδραματική εκδοχή τους διαγκωνίζονται αγρίως για να αποσπάσουν τη στιγμιαία προσοχή ενός κοινού εθισμένου στην εξοντωτική φαντασμαγορία.

Ακόμη και αν υποθέσουμε όμως ότι η ροπή προς το προκλητικά ασυμμάζευτο είναι ακατανίκητη, το φεστιβάλ διαθέτει πλέον αφθονία χώρων ώστε να την κατευθύνει εκτονωτικά προστατεύοντας παράλληλα την Επίδαυρο ως εστιακό του κέντρο. Το συγκρότημα της Πειραιώς και το Θέατρο του Λυκαβηττού μεταξύ άλλων είναι επαρκέστατα για τη διεξαγωγή γυμναστικών ασκήσεων που παριστάνουν τον μοντέρνο χορό ή θραυσματικών εκθέσεων που λογίζονται ως παρεμβατική πρωτοπορία. Μπορούν άνετα να φιλοξενήσουν προπαγανδιστικά κειμενάκια μιας χρήσεως που αντλούν το ανεπεξέργαστο υλικό τους από τα πολιτικά αποφάγια της τρέχουσας δημοσιογραφίας ή να διασκεδάσουν το ανύποπτο φιλοθέαμον κοινό με τα περιτρίμματα της αδηφάγου έξεως στην οποία ρέπει κάθε παρδαλή ανοησία.

Ομηρικές πηγές και αρχαίες ηρωίδες

Η Επίδαυρος όμως θα μπορούσε να μείνει κάπως ασφαλής στο μάτι του κυκλώνα, προασπίζοντας ταυτόχρονα και το θεματικό περιεχόμενο του αρχαίου δράματος και το άνοιγμά του, τόσο στις ριζιμιές του καταβολές όσο και στον σύγχρονο κόσμο. Ετσι, είναι ασφαλώς καλόδεχτη η επιστροφή στις ομηρικές πηγές της τραγωδίας, όπως αυτή που επιχειρεί ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επισκεπτόμενος τρεις ραψωδίες της Οδύσσειας με τον τίτλο «ζ-η-θ ο ξένος», ή το έργο του Ουαζντί Μουαουάντ «Ο όρκος της Ευρώπης», που αντλεί την έμπνευσή του από αρχαίες ηρωίδες, αλλά είναι ακατανόητο να χρησιμοποιείται η Επίδαυρος ως συναυλιακός χώρος ακόμη κι αν μαέστρος είναι ο Θεόδωρος Κουρεντζής σε έργα του Γκούσταβ Μάλερ. Η Επίδαυρος είναι ιέρεια ταγμένη στη δραματική ποίηση. Αποτελεί σημείο θερμής επαφής του ποιητή με τον θεατή, του ηθοποιού με το σώμα και του πνεύματος με τον χρόνο – ας παραμείνει έτσι.

Κείμενα λειψά και μάρμαρα σπασμένα

Από την αρχαία Ελλάδα ξώμειναν στα χέρια μας πάρα πολλά. Οπλα και τεχνικά εφευρήματα, παλάτια, τάφοι και στοές, αγγεία και κοσμήματα, τοιχογραφίες και μωσαϊκά. Κυρίως όμως δύο πράγματα, τα κείμενα και τα μάρμαρα. Κείμενα λειψά, πολλές φορές σακατεμένα, μεριές μεριές στρεβλά απ’ τις αντιγραφές ή προβληματικά επιδιορθωμένα. Μάρμαρα ρωγμώδη, εδώ κι εκεί μισοθαμμένα, σπασμένα ή πολλαπλώς διαμελισμένα. Πάνω στο φως των σπαραγμάτων τους ενώθηκαν η φιλολογική και η αρχαιολογική σκαπάνη. Για την προστασία, τη σπουδή και την ανάδειξή τους, σκάψαμε βαθείς αρχειακούς ναούς και υψώσαμε μνημονικά προπύργια στιβαρά. Παράλληλα όμως κρατήσαμε τα μέλη τους διεστώτα και τα θαυμάζουμε σε χωριστές προθήκες. Τα κείμενα στις φροντισμένες κριτικές εκδόσεις και στις μεγάλες βιβλιοθήκες, τα μάρμαρα στα μουσεία, στους αρχαιολογικούς χώρους και στις γλυπτοθήκες. Υπάρχει όμως ένας εξαίσιος τόπος όπου τα δύο κληροδοτήματα παραμένουν ελλειπτικά ενωμένα. Τα λιγοστά σωζόμενα κείμενα του αρχαίου δράματος μαρτυρούν τη σημασία όσων περισσότερων χάθηκαν ανεπιστρεπτί και τα λιγοστά μάρμαρα περιβάλλονται από σκληρή πέτρα. Τα κείμενα ακτινοβολούν στα μάρμαρα και οι πέτρες αγκαλιάζουν τα κείμενα. Αυτός ο τόπος είναι το θέατρο στη διπλή του σημασία: γλυπτή αρχιτεκτονική κατασκευή και πρώτη ύλη δραματική.

Documento Newsletter