Η ακροδεξιά των ΗΠΑ βρίσκεται σε δίλημμα αν θα συνεχίσει να στηρίζει τον Αμερικανό πρόεδρο ή θα προτιμήσει μία συντηρητική αλλά και φιλελεύθερη προεδρία υπό τον Μάικ Πενς , σύμφωνα με τον Πολ Μέισον.
Σε άρθρο του στην βρετανική εφημερίδα Guardian ο γνωστός δημοσιογράφος και συγγραφέας θεωρεί πιθανό ο Ντόναλντ Τραμπ να χάσει τη θέση του στο οβάλ γραφείο μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
«Το σενάριο που προωθούν κύκλοι των Δημοκρατικών είναι ότι ο Τραμπ προσπαθεί και αποτυγχάνει να απολύσει τον (ειδικό ανακριτή) Ρόμπερτ Μιούλερ, ένας ή περισσότεροι ύποπτοι παίρνουν ασυλία και τελικά αποκαλύπτουν τα πάντα. Στη συνέχεια, ο Τραμπ είτε παραιτείται είτε του απαγγέλλονται κατηγορίες. Ο Μάικ Πενς γίνεται πρόεδρος. Μόνο τότε θα μάθουμε τι θέλουν πραγματικά οι δεξιοί δισεκατομμυριούχοι που βρίσκονται πίσω από την προεδρία Τραμπ» γράφει ο Πολ Μέισον.
Και συνεχίζει: «Διότι ο Τραμπ δεν ήταν ποτέ η πρώτη τους επιλογή: για τους πρώτους έξι μήνες της εκστρατείας του, ο κύριος χορηγός από την ελίτ στην εκστρατεία του Τραμπ ήταν ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ. Μόνο όταν ο θρησκευτικός συντηρητικός υποψήφιος, Τεντ Κρουζ απέτυχε να ξεσηκώσει τις μάζες, τα χρήματα των ακροδεξιών επιχειρήσεων πήγαν στον Τραμπ».
Όπως εξηγεί ο Βρετανός δημοσιογράφος υπάρχουν δύο διαφορετικές στρατηγικές στην αμερικανική Δεξιά, η οποία μέχρι τα Χριστούγεννα θα αντιμετωπίσει το δίλλημα Τραμπ ή Πενς.
«Στην πραγματικότητα, υπάρχουν δύο διακριτά αλλά αλληλεπικαλυπτόμενα σχέδια της Δεξιάς στις ΗΠΑ. Το ένα που σχετίζεται με τους αδελφούς Κοχ, περιγράφεται καλύτερα από τον ευφημισμό του ως “εισοδηματική άμυνα”. Βλέπει κάθε δολάριο του χρέους των 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων των ΗΠΑ ως μελλοντική απαίτηση από τα κέρδη ιδιωτικών επιχειρήσεων. Θέλει χαμηλή φορολογία και, όπως είπε ο υποστηρικτής του Τραμπ, Ρόμπερτ Μέρσερ, ένα κράτος “που θα μειωθεί σε μέγεθος και θα είναι μικρότερο της καρφίτσας”. Πάνω απ ‘όλα, θέλει την κατάργηση των κανονισμών για τις μεγάλες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένου του κατώτατου μισθού, ο οποίος αρνείται στους φτωχότερους ανθρώπους της Αμερικής «’την ευκαιρία για επιτυχία», όπως την αποκαλεί ο κορυφαίος επικοινωνιολόγος των Κοχ», σημειώνει ο Πολ Μέισον.
Σύμφωνα με τον Βρετανό δημοσιογράφο, η άλλη τάση στην αμερικανική Δεξιά «θέλει ένα κατασταλτικό κράτος, επιβεβλημένους συντηρητικούς κοινωνικούς κανόνες και – αν είναι απαραίτητο – ένα «ξεκοιλιασμένο» Σύνταγμα για να το επιτύχει».
«Από τη στιγμή που ο εξωτερικός περιορισμός εξανεμίζεται, η σύγχρονη Δεξιά έχει αυτό το ανεπίλυτο δίλημμα: τα επίπεδα της οικονομικής ελευθερίας που θέλει πάντα δημιουργούν επίπεδα δυσαρέσκειας που απαιτούν την ελάττωση της πολιτικής ελευθερίας. Οι τύποι που ενισχύουν το Brexit εδώ και οι τύποι του Στιβ Μπάνον στις ΗΠΑ μοιράζονται μια φαντασία για το είδος της κοινωνίας που καθοδηγείται από την αγορά και που επιθυμούν να ζήσουν, αλλά δεν βλέπουν τρόπους για να το πετύχουν πέρα από μια περίοδο χάους», υπογραμμίζει ο Μέισον.
Και καταλήγει: «Αυτό που δημιούργησαν, από τον Ιούνιο έως το Νοέμβριο του 2016, ήταν δύο ασταθείς δημοκρατίες. Ασταθείς όχι επειδή τα θεσμικά τους όργανα είναι αδύναμα αλλά επειδή οι ελίτ τους είναι διαιρεμένες και ο πολιτικός φιλελευθερισμός χωρίς κατεύθυνση. Η απαγγελία κατηγοριών στον Τραμπ ή η αναβολή του Brexit δεν θα λύσει αυτό το θεμελιώδες πρόβλημα».