Πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας για τον θησαυρό των σπάνιων γαιών
Κλειδί η ηγεμονία στις τεχνολογικές εξελίξεις και στα σύγχρονα οπλικά συστήματα.

Η αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας έχει ξεπεράσει προ πολλού το επίπεδο του εμπορικού ανταγωνισμού και έχει πλέον μετατραπεί σε πόλεμο κυριαρχίας στους πόρους που θα καθορίσουν την τεχνολογική, άρα και τη στρατιωτική (λόγω εξαρτημάτων οπλικών συστημάτων) υπεροχή κατά τον 21ο αιώνα. Η σύγκρουση αυτή σημειώνεται σε μια εποχή που οι παγκόσμιες ισορροπίες αναδιαμορφώνονται.
Οι ΗΠΑ, που υπήρξαν ηγεμονική δύναμη για πάνω από δύο δεκαετίες, εμφανίζουν ολοένα περισσότερα σημάδια στρατηγικής ανασφάλειας απέναντι στην ανερχόμενη κινεζική ισχύ. Αντί να επιδιώκουν την ανοιχτή διπλωματία και τη συνεργασία, οι Αμερικανοί υιοθετούν μια μονομερή και προστατευτική προσέγγιση, επιβάλλοντας διατάγματα και περιορισμούς, μια πολιτική που υπογραμμίζει την προσπάθεια διατήρησης της τεχνολογικής υπεροχής με κάθε μέσο.
Τεχνολογική επικράτηση
Σήμερα η κατάσταση έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο, το οποίο συνοψίζεται στο ποιος θα έχει το πάνω χέρι στην τεχνολογία. Η μάχη δεν δίνεται πλέον μόνο στα εργαστήρια της Σίλικον Βάλεϊ ή στα εργοστάσια της Σεντσέν για την τεχνητή νοημοσύνη και ό,τι άλλο καινοτόμο, αλλά τίθεται υπό το πρίσμα της γεωστρατηγικής. Αυτός που θα ελέγξει τις κρίσιμες σπάνιες γαίες, που αποτελούν στοιχεία-κλειδιά για ημιαγωγούς (μικροτσίπ), μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων και ιδίως προηγμένα οπλικά συστήματα, θα αποκτήσει αποφασιστικό πλεονέκτημα. Συγκεκριμένα, τα ορυκτά αυτά χρησιμοποιούνται μεταξύ άλλων στην παραγωγή μαχητικών αεροσκαφών F-35, υποβρυχίων, δορυφόρων, λέιζερ και πυραύλων Τόμαχοκ, όπως φανέρωσε έρευνα του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (CSIS) το 2025.
Η Κίνα διατηρεί τη δεσπόζουσα θέση της, ελέγχοντας περίπου το 60-70% της παγκόσμιας εξόρυξης και πάνω από το 90% της παγκόσμιας επεξεργασίας σπάνιων γαιών. Αυτό δίνει στο Πεκίνο έναν ισχυρό γεωπολιτικό μοχλό πίεσης. Ως άμεση απάντηση στις κλιμακούμενες αμερικανικές κυρώσεις και στους περιορισμούς στην τεχνολογία ημιαγωγών, η Κίνα ενέτεινε τους ελέγχους εξαγωγών σε κρίσιμες, βαριές σπάνιες γαίες, επικαλούμενη λόγους «εθνικής ασφάλειας». Αυτή η κίνηση, που στόχο έχει να εργαλειοποιήσει τον φυσικό πλούτο της χώρας, είχε άμεσο αντίκτυπο στις παγκόσμιες αγορές προκαλώντας ανησυχία στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στις δυτικές αλυσίδες εφοδιασμού, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι την περίοδο μεταξύ του 2020 και του 2023 περισσότερο του 60% στις εισαγωγές των σπάνιων γαιών και μετάλλων στις ΗΠΑ προερχόταν από την Κίνα, όπως αναφέρει έκθεση της Αμερικανικής Γεωλογικής Υπηρεσίας.
Η τεχνολογική και γεωστρατηγική αντιπαράθεση συνοδεύεται από την κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου. Ως απάντηση στους περιορισμούς της Κίνας, ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απείλησε τον Οκτώβριο με επιβολή δασμών 100% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές (επιπλέον των ήδη επιβληθέντων ύψους 30%) από την 1η Νοεμβρίου. Οι δηλώσεις προκάλεσαν νευρικότητα και άμεση πτώση στους παγκόσμιους χρηματιστηριακούς δείκτες (NASDAQ -3,6% και Dow Jones -1,9%), με τις μετοχές που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη να δέχονται το μεγαλύτερο πλήγμα. Η Κίνα από την πλευρά της απάντησε ότι είναι έτοιμη να δώσει «μάχη μέχρις εσχάτων».
Ταυτόχρονα, η ένταση έχει πλέον επεκταθεί και στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Από τις 14 Οκτωβρίου οι δύο χώρες προχώρησαν στην αμοιβαία εφαρμογή ειδικών λιμενικών τελών, στοχεύοντας πλοία που συνδέονται οικονομικά ή διοικητικά με την αντίπαλη πλευρά. Αυτό το μέτρο αυξάνει δραματικά το κόστος για μεγάλο μέρος του παγκόσμιου στόλου, καθώς πάνω από τα μισά νεότευκτα πλοία προέρχονται από κινεζικά ναυπηγεία, προκαλώντας αναταράξεις στη διεθνή ναυτιλία και στο παγκόσμιο εμπόριο.
Το μέτωπο της AI
Ο τεχνολογικός πόλεμος ξεκίνησε με τον αποκλεισμό του κινεζικού κολοσσού Huawei από την αγορά 5G από τις ΗΠΑ, οι οποίες επικαλέστηκαν φόβους για χρήση του δικτύου σε κατασκοπικές ενέργειες. Πλέον στο επίκεντρο είναι οι ημιαγωγοί. Η Ουάσινγκτον συνεχίζει την πολιτική του «ασφυκτικού κλοιού», περιορίζοντας την πρόσβαση της Κίνας σε προηγμένα τσιπ και εξοπλισμό κατασκευής τους. Τον Ιούνιο οι ΗΠΑ ενέτειναν τις πιέσεις, εξετάζοντας την ανάκληση ειδικών αδειών που επέτρεπαν σε συμμαχικές εταιρείες (όπως η Samsung) να χρησιμοποιούν αμερικανική τεχνολογία στα εργοστάσιά τους στην Κίνα.
Το Πεκίνο, με στόχο την τεχνολογική αυτοδυναμία μέχρι το 2030, απάντησε με αντίμετρα. Τον Σεπτέμβριο έδωσε εντολή σε κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας να σταματήσουν τις αγορές AI τσιπ από την αμερικανική Nvidia, πλήττοντας άμεσα τα κέρδη του αμερικανικού κολοσσού και σηματοδοτώντας τη βούληση της Κίνας για εθνική κυριαρχία.




















