Ενας από τους πιο ξεχωριστούς σύγχρονους Iσπανούς σκηνοθέτες βρέθηκε στην Αθήνα για τη νέα του σπονδυλωτή κωμωδία «Αυτά που δεν λέγονται»
Μετά την κωμωδία ηθών «Οι γείτονες από πάνω» και τη θαυμάσια δραμεντί «Truman», ο Καταλανός σκηνοθέτης Σεσκ Γκάι καταπιάνεται εκ νέου με το κωμικό αποτύπωμα της ισπανικής καθημερινότητας. Το σπονδυλωτό φιλμ «Αυτά που δεν λέγονται» έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Τορόντο στο τμήμα Special Presentations και στη συνέχεια παρουσιάστηκε στην Ευρώπη στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν. Ο Γκάι επέλεξε αυτήν τη φορά να κάνει ένα σπονδυλωτό φιλμ. Αραγε ποια στοιχεία εντόπισε στη συγκεκριμένη φόρμα που θα εξυπηρετούσαν καλύτερα τις κωμικές ιδέες ή τα πράγματα που στόχευε να μοιραστεί με τον θεατή; Ο Ισπανός σκηνοθέτης απαντάει πως πάντα ήταν λάτρης των καλών, δυνατών ιστοριών που εκφράζονταν με ποικίλους τρόπους. «Ανέκαθεν μου άρεσαν τα διηγήματα, τα παραμύθια, τα τραγούδια και τα ποιήματα» μας είπε πριν από λίγες ημέρες, όταν βρέθηκε στην Ελλάδα, καθώς η ταινία του προβλήθηκε στο πλαίσιο του 7ου Φεστιβάλ Ισπανόφωνου Κινηματογράφου. Και εξηγεί: «Είναι είδη που μας επιτρέπουν να είμαστε πολύ πιο συνοπτικοί και κυρίως να αφηγηθούμε την ιστορία σε πραγματικό χρόνο. Γνωρίζω ότι το συγκεκριμένο είδος μπορεί να μην είναι πολύ εμπορικό και ο παραγωγός μου πάντα εκνευρίζεται όταν προτείνω να κάνω μια τέτοια ταινία. Ωστόσο το απολαμβάνω πραγματικά, ειδικά όταν πρόκειται να γυρίσω μια ακόμη κωμωδία».
Γνωστοί ηθοποιοί, ασυνήθιστοι ρόλοι
Στην ταινία πρωταγωνιστούν γνωστοί Ισπανοί ηθοποιοί, όπως οι Αντόνιο ντε λα Τόρε, Τσίνο Νταρίν, Χοσέ Κορονάδο, Ανα Καστίγιο, Αλεξ Μπρεντεμίλ, Μαριμπέλ Βερντού, Νόρα Νάβας, Χαβιέ Ρέι, Βερόνικα Ετσέγκουι, Αλεξάνδρα Χιμένεθ, Κουίμ Γκουτιέρες και Μπελέν Κουέστα, σε κωμικούς ρόλους που δεν έχουμε συνηθίσει. Οι κωμωδίες, ισχυρίζονται πολλοί, είναι το δυσκολότερο κινηματογραφικό είδος, με την έννοια ότι πιο δύσκολα μπορεί ένας σκηνοθέτης να κάνει τον θεατή να γελάσει από το να τον κάνει να κλάψει. Συμφωνεί με την άποψη αυτή; «Απολύτως» απαντά χωρίς κανένα δισταγμό. «Το πετυχημένο χιούμορ οφείλει να είναι πολύ λεπτό και απαιτεί ακριβές σενάριο. Κυρίως όμως χρειάζεται επιδέξιους ηθοποιούς για να το ερμηνεύσουν. Ημουν πολύ τυχερός που είχα όλους αυτούς τους σπουδαίους ηθοποιούς στην ταινία μου» συμπληρώνει. Εδώ να αναφέρουμε ότι ο ηθοποιός Αλεξ Μπρεντεμίλ, που υποδύεται τον πρωταγωνιστή της δεύτερης ιστορίας με τίτλο «Sandra», κέρδισε φέτος το βραβείο ερμηνείας Γκαουντί από την Καταλανική Ακαδημία Κινηματογράφου για τον ρόλο του Λουί στην ταινία «Αυτά που δεν λέγονται». Ο Γκάι έχει κι άλλα πράγματα πάντως να πει γύρω από τις απαιτήσεις μιας κωμικής ταινίας. «Είναι πολύ εύκολο να χάσεις τον δρόμο σου στη διαδικασία κατασκευής. Οι πρώτες μου ταινίες δεν ήταν ιδιαίτερα κωμικές, αλλά είναι αλήθεια ότι στις πρόσφατες δουλειές μου όπως στο “Αυτά που δεν λέγονται” είναι σαφές πως έχω αγκαλιάσει αρκετά το χιούμορ» τονίζει ο σκηνοθέτης. «Οταν βρέθηκα στην Αθήνα πριν από λίγες μέρες προκειμένου να παρουσιάσω την ταινία χάρηκα πολύ που είδα την αντίδραση του κοινού. Κυρίως απόλαυσα το πώς συνδέθηκαν οι θεατές με τις ιστορίες μας και πόσο γελούσαν με τα κωμικά παθήματα των ηρώων» λέει χαρούμενος.
Φόρος τιμής στη Βαρκελώνη
Η ταινία πέρα από τις καταστάσεις της καθημερινότητας με τις οποίες καταπιάνεται είναι κι ένα είδος φόρου τιμής στην αγαπημένη του πόλη, τη Βαρκελώνη, που είναι κι η γενέτειρά του. Ποια είναι άραγε η δική του Βαρκελώνη και τι σημαίνει η πόλη για κείνον; Απαντά: «Η Βαρκελώνη είναι μια πόλη που έχει λίγο από όλα. Είναι πολύ μοντέρνα με έντονο αστικό και κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, ωστόσο καταφέρνει να διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό τις λαϊκές και αρχαίες ρίζες της. Δεν είναι λίγες οι φορές που νιώθω ότι προδίδω την πόλη απεικονίζοντας μόνο ένα συγκεκριμένο μέρος της. Οι απεικονίσεις μου επικεντρώνονται σε μια ευκατάστατη, φιλελεύθερη αστική τάξη. Από την άλλη πλευρά, είναι περίεργο να μην κινηματογραφώ στα καταλανικά. Είναι η γλώσσα που μιλάω και γράφω και θα ήθελα να αντικατοπτρίζω τη διγλωσσία της πόλης μου ακόμη περισσότερο. Ισως να το κάνω στις επόμενες δουλειές μου». Αν του ζητούσαν να διαλέξει μία μόνο από τις πέντε ιστορίες του φιλμ και να τη μετατρέψει σε μεγάλου μήκους ταινία, ποια ιστορία θα επέλεγε; «Πολύ δύσκολη ερώτηση. Το πιο πιθανό είναι να διάλεγα την πρώτη ιστορία. Στην πραγματικότητα το σενάριο αυτής της ιστορίας το είχα αναπτύξει περαιτέρω επειδή το σκεφτόμουν για μεγάλου μήκους φιλμ. Μάλιστα η πλοκή συνέχιζε να ανοίγει κι άλλο τους προβληματισμούς και τα μηνύματά της όσο προχωρούσε η ώρα και να γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη. Θα μπορούσε κάλλιστα αυτή η ιστορία να είχε μετατραπεί σε ταινία μεγάλου μήκους» ήταν η απάντησή του. Η τελευταία μας ερώτηση είχε να κάνει με το αν είναι καλύτερο μερικές φορές να μη λέμε την αλήθεια, όπως κάνουν αρκετοί από τους χαρακτήρες του φιλμ. «Φυσικά» απαντά χωρίς να το πολυσκεφτεί. Και καταλήγει: «Το να λες την αλήθεια είναι υπερεκτιμημένο. Το να λες ψέματα σε κάνει μορφωμένο και πολιτισμένο άνθρωπο».