Στα όρια ο ανταγωνισμός ΗΠΑ – Ρωσίας

∆ύο µήνες µετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ο ανταγωνισµός ΗΠΑ – Ρωσίας κορυφώνεται. Εντείνεται η στρατιωτική κινητοποίηση και ετοιµότητα ΝΑΤΟ – Ρωσίας. Απολυτοποιείται ο οικονοµικός και διπλωµατικός πόλεµος ∆ύσης – Ρωσίας. Υπάρχουν ενδείξεις µετάστασης των πολεµικών συγκρούσεων σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Συνεπώς ο κίνδυνος ενός νέου µεγάλου ιµπεριαλιστικού πολέµου είναι ορατός.

Στο ουκρανικό µέτωπο καµία πλευρά δεν δείχνει διάθεση υποχώρησης. Η Ρωσία ξεδιπλώνει τη δεύτερη φάση των επιχειρήσεών της, µε στόχο το Ντονµπάς και τον κύριο όγκο του ουκρανικού στρατού. Η Ουκρανία λαµβάνει από το ΝΑΤΟ αναβαθµισµένη βοήθεια προκειµένου να αντιπαρατεθεί στο ανοιχτό πεδίο και να περάσει στην αντεπίθεση. Ολα τα σηµάδια υποδεικνύουν την κλιµάκωση του πολέµου.

Συνακόλουθα, ΝΑΤΟ και Ρωσία προετοιµάζονται για κάθε ενδεχόµενο. Το ΝΑΤΟ ξεδιπλώνει τις δυνάµεις ταχείας επέµβασης στην ανατολική Ευρώπη. Επισπεύδει την εγκόλπωση Σουηδίας και Φινλανδίας στις γραµµές του. Παράλληλα η Ρωσία αναπτύσσει δυνάµεις σε Βαλτική και Αρκτική. Πυκνώνει τις επιδείξεις των πυραυλικών της ικανοτήτων. Λάδι στη φωτιά ρίχνουν οι εκατέρωθεν δηλώσεις αξιωµατούχων για το ενδεχόµενο µεταξύ τους πολέµου, ακόµη και πυρηνικού. Σε αυτό το φόντο πολλαπλασιάζονται οι αψιµαχίες στη µεταξύ τους µεθόριο. Ο κίνδυνος σοβαρών επεισοδίων µεγαλώνει.

Αντίστοιχα στο οικονοµικό και διπλωµατικό πεδίο η κατάσταση οδηγείται στα άκρα. Η ∆ύση επιδιώκει τη διακοπή ζωτικής σηµασίας ρωσικών εξαγωγών, π.χ. ενέργεια. Πιέζει για την αποµόνωση ή εκδίωξη της Μόσχας από τα όργανα της «διεθνούς τάξης». Αντίστοιχα η Ρωσία αποβάλλει από τις συναλλαγές της δολάριο και ευρώ, πλήττοντας τη θέση τους ως διεθνών συναλλαγµατικών µέσων. ∆ιατηρεί ισχυρές συνεργασίες µε σχεδόν το σύνολο των αναδυόµενων δυνάµεων παρά τις ασφυκτικές πιέσεις των ΗΠΑ. Συνακόλουθα οι πολιτικο-οικονοµικές διαχωριστικές γραµµές εντείνονται στο ιµπεριαλιστικό σύστηµα.

Παράλληλα άλλες εστίες έντασης εκπέµπουν ανησυχητικά σήµατα. Αύξηση της βίας σηµειώνεται σε Λιβύη, παλαιστινιακά εδάφη, Συρία, Κοσσυφοπέδιο. Εχθροπραξίες ξετυλίχτηκαν στο Ναγκόρνο Καραµπάχ. Η Τουρκία εισβάλλει εκ νέου στο βόρειο Ιράκ. Ισραήλ και Ιράν υψώνουν απειλητικά τους τόνους. Προετοιµάζονται εξελίξεις σε Βοσνία, Μαυροβούνιο και Βόρεια Μακεδονία. Εντάσεις όµως υπάρχουν και στον Ειρηνικό, στο φόντο και της AUKUS. Η ενίσχυση των στρατιωτικών δεσµών ΗΠΑ – Ταϊβάν προκαλεί την οργή της Κίνας. Η ανακοίνωση του Πεκίνου περί επικείµενης λειτουργίας στρατιωτικής βάσης του στα Νησιά Σολοµώντα προκαλεί τη δυσαρέσκεια της Ουάσινγκτον. Είναι προφανές ότι η κλιµάκωση του ανταγωνισµού ΗΠΑ – Ρωσίας επιβαρύνει συνολικά το διεθνές περιβάλλον.

Σε αυτό το πλαίσιο η Ουκρανία αναδεικνύεται σε καταλύτη ωρίµασης του ανταγωνισµού ΗΠΑ – Ρωσίας. Επιβεβαιώνεται ότι Λευκός Οίκος και Κρεµλίνο δύσκολα θα δεχτούν ένα πολεµικό αποτέλεσµα µε αρνητικό ή ασθενές αποτύπωµα στον στόχο της εγκόλπωσης της Ουκρανίας στη σφαίρα επιρροής τους. Πρόσθετα ο ίδιος πόλεµος και οι επιπτώσεις του µειώνουν τη διάθεση για υποχωρήσεις. Τουλάχιστον όσο δεν το επιβάλλει η στρατιωτική ισορροπία ισχύος.

Ετσι Ουάσινγκτον και Μόσχα βρίσκονται αντιµέτωπες µε δύο ενδεχόµενα: να συνεχίσουν στο σπιράλ κλιµάκωσης, ρισκάροντας µια απευθείας µεταξύ τους αναµέτρηση, ή να οδηγηθούν σε ένα πάγωµα της ουκρανικής κρίσης ως αποτέλεσµα µιας εκεχειρίας ή και συµφωνίας.

Η πρώτη περίπτωση ελλοχεύει πυρηνικό κίνδυνο. Ωστόσο η ίδια η δυναµική της κλιµάκωσης δεν µπορεί να την αποκλείσει. Η δεύτερη προϋποθέτει έναν µη ικανοποιητικό και για τις δύο συµβιβασµό. Η δυνατότητά της απορρέει από τις στρατηγικές στοχεύσεις τους. Για τις ΗΠΑ στρατηγικός αντίπαλος είναι η Κίνα, όχι η Ρωσία. Για τη Ρωσία ζητούµενο είναι η αναβάθµισή της ως µεγάλης δύναµης, όχι η εν εξελίξει ρήξη µε τη ∆ύση.

Ωστόσο ο όποιος συµβιβασµός θα στηρίζεται σε σαθρά θεµέλια. Ο ανταγωνισµός ΗΠΑ – Ρωσίας θα πυροδοτεί συνεχώς εντάσεις. Αυτές θα πυκνώνουν όσο θα ωριµάζει ο µεγάλος ανταγωνισµός στο διεθνές ιµπεριαλιστικό σύστηµα ΗΠΑ – Κίνας. Συνακόλουθα και η όποια εκεχειρία-συµφωνία δεν µπορεί παρά να είναι προσωρινή και εύθραυστη.

Ο Γιάννης Χουβαρδάς είναι PhD (c) διεθνολόγος – πολιτικός επιστήμονας