Τα νέα θεατρικά έργα που πρώτη φορά βρίσκουν τον δρόμο τους για τη σκηνή είναι απαλλαγμένα από το βάρος της κλασικότητας και το άλλοθι που μπορεί να τους προσφέρει. Ετσι σε προκαλούν να τα εντοπίσεις εξ ολοκλήρου από την αρχή.
Το «Τέρας» σε κείμενο και σκηνοθεσία Ηρώς Μπέζου –το δεύτερο συγγραφικό πόνημά της μετά τους «Ναυαγούς»– είναι ένα τέτοιο έργο. «Αναγκάζει» όλες σου τις αισθήσεις να βρίσκονται πάνω στη σκηνή. Εκεί το σκηνικό της Ιωάννας Πλέσσα, αποτελούμενο από έξι κορμούς-φλούδες δέντρων, σε μεταφέρει σε ένα δάσος όπου τα χρώματα και οι ήχοι μαρτυρούν πως κάτι καθολικά πυρηνικό έχει συμβεί.
Διαβάστε επίσης: Εικόνες, ιππότες και κατάσκοποι στη Βενετία
Ενα κορίτσι που αλλάζει
Τα τέσσερα πρόσωπα του έργου, η Δήμητρα Βλαγκοπούλου, η Στέλλα Βογιατζάκη, η Κατερίνα Νταλιάνη και ο Γιάννης Παπαδόπουλος, πρωταγωνιστούν σε ένα δυστοπικό παραμύθι που εξελίσσεται σε τόπο αδιευκρίνιστο.
Ενήλικες μέσα από όνειρο επιστρέφουν για να αντιμετωπίσουν το παιδικό τους τραύμα, να προλάβουν όλα εκείνα που καθόρισαν τους ίδιους και τις μετέπειτα σχέσεις τους. Σε αυτό το ταξίδι συνειδητοποίησης το «Τέρας» δεν είναι άλλο από ένα κορίτσι που αλλάζει. Βγαίνει από το σκάφανδρό του και ενηλικιώνεται.
Διαβάστε επίσης: Ειρήνη Κετικίδη – Διονύσης Κλάδης: «Το στοίχημα είναι η ισορροπία ανάμεσα στο καλλιτεχνικό και το επαγγελματικό κομμάτι»
Οπως μας εξηγεί η σκηνοθέτρια, οι ήρωες γυρίζουν ξανά και ξανά στην παιδική τους ηλικία ψάχνοντας να βρουν απαντήσεις. «Τα πρόσωπα του έργου μοιάζουν να έχουν εγκλωβιστεί σε συγκεκριμένες περιόδους της ζωής τους. Εδώ τους συναντούμε στην παιδική τους ηλικία. Τότε που το έσκαγαν από το σπίτι τους και με φακούς περιπλανιόντουσαν στο δάσος λέγοντας τρομακτικές ιστορίες. Ενστικτωδώς αυτό κρύβει κάτι πολύ βαθύ» λέει.

Αναφέρει ότι η πορεία προς την ενηλικίωση είναι μια δύσκολη φάση γιατί πρέπει να επιλέξεις τι θα κρατήσεις και τι θα αποχωριστείς. «Η ηρωίδα έχει φτάσει σε ένα σημείο που δεν αντέχει άλλο την ίδια της την εικόνα. Νιώθει παγιδευμένη σε αυτό που της έδειξαν και της έμαθαν πως είναι ζωή. Τα συναισθήματα που συνήθως μας ενεργοποιούν έχουν να κάνουν με την απώλεια, την αγάπη, την ευθύνη, οτιδήποτε μας φέρνει κοντά ή μας απομακρύνει από τον εαυτό μας και τους άλλους. Η ηρωίδα είναι θλιμμένη. Μεταμορφώνεται και αυτό καμιά φορά μπορεί να είναι τρομακτικό» σημειώνει.
Διαβάστε επίσης: Παναγιώτης Τέτσης, ο μάγος του φωτός και των χρωμάτων
Σκοτεινό παραμύθι
Η ιστορία θυμίζει παραμύθι που έχει βγει από τον κόσμο των αδελφών Γκριμ. Ακόμη και οι στιγμές της μεταμόρφωσης που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις σκηνές, οι ήχοι που είναι αποτέλεσμα ηχογράφησης σε φυσικό περιβάλλον, τα ρούχα που σκίζονται, τα παιδιά που κρύβονται στους πανύψηλους καμένους κορμούς δέντρων παραπέμπουν σε ένα κρυφτό στο οποίο η τρυφερότητα δίνει τη θέση της στο σκοτάδι. Σε αυτό το σύμπαν τα παιδιά τρομαγμένα από το καινούργιο που έρχεται στη ζωή τους προσπαθούν να καταλάβουν τι είναι αυτό που απειλεί την πραγματικότητά τους.
Διαβάστε επίσης: Αυγό, το σύμβολο του Πάσχα
Οπως λέει η Ηρώ Μπέζου: «Το απροσδόκητο είναι αυτό που τους τρομάζει. Ξαφνικά η φίλη τους γίνεται μια άλλη. Οι τρομακτικές ιστορίες που έλεγαν ζωντανεύουν. Η πεταλούδα βγαίνει από το κουκούλι της. Πετάει από πάνω της ένα ένδυμα το οποίο δεν της έχουν επιβάλει μόνο οι άλλοι. Ζούμε απωθώντας συναισθήματα και διατηρώντας ταυτότητες που δεν μας ταιριάζουν κοινωνικά και σχεσιακά. Είναι τεράστια ευθύνη να αφουγκράζεσαι τους πάντες, να αντέχεις τα πάντα και να μη ζητάς τίποτα. Να είσαι μια καλή μητέρα για τους άλλους χωρίς καν να έχεις παιδιά».
Παρακολουθώντας την πρόβα όλο και περισσότερο βυθίζομαι σε μια απελευθερωτική διαδικασία θεατρικής ψυχανάλυσης που πυροδοτεί την πεποίθηση πως τα παραμύθια αποτελούν μέσο διαπαιδαγώγησης όχι με τη στείρα ανάγνωση του όρου αλλά ως ένας τόπος άπειρων συμβολισμών και προβολών μας. Μέσα στις εντάσεις του έργου, στη σύνδεση που δημιουργείται από την πρώτη κιόλας επαφή μαζί του, δύο είναι οι ποιότητες που ξεχωρίζουν. Αυτή της αγωνίας και της απαλότητας. Ολα χρειάζονται χρόνο για να πάρουν τη θέση τους και αυτή η διαδικασία της δημιουργικής αναμονής είναι που σε ανεβάζει ως θεατή πάνω στη σκηνή.
Διαβάστε επίσης: Η μυθική ζωή του Άρθουρ Έβανς στην Κρήτη
Παρατηρώ πώς αγγίζει η σκηνοθέτρια τις λέξεις της, πώς αφήνεται στους συνεργάτες της και αντιλαμβάνομαι ότι αυτό το έργο την αφορά με έναν τρόπο προσωπικό που ξεπερνά την έτσι κι αλλιώς αποδεδειγμένη καλλιτεχνική της διαδρομή. Οπως λέει: «Ενας ενήλικας βλέπει ένα όνειρο που τον γυρίζει πίσω στις πρώτες του λέξεις, στα πρώτα συναισθήματα, εκεί όπου μαθαίνουμε να υπάρχουμε ως ενήλικες. Πέρα από τη νοσταλγία και το παιχνίδι στην παιδική μας ηλικία συμβαίνει και κάτι άλλο. Φοράμε ρόλους που υποχρεωνόμαστε να υπερασπιστούμε σε όλη μας τη ζωή. Αντιλαμβάνομαι αυτήν τη συνθήκη ως πολύ μεγάλο βάρος. Η ηρωίδα μας απεκδύεται το κομμάτι που τη βαραίνει και επισκέπτεται ξανά το κομμάτι της ηλικίας που έχει θυσιάσει. Ξαναγεννιέται και αυτή η πορεία είναι πάντα πολύ μοναχική».
INF0
Πρεμιέρα 25 Απριλίου