Συνάντηση Τραμπ-Σι: Το γεωπολιτικό «παζάρι» ΗΠΑ – Κίνας
Σπάνιες γαίες για μείωση δασμών και αμερικανική σόγια στη συμφωνία των δυο υπερδυνάμεων.

Η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής στο Μπουσάν της Νότιας Κορέας μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Κινέζου ομολόγου του Σι Τζινπίνγκ (μετά από έξι χρόνια), σηματοδοτεί την πρώτη ουσιαστική αποκλιμάκωση στον εμπορικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο να βαθμολογεί τη συνάντηση με «12 στα 10».Η συμφωνία που επιτεύχθηκε, συνδυάζει τόσο οικονομικές παραχωρήσεις, όσο και γεωπολιτικά μηνύματα, με τους δύο ηγέτες να δεσμεύονται να πραγματοποιήσουν αμοιβαίες επισκέψεις μέσα στο 2026.
Τι περιλαμβάνει το deal ΗΠΑ-Κίνας
Η Ουάσιγκτον συμφώνησε να μειώσει το συνολικό επίπεδο δασμών σε κινεζικά προϊόντα από 57% σε 47%. Το σημαντικότερο αντάλλαγμα από την πλευρά του Πεκίνου ήταν η άρση περιορισμών στις σπάνιες γαίες. Η Κίνα, που ελέγχει περίπου το 90% της παγκόσμιας επεξεργασίας των κρίσιμων αυτών ορυκτών εξορύσσοντας πάνω από το 60%, δεσμεύτηκε να άρει τα εμπόδια στις εξαγωγές. Αυτή η εξέλιξη είναι ζωτικής σημασίας για τις ΗΠΑ, καθώς οι σπάνιες γαίες είναι απαραίτητες για την κατασκευή τεχνολογικών προϊόντων αιχμής, ηλεκτρικών οχημάτων, και στρατιωτικού εξοπλισμού, διασφαλίζοντας την αμερικανική εθνική ασφάλεια και τεχνολογική υπεροχή.
Η μερική άρση των δασμών από την πλευρά των ΗΠΑ, ενώ φαινομενικά πραγματοποιήθηκε ως χειρονομία καλής θέλησης, την ίδια στιγμή οδηγεί και στην ανακούφιση του Αμερικανού καταναλωτή και των επιχειρήσεων, χωρίς όμως να εγκαταλείπεται πλήρως ο μοχλός πίεσης των δασμών.
Πέραν της οικονομικής πτυχής, η συμφωνία περιλαμβάνει κοινή δράση κατά της φαιντανύλης. Η δέσμευση του Προέδρου Σι να «εργαστεί πολύ σκληρά» για να ανακόψει τη ροή αυτής της συνθετικής ουσίας, η οποία αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες θανάτων από υπερβολική δόση στις ΗΠΑ, αποτελεί ένα σημαντικό πολιτικό και ανθρωπιστικό κέρδος για την Ουάσιγκτον.
Η Κίνα συμφώνησε επίσης να ξεκινήσει τη διαδικασία αγοράς «αμερικανικής ενέργειας» σε μεγάλη κλίμακα, με τον Τραμπ να αναφέρεται συγκεκριμένα σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο από την Αλάσκα. Παράλληλα, η δέσμευση για νέες, μαζικές αγορές αμερικανικής σόγιας (ένα προϊόν που είχε πληγεί από τους προηγούμενους δασμούς) αποτελεί άμεση στήριξη των αγροτικών περιοχών, οι οποίες αποτελούν σημαντική εκλογική βάση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Όπως δήλωσε ο Τραμπ, «ο Σι ήταν απίστευτος, συμφωνήσαμε σε πράγματα που κανείς δεν πίστευε ότι θα συνέβαιναν».
Ωστόσο, οι Κινέζοι αξιωματούχοι μιλούν για «πλαίσιο συνεννόησης» και όχι για οριστική εμπορική συμφωνία, υπογραμμίζοντας πως πρόκειται για ανακωχή, όχι ειρήνη.
Γεωπολιτικό «παζάρι»
Η συνάντηση Τραμπ–Σι μπορεί να ιδωθεί ως ένα σύνθετο γεωπολιτικό «παζάρι» μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, όπου η προσωρινή οικονομική ειρήνη εξαγοράζεται μέσω στρατηγικών υποχωρήσεων, ενώ η βαθύτερη αντιπαλότητα παραμένει αμετάβλητη και ορατή.
Η συνολική εικόνα που προκύπτει από τις πρωτοβουλίες της Ουάσιγκτον στην περιοχή είναι μια προσπάθεια να «παγώσει» η οικονομική αντιπαράθεση με το Πεκίνο, διατηρώντας όμως παράλληλα μια σαφή στρατηγική γραμμή πυγμής.
Από τη μία πλευρά, η Κίνα επιδιώκει την ελάφρυνση των δασμών για να διατηρήσει την ανάπτυξή της, ενώ δέχεται να άρει τον μοχλό πίεσης των σπάνιων γαιών. Από την άλλη, οι ΗΠΑ, με την επανέναρξη των πυρηνικών δοκιμών και την αναβάθμιση των στρατιωτικών δυνατοτήτων των συμμάχων, επιδιώκουν να μειώσουν τη μονομερή τους εξάρτηση από το Πεκίνο σε κρίσιμους τομείς.
Οι ρίζες του εμπορικού πολέμου και η φιλοσοφία MAGA
Ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Πεκίνο ξεκίνησε με την επιβολή υψηλών δασμών με σκοπό την εξισορρόπηση του μεγάλου εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ έναντι της Κίνας. Η φιλοσοφία του Τραμπ, με το κεντρικό σύνθημα «Make America Great Again» (MAGA), στόχευε στον επαναπατρισμό της βιομηχανίας και στην τιμωρία αυτού που θεωρούσε άδικες εμπορικές πρακτικές, κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και επιθετική τεχνολογική ανάπτυξη της Κίνας (όπως φαίνεται και από τη διαμάχη για την Nvidia και τα τσιπ τεχνητής νοημοσύνης Blackwell, αν και ο Τραμπ δήλωσε ότι δεν συζήτησε το θέμα της Blackwell με τον Σι).
Λίγο πριν από τη συνάντηση Τραμπ–Σι, ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε την επανέναρξη των πυρηνικών δοκιμών – για πρώτη φορά από το 1992, όταν είχε τεθεί σε ισχύ μορατόριουμ που απαγόρευε κάθε δοκιμή πυρηνικών όπλων – επικαλούμενος τις αυξανόμενες στρατιωτικές δυνατότητες της Ρωσίας και της Κίνας. Η χρονική στιγμή αυτής της ανακοίνωσης -καθώς ο Τραμπ ταξίδευε προς την Ασία για να συναντήσει τον Σι- λειτουργεί ως διπλωματικό εργαλείο πίεσης και ως επίδειξη ισχύος. Το μήνυμα προς το Πεκίνο είναι ξεκάθαρο: οι ΗΠΑ παραμένουν ανοιχτές σε οικονομική συνεργασία, αλλά διατηρούν την ικανότητα και τη βούληση να κλιμακώσουν τη στρατηγική αντιπαράθεση, υπενθυμίζοντας την κυριαρχική τους θέση στην πυρηνική ιεραρχία.
Πυρηνοκίνητο υποβρύχιο στη Νότια Κορέα
Το ταξίδι του Τραμπ δεν περιορίστηκε στην Κίνα. Οι συναντήσεις του στη Νότια Κορέα με τον Πρόεδρο Λι Τζάε Μιουνγκ είχαν εξίσου σημαντικό στρατιωτικό και οικονομικό αντίκτυπο.
Ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι έδωσε έγκριση στη Νότια Κορέα για την κατασκευή πυρηνοκίνητου υποβρυχίου για τη Σεούλ σε ναυπηγείο της Φιλαδέλφειας, αν και η πληροφορία αυτή αντιμετωπίστηκε με επιφυλάξεις από Κορεάτες αξιωματούχους. Εάν υλοποιηθεί, η Σεούλ εισέρχεται σε έναν κλειστό κύκλο κρατών που διαθέτουν την τεχνολογία αυτή, ενισχύοντας τη ναυτική της δύναμη έναντι της Κίνας και της Βόρειας Κορέας. Ο Τραμπ τόνισε πως το νέο υποβρύχιο είναι «πολύ πιο ευέλικτο» από τα τρέχοντα ντίζελ υποβρύχια.
Επιπρόσθετα, ο Αμερικανός πρόεδρος επιβεβαίωσε την οριστικοποίηση των λεπτομερειών μιας κρίσιμης εμπορικής συμφωνίας με τη Σεούλ και ανακοίνωσε ότι η Νότια Κορέα θα αγοράσει τεράστιες ποσότητες αμερικανικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενισχύοντας περαιτέρω τις οικονομικές σχέσεις.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Τραμπ δεν συναντήθηκε με τον Κιμ Γιονγκ Ουν στη διάρκεια του ταξιδιού του, αφήνοντας το πυρηνικό ζήτημα της Πιονγκγιάνγκ σε δεύτερη μοίρα.




















