Η απόφαση της FED την περασμένη Τετάρτη για αύξηση των δύο βασικών της επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης στο 3,75% και 4%, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008, μετά την ανάλογη αύξηση της ΕΚΤ στο 2%, δεν προοιωνίζεται τίποτε καλό για τους Eλληνες δανειολήπτες.
Η επιβάρυνση που έρχεται στις δόσεις του Νοεμβρίου για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που λυγίζουν ήδη από το βάρος των αυξήσεων στην ενέργεια είναι ένα ακόμη χτύπημα στους ήδη παραπαίοντες προϋπολογισμούς τους.
Με την κυβέρνηση Μητσοτάκη αδιάφορη για οτιδήποτε δεν της προσφέρει οικονομικά υπερκέρδη, τα βάρη πέφτουν πάνω στο μεγαλύτερο ποσοστό των πολιτών, ενεργών και μη οικονομικά, με πρωτόγνωρες ταχύτητες.
Στα ακίνητα τα ενοίκια πετούν σε δυσθεώρητα ύψη που οι μέσοι μισθοί αδυνατούν να καταβάλουν. Οι αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών ακινήτων που ετοιμάζονται από την κυβέρνηση αφορούν κυρίως περιοχές με χαμηλά εισοδήματα. Με την άνοδό τους χιλιάδες ευάλωτοι πολίτες βρίσκονται πλέον πάνω από το όριο πρόσβασης στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.
Στο υπουργείο Οικονομικών παραμένουν φανατικοί στον στόχο τους για πρωτογενές έλλειμμα φέτος στο 1,7% του ΑΕΠ και πλεόνασμα το 2023 στο 0,7% του ΑΕΠ. Την ώρα που για χιλιάδες επιχειρήσεις η επιβίωσή τους κρέμεται από μια λεπτή κλωστή, παρακολουθούν ως απλοί παρατηρητές τις τεράστιες πιέσεις που δέχεται η κοινωνία από τον καλπάζοντα πληθωρισμό.
Το κάθε λουκέτο που ετοιμάζεται να μπει θα έχει δραματικές επιπτώσεις σε όλα τα επίπεδα.
Η «τελική λύση» που έχει υποσχεθεί προεκλογικά η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιτυγχάνεται.
Κλείνουν μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, επιβιώνουν οι μεγάλες δίνοντας μισθούς πείνας και εργασιακό τρόμο, με την ελληνική κοινωνία να επιστρέφει στη δεκαετία του ’50 με κομμένες τελείως και τελειωτικά τις ελπίδες της για μια καλύτερη ζωή.
Αυτή η «τελική λύση» πρέπει να αποτραπεί.