Το επιτελικό κόλπο της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τη Δικαιοσύνη

Το επιτελικό κόλπο της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τη Δικαιοσύνη

Ο λόγος για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που με μια πραξικοπηματική τροπολογία υπέρ «γαλάζιων» εφετών–με στόχο να πάρει τον απόλυτο έλεγχο στους κόλπους της Δικαιοσύνης– κατάφερε να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου.

Έτσι η «βελούδινη» μέχρι την υλοποίησή της μεθόδευση γύρισε μπούμερανγκ, καθώς απελευθερώθηκαν «άνεμοι» δυσώδους παρασκηνίου το οποίο, όπως καταδεικνύεται, όρισε πλείστες φορές και την απόλυτη, πρωτοφανή αντίδραση της… ανεξάρτητης και «θεσμικής» Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) απέναντι σε κάθε ενέργεια της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.

Η επίμαχη τροπολογία του υπουργείου Δικαιοσύνης που έφερε τα πάνω κάτω στις τάξεις των δικαστών κατατέθηκε στο… παρά πέντε στο νομοσχέδιο για τη διαμεσολάβηση και αυξάνει τις οργανικές θέσεις των προέδρων εφετών κατά 86, με αντίστοιχη μείωση των οργανικών θέσεων των εφετών.

Μια τροπολογία που συνιστά έμμεση αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και ευνοεί συγκεκριμένους δικαστές, μεταξύ των οποίων, όπως καταγγέλλεται, βρίσκονται και μέλη του ΔΣ της ΕΔΕ, οι οποίοι με αυτό τον τρόπο αναβαθμίζονται και κερδίζουν ακόμη δύο χρόνια παραμονής τους στον κλάδο. Με αυτές τις εν κρυπτώ αλλά και εκτός χρόνου προαγωγές, που έγιναν χωρίς να υφίσταται έκτακτη περίσταση, η κυβέρνηση χτίζει «το επιτελικό κράτος της Δικαιοσύνης» μεθοδεύοντας, όπως εκτιμάται, την απόλυτη άλωσή της.

Αλλαγή συσχετισμών

Δεν είναι τυχαία η καταγγελία του προέδρου της ΕΔΕ Χριστόφορου Σεβαστίδη ότι μια από τις στοχεύσεις αυτής της κίνησης είναι να αλλάξουν οι συσχετισμοί στην ΕΔΕ στις αρχαιρεσίες της ερχόμενης άνοιξης, με την εκλογή προφανώς στο ΔΣ μόνο των απολύτως «δικών της» δικαστικών λειτουργών.

Στο εσωτερικό της ΕΔΕ ξέσπασε εμφύλιος με δημόσιες καταγγελίες ανάμεσα σε μέλη του ΔΣ, με συνταρακτικό περιεχόμενο για τον τρόπο λειτουργίας του ισχυρότερου συνδικαλιστικού οργάνου δικαστών και εισαγγελέων. Το αποκορύφωμα ήρθε με τις βαρύτατες και άκρως αποκαλυπτικές καταγγελίες του ίδιου του προέδρου της Χριστ. Σεβαστίδη σε βάρος του γενικού γραμματέα Νικόλαου Σαλάτα και του Α΄ αντιπροέδρου Παναγιώτη Λυμπερόπουλου. Με άρθρο του που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της ΕΔΕ ο κ. Σεβαστίδης εμφανίζει τους κ. Λυμπερόπουλο και Σαλάτα από απόλυτα σύμφωνους έως… ευτυχείς όταν η ένωση συγκρουόταν σφοδρά με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ενώ αντιθέτως επί ΝΔ «η στάση τους έχει απολύτως μεταβληθεί».

Αναφέρει ενδεικτικά ο κ. Σεβαστίδης: «Η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων τα προηγούμενα τρία χρόνια υιοθέτησε μια στάση ασυμβίβαστη με την εκτελεστική εξουσία σε κάθε τι που θεωρούσαμε ότι πλήττει τον πυρήνα της δικαστικής ανεξαρτησίας. Εκδώσαμε εκατοντάδες Ανακοινώσεις και Δελτία Τύπου και συγκρουστήκαμε όχι μόνο με Υπουργούς της τότε Κυβέρνησης (κκ. Πολάκη και Κοντονή), αλλά και με τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Μάλιστα η αντιπαράθεση ήταν τόσο σφοδρή και πρωτόγνωρη που η τότε Κυβέρνηση χαρακτήρισε την Ενωσή μας ως “Γραφείο Τύπου της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης”. Μέχρι εκείνο το σημείο ο κ. Λυμπερόπουλος αισθανόταν ιδιαίτερα ευτυχής και υποστήριζε όλες τις θέσεις μας. Από το καλοκαίρι του 2019 και μετέπειτα η στάση του όπως και του κ. Σαλάτα μεταβλήθηκε. Σε όλα τα θέματα που εισάγονταν προς συζήτηση στο ΔΣ παρατηρήσαμε μια πλήρη μεταστροφή. Αλλαγή στάσης στο θέμα της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, άρνηση να αποστείλουμε στη Βουλή –όπως μας ζητήθηκε– τις θέσεις μας για τις τροποποιήσεις στους Ποινικούς Κώδικες, άρνηση να λάβουν θέση για την επαναφορά της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, άρνηση του κ. Λυμπερόπουλου να εκδώσουμε Δελτίο Τύπου για την περικοπή της χρηματοδότησης του ΤΑΧΔΙΚ και τώρα άρνηση να αντιταχθούν σε μία τροπολογία που ανατρέπει την ισορροπία στον δεύτερο βαθμό της Δικαιοσύνης, που εισήχθη στα κρυφά και για την οποία δεν έγινα καμία διαβούλευση του Υπουργείου με την Ένωση. Η Ένωση δεν μπορεί να έχει στόχο την διαφύλαξη του κυβερνητικού γοήτρου. Σε μία τέτοια προοπτική, που την είδαμε από νωρίς να καλλιεργείται, αντιταχθήκαμε και αρνηθήκαμε να συναινέσουμε. Ο πόλεμος που γίνεται αυτή τη στιγμή, αυτήν ακριβώς την αιτία έχει. Θα συνεχίσουμε να έχουμε μια ανεξάρτητη Ένωση από κάθε Κυβέρνηση, μία Ένωση σταθερή στις θέσεις και στις αρχές της ή μία Ένωση υπάκουη ή αντιδραστική ανάλογα με τις συγκυρίες;».

Μάλιστα σε απάντηση της λάβρας ανακοίνωσης του κ. Λυμπερόπουλου, που του καταλογίζει προσπάθεια «χειραγώγησης» των μελών της ΕΔΕ υποστηρίζοντας ότι προκαλεί και «τεχνητή κρίση», ο κ. Σεβαστίδης αναφέρει συγκεκριμένα περιστατικά για να καταδείξει ότι ο.κ Λυμπερόπουλος δεν είναι αμερόληπτος κριτής των πεπραγμένων της κυβέρνησης σε σχέσης με τον χώρο της Δικαιοσύνης. 

Θέλουν κριτική αλά καρτ

Όπως προκύπτει από τα λεγόμενα του, στην ΕΔΕ όλα έβαινα καλώς όσο η πλειοψηφία και ο ίδιος ο. Σεβαστίδης προφανώς συμφωνούσαν στην οξύτατη κριτική επί ΣΥΡΙΖΑ, ενώ τώρα που ο πρόεδρος επιδεικνύει την ίδια διάθιεση και απέναντι στη νέα κυβέρνηση, προβάλλοντας αντιρρήσεις σε συγκεκριμένες επιλογές, έχει μπει στο στόχαστρο των διαφωνούντων. Αναφέρει επί λέξει ο πρόεδρος της ΕΔΕ:

«Ο κ. Λυμπερόπουλος θυμήθηκε προφανώς την παλιά ιδιότητά του ως αποσπασμένος σύμβουλος του Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Αθανασίου και απαντά στην επιστολή του με ύφος περισσότερο πολιτικού παρά δικαστή. Ας δούμε όμως πως διαστρεβλώνει τα γεγονότα και πως αυτά τον διαψεύδουν πεισματικά: Με κατηγορεί για ηγεμονισμό και για προσπάθεια χειραγώγησης της ΕΔΕ. Αλήθεια, το γνώρισμα αυτό του χαρακτήρα μου, το ανακάλυψε ο κ. Λυμπερόπουλος του τελευταίους 5 μήνες, επειδή προβάλαμε αντιρρήσεις σε κυβερνητικές επιλογές; Τολμά να ισχυριστεί ότι αρνήθηκα προσωπικά να εκδώσω Δελτίο Τύπου σε «εισβολή» αντιεξουσιαστών στον 7ο όροφο του Εφετείου, οι οποίοι έριξαν τρικάκια και αποχώρησαν, χωρίς να ασκηθούν σε βάρος τους ποινικές διώξεις, όταν όλοι οι συνάδελφοι γνωρίζουν τα δεκάδες Δελτία Τύπου που εκδόθηκαν αυτά τα χρόνια προς υποστήριξης συναδέλφων που δέχθηκαν ανοίκειες και συκοφαντικές επιθέσεις από πολιτικούς, οργανωμένες ομάδες, ΜΜΕ και δημοσιογράφους (μόνο αυτό το έτος εκδόθηκαν 7).

Αυτό που έκανα ήταν αν μη συναινέσω στην έκδοση ανακοινώσεων που θα γίνονταν αντικείμενο κομματικής εκματάλλευσης και θα εξέθεταν την Ένωση ως προς την αντικειμενικότητά της. Σε μία εποχή που το θέμα της «ασφάλειας» είχε γίνει κύριο πολιτικό διακύβευμα, ο κ. Λυμπερόπουλος επέμενε στην έκδοση Δελτίων Τύπου, ακόμα και όταν δημιουργούνταν κάποιο μικροεπεισόδιο στην οδό Λουκάρεως, έξω από το Εφετείο Αθηνών. Σήμερα βέβαια κανένα ζήτημα ασφάλειας δεν βλέπει να τίθεται και γι’ αυτό δεν ζητάει την έκδοση Δελτίων Τύπου».

Στον κ. Σεβαστίδη είχε απαντήσει και ο κ. Σαλάτας μ ε άρθρο στο οποίο μιλούσε για ένα άκρως ευεργετικό για τους δικαστές μέτρο, ενώ ανέφερε ότι ο πρόεδρος της ΕΔΕ γνώριζε για την τροπολογία και ήταν σύμφωνος. Από την ανακοίνωση Σαλάτα προέκυπτε βέβαια ότι ο ίδιος προσωπικά είχε κάνει πολλές επαφές με αρμοδίους προκειμένου να περάσει το συγκεκριμένο μέτρο. Γι’ αυτό και ο κ. Σεβαστίδης τον κατήγγειλε ευθέως για «υπόγειες και κρυφές μεθοδεύσεις» ενώ ως προς την τροπολογία τόνισε ότι «ήταν ο διακαής πόθος μόνο των κ.κ Σαλάτα και Λυμπερόπουλου, οι οποίοι δεν ασχολήθηκαν ποτέ με το κύριο αίτημα της Ένωσης για αύξηση των οργανικών θέσεων σε όλους τους βαθμούς».

Οι ενστάσεις

Με την εν λόγω τροπολογία δεν διαφώνησε όμως μόνο ο πρόεδρος της ΕΔΕ, αλλά και πολλά άλλα μέλη του ΔΣ της ένωσης που τοποθετήθηκαν δημόσια, κάποια από τα οποία προέρχονται και από διαφορετικές συνδικαλιστικές παρατάξεις.

Λάβρες ανακοινώσεις εξέδωσαν ή συνυπέγραψαν η Μαργαρίτα Στενιώτη, ο Χαράλαμπος Σεβαστίδης, ο Παντελής Μποροδήμος, ο Κωνσταντίνος Βουλγαρίδης, ο Γρηγόρης Κομπολίτης, ο Χαράλαμπος Μαυρίδης, η Σταματίνα Γκαρά – Δημουλέα και η Αικατερίνη Ντόκα.

Κοινή συνισταμένη είναι πως πρόκειται για τροπολογία που όχι μόνο δεν απαντά στο πάγιο αίτημα των δικαστών για αύξησηση του αριθμού των εφετών (πρώτου και δεύτερου βαθμούς) που συνόδευε τους νέους ποινικούς κώδικες, αλλά δεν ήταν και σε γνώση της πλειονότητας των δικαστών. Υποστηρίζεται ότι συνιστά ουσιώδη μεταβολή στην παγιωμένη εδώ και δεκαετίες δομή διάρθρωσης του δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας, ενώ παρατείνει με έμμεσο και τεχνητό τρόπο τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Στην αλυσίδα των αντιδράσεων προστέθηκε και αυτή της Ένωσης Εισαγγελέων, η οποία κατήγγειλε ότι εγείρονται θέματα ισότηας μεταξύ των δικαστών και εισαγγελικών λειτουργών ως προς την υπηρεσιακής του εξέλιξη, ενώ επισήμανε ότι διαταράσσεται η συνταγματικά κατοχυρωμένη υπηρεσιακή ευρυθμία και ισορροπία στη Δικαιοσύνη.

Υπενθυμίζεται ότι η σημερινή κυβέρνηση ως αξιωματική αντιπολίτευση είχε ανέβει στα κάγκελα αντιδρώντας στην πρόταση της προηγούμενης κυβέρνησης για αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης δικαστικών.

Η τροπολογία, η ολομέλεια και η Τουλουπάκη

Σκοπός της κυβέρνησης, σύμφωνα με εκτιμήσεις, είναι και η αφαίρεση –με τη βοήθεια των ευεργετηθέντων από την τροπολογία της δικαστών– της μεγάλης δικογραφίας του σκανδάλου της Novartis από την εισαγγελέα κατά της διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη.

Τη δύσκολη απόφαση, καθώς δεν έχει έρεισμα στις ισχύουσες διατάξεις, καλείται μετά το αίτημα του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασίλη Πλιώτα να λάβει η ολομέλεια του εφετείου που έχει οριστεί να συγκληθεί επ’ αυτού την ερχόμενη Πέμπτη, 12 Δεκεμβρίου.

Το μέγα ζητούμενο δεν είναι τόσο η αφαίρεση των σκελών της δικογραφίας που μετά την άσκηση ποινικών διώξεων (π.χ. περιπτώσεις Φρουζή και Μανιαδάκη) έχει διαβιβαστεί για τα περαιτέρω σε ανακριτές κατά της διαφθοράς. Αυτό το σκέλος της παραγγελίας Πλιώτα εκτιμάται ότι είναι πιο εύκολο να γίνει δεκτό με το σκεπτικό ότι πράγματι υπάρχει καθυστέρηση στη διερεύνηση και ότι θα περάσει στα χέρια εμπειρότερων ανώτερων δικαστών, δηλαδή εφετών. Σε ό,τι αφορά όμως την αφαίρεση της δικογραφίας που είναι ακόμη σε προκαταρκτικό στάδιο και βρίσκεται στην Εισαγγελία κατά της Διαφθοράς, που εποπτεύεται από αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα. Η αφαίρεση αυτή είναι πιθανό να δημιουργήσει ακυρότητα των δικονομικών ενεργειών που θα ακολουθήσουν. Σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους και τις ειδικές/ μεταβατικές διατάξεις, στις περιπτώσεις των εγκλημάτων που υπάγονται στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα διαφθοράς η διαδικασία που ακολουθείται στην προδικασία είναι όλως εξαιρετική και είναι αυτή του ν. 4022/2011, σύμφωνα με τον οποίο η προκαταρκτική διεξάγεται από τον εισαγγελέα διαφθοράς και η ποινική δίωξη ασκείται έπειτα από παραγγελία του. Εν προκειμένω μάλιστα δεν υφίσταται καν το επιχείρημα ότι η υπόθεση θα φύγει από πρωτοδίκη για να πάει σε εμπειρότερο εφέτη, καθώς η εισαγγελέας κατά της διαφθοράς Ελ. Τουλουπάκη –έχει ακόμη ανοικτή τη δικογραφία ως προς τους Αδωνη Γεωργιάδη και Δημήτρη Αβραμόπουλο– έχει βαθμό εφέτη. Υπενθυμίζεται ότι κάτι τέτοιο είχε επιχειρηθεί να γίνει και στην υπόθεση της Λαϊκής Τράπεζας (Βγενόπουλος), αλλά τελικά εμποδίστηκε ύστερα από γνωμοδότηση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νίκου Παντελή.

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter