Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο του Μητσοτάκη

Κανονικότητα. Το καταλάβατε; Κα-νο-νι-κό-τη-τα. Δεν θα λέτε πολλά, δεν θα διαμαρτύρεστε, θα υπακούτε, θα ντύνεστε ευπρεπώς με γραβάτα, όπως λέει και ο πρωθυπουργός, και όταν πρόκειται για κυρίες καλό είναι να κυκλοφορούν με ρούχα του οίκου της κυρίας του κυρίου, με τον λογότυπο σε εμφανές σημείο μην έχουμε τίποτε ατυχήματα.

Θα καταναλώνετε φωτογραφίες της κυρίας ξυπόλυτης, της κυρίας στον ΟΗΕ, της κυρίας με σκούπα, της κυρίας χωρίς καμιά αναστολή, την ώρα που οι φωτογραφίες των κακοποιημένων Ινδαρέδων θα αποδίδονται σε ατυχήματα τύπου ζαρντινιέρας. 

Η λέξη σύνταγμα θα προσδιορίζει πλέον τη γνωστή πλατεία και το μετρό, ενώ ανώτατη αρχή θα αποτελούν οι μετακλητοί Columbiάνοι και κολομπίνες του «επιτελικού κράτους». Μέσα σε πέντε μόλις μήνες έγινε εμφανές ότι η Δεξιά δεν ξεχνάει τι σημαίνει Δεξιά, αλλά κυρίως ότι έχει πρόχειρα όλα τα επιχειρήματα και τις μεθόδους για να ανέβει για μια βόλτα στο τρίκυκλο. Αυτήν τη φορά παρέα με τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. 

Και μια που αναφέραμε τον εκπρόσωπο του μητσοτακικού καλαχανισμού που στάθηκε αδιάβαστος και στο μνημόνιο αλλά κυρίως στο σύνταγμα, φυσικά και τον βαραίνουν πολλές ευθύνες. Ο Χρυσοχοΐδης πέρασε από τα αζήτητα της πολιτικής στην επιφάνεια της επικαιρότητας, συνδεδεμένος με τον ξυλοδαρμό πολιτών και την κακοποίηση της δημοκρατίας. Τα τελευταία χρόνια διετέλεσε πολιτικός γυρολόγος και μάλιστα ενδιαφερόταν να συστρατευτεί με τον ΣΥΡΙΖΑ. Μετά την άρνηση του Αλέξη Τσίπρα ο υπουργός της βίας και νοθείας της δημοκρατίας πέρασε τον Ρουβίκωνα (κυνηγώντας τον Ρουβίκωνα) και στάθηκε ως εξαπτέρυγο του Μητσοτάκη προσφέροντας κλομπ και πλαστικές σφαίρες. Παρ’ όλα αυτά, η μεγαλύτερη προσωπική ευθύνη που έχει είναι η ευθύνη του απελπισμένου μπροστά στον καθρέφτη του πολιτικού ναρκισσισμού. 

Η ευθύνη ανήκει εξ ολοκλήρου στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Πάνω από τρία χρόνια χρησιμοποίησε την ψευδή εικόνα μιας κοινωνίας σε κίνδυνο, παραδομένης στην εγκληματικότητα για να μπορέσει να καθιερώσει τη σκληρή δεξιά πολιτική, η οποία την ώρα που εφαρμόζεται λειτουργεί ταυτόχρονα και ως απόδειξη ότι υπάρχει κίνδυνος. Oταν κάνει επιχείρηση ένα ειδικό τμήμα της αστυνομίας, το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι είναι ότι συμβαίνει κάτι σοβαρό. 

Γέμισε η Αθήνα με μαυροντυμένους τύπους βγαλμένους από σειρές του Netflix, που πρώτα δέρνουν και μετά ρωτάνε. Σε λίγο πρώτα θα πυροβολούν και μετά θα εξηγούν στην τηλεόραση πόσο επικίνδυνο ήταν το θύμα. Φυσικά η σύγχρονη αστυνομία του Κυριάκου και του Μιχάλη θα χρειαστεί εξοπλισμό, όπλα, ειδικά μέσα και μοιραία θα πέσει και πολύ χρήμα. Θα ικανοποιηθεί και το δόγμα της αστυνομοκρατίας και το εξίσου παλιό της κονόμας κάποιων φιλότιμων περί την ασφάλεια κύκλων. 

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η αστυνομία αποτελεί κατασταλτικό μηχανισμό που είναι πολύ πιο ευεπίφορος στη βία απ’ ό,τι στη δημοκρατία. Πώς θα κινηθεί και ποια φύση της θα εκφράσει περισσότερο εξαρτάται από το πολιτικό περιβάλλον και τις άδειες που της δίνονται. Oταν ο αστυνομικός γνωρίζει ότι αυτός είναι το κράτος, ότι αυτός δικάζει και καταδικάζει χωρίς τιμωρία, τότε και τον Ινδαρέ θα ρίξει από την ταράτσα και τη μάνικα θα ανοίξει για να κακοποιήσει μια ανάπηρη γυναίκα ώστε να επιβάλει την τάξη όπως την αντιλαμβάνεται ο προβληματικός του εγκέφαλος και όχι όπως την περιγράφουν οι νόμοι. 

Το κράτος που διαμορφώνεται στις παρυφές του θρόνου του Κυριάκου Μητσοτάκη χρειάζεται την αστυνομία γιατί πρέπει να επιβάλει όσα έχει αποφασίσει. Μπορεί να επικαλείται τον φοβισμένο (από τον ίδιο) πολίτη του οποίου την ασφάλεια θα εγγυηθεί, αλλά το κράτος-δράκος με τη βία προστατεύει τον εαυτό του. Σε πολύ λίγο οι προεκλογικές πολιτικές εξαγγελίες του Μητσοτάκη θα είναι αισθητές ως λόγια της απάτης. Η άνθηση της οικονομίας θα έχει περιοριστεί σε συμβόλαια των νέων εργολάβων της διαπλοκής. Οι συνταγματικές προβλέψεις, από το δικαίωμα στη διαμαρτυρία ως την ελεύθερη έκφραση, θα μετατραπούν σε στοιχεία εγκληματικότητας και ενοχοποίησης όσων τα ασπάζονται. Δημιουργείται ένα κράτος-εφιάλτης. 

Δείτε για παράδειγμα τι συμβαίνει στην προανακριτική της Βουλής που στήθηκε εναντίον του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου. Η μεθόδευση δεν έχει καμιά νομική βάση, αντιθέτως οι κατήγοροι μετατρέπονται σε κατηγορούμενους. Και τι κάνουν μπροστά στο αδιέξοδο; Καταλύουν ακόμη περισσότερο τη δημοκρατία εφευρίσκοντας ευθύνες του Παπαγγελόπουλου για την υπόθεση του «Noor 1». Όταν κινδυνεύει ο άνθρωπός τους, ο χορηγός τους, όταν η Δικαιοσύνη έχει ήδη εκφραστεί αθωώνοντας την Τουλουπάκη για τους χειρισμούς στη Novartis και την εισαγγελέα Ειρήνη Τζίβα που άσκησε δίωξη κατά Μαρινάκη, τότε στήνουν παράπλευρα δικαστήρια και επιτροπές για να δικάσουν οι ίδιοι οι ελεγχόμενοι. 

Η θεωρία της σκευωρίας έχει δύο στόχους. Πρώτον, να απαλλάξει τους ίδιους δημιουργώντας κατασκευασμένη αθωότητα διά της «σκευωρίας» ακόμη και όταν η Δικαιοσύνη έχει αντίθετη άποψη και, δεύτερον, να κατηγορήσει και να ενοχοποιήσει όσους στάθηκαν απέναντι. Δηλαδή πολιτικούς αντιπάλους, δημοσιογράφους, δικηγόρους και φυσικά δικαστές και εισαγγελείς. 

Η αστυνομοκρατία δεν είναι μια εκτροπή που δηλώνει το δεξιό συντηρητικό κράτος. Είναι μέθοδος για να κατασκευαστούν πειθήνιοι, φοβισμένοι πολίτες που θα είναι ανίκανοι να αντιδράσουν σε όσα στήνονται απέναντι στη δημοκρατία. 

Ο Χρυσοχοΐδης ως όργανο της μεθόδευσης θα μπουκάρει σε σπίτια, θα ανατινάζει δήθεν επικίνδυνες βαλίτσες με σώβρακα στο Κολωνάκι, θα υπόσχεται ασφάλεια και θα κατασκευάζει χειριστικούς φόβους για να δημιουργηθεί το κράτος που θέλουν. Το δικό τους κράτος, στεγανοποιημένο από ενοχλητικές δημοκρατικές ελευθερίες. Από αυτό τον δικό τους παράδεισο βγαίνει το ξύλο, το οποίο πίπτει συστηματικά για να μην πίπτει κανένας λόγος αμφισβήτησης.