Τραμπ: Ο πρόεδρος των ντιλ ο άρχοντας της κωλοτούμπας – Όπισθεν για τους δασμούς υπό την πίεση της αγοράς

Τραμπ: Ο πρόεδρος των ντιλ ο άρχοντας της κωλοτούμπας – Όπισθεν για τους δασμούς υπό την πίεση της αγοράς

Ως «παράθυρο αποκλιμάκωσης» με στόχο την αναθέρμανση των διαπραγματεύσεων και τη σταθεροποίηση των αγορών ερμηνεύτηκε η ανακοίνωση της 90ήμερης μείωσης δασμών μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας, ύστερα από μαραθώνιες εμπορικές διαπραγματεύσεις στη Γενεύη. Ωστόσο, η εξέλιξη αυτή μοιάζει περισσότερο με τακτική υποχώρηση της Ουάσινγκτον παρά με εμπορική επιτυχία του Ντόναλντ Τραμπ. Στην πραγματικότητα, ο μεγιστάνας πανηγύρισε για τη λύση ενός προβλήματος που ο ίδιος δημιούργησε στις 2 Απριλίου, όταν αποφάσισε να επιβάλει μονομερώς δασμούς σε δεκάδες εμπορικούς εταίρους του. Στις 9 Απριλίου είχε ήδη άρει τους δασμούς που αποκαλεί «αμοιβαίους», παρόλο που δεν είναι, τους οποίους είχε επιβάλει σε δεκάδες εμπορικούς εταίρους αφήνοντάς τους με τον «βασικό» δασμό 10%. Στις χώρες αυτές δόθηκε επίσης προθεσμία 90 ημερών για να καταλήξουν σε νέες εμπορικές συμφωνίες.

Ο Τραμπ, στο παρελθόν ένθερμος επικριτής της Ιαπωνίας –η οικονομία και η διεθνής επιρροή της γνώρισαν τεράστια άνθηση τη δεκαετία του 1980–, έχει στρέψει τα τελευταία χρόνια τα βέλη του στην Κίνα ως πρόβλημα για τις ΗΠΑ. Με βάση τη συμφωνία Ουάσινγκτον – Πεκίνου, οι δασμοί ύψους 145% που είχαν επιβληθεί από τις ΗΠΑ στην πλειονότητα των κινεζικών προϊόντων μειώνονται στο 30%, μεταξύ αυτών και εκείνοι που αφορούν ουσίες όπως η φαιντανύλη, με εφαρμογή έως τις 14 Μαΐου. Από την πλευρά της η Κίνα θα μειώσει τους δικούς της δασμούς από 125% σε 10%.

Ασυνάρτητες κινήσεις

Η ανατροπή των αποφάσεων και η απρόβλεπτη φύση του Τραμπ εντείνουν τις αντιφάσεις και την ασυναρτησία σχετικά με το ποια ακριβώς είναι τα σχέδιά του, υποτιμώντας παράλληλα την «επιχειρηματική του οξυδέρκεια», για την οποία τόσο συχνά καυχιέται. Το πρόβλημα είναι το εξής: εάν οι δασμοί είναι πολύ υψηλοί, βλάπτουν την οικονομία και προκαλούν χάος στην αγορά. Εάν όμως είναι πολύ ήπιοι, δεν θα έχουν σημαντικό αντίκτυπο ώστε να προκαλέσουν μεγάλη αναδιάρθρωση της παγκόσμιας εμπορικής τάξης (περισσότερη μεταποίηση στις ΗΠΑ και τέλος στην εξάρτηση από την Κίνα) που επιθυμεί ο ένοικος του Λευκού Οίκου.

Η απόφαση να χαλαρώσει τις απειλές του ελήφθη υπό το πρίσμα της πίεσης της αγοράς, των επιπτώσεων των επιθετικών πολιτικών του στο δημόσιο χρέος και το δολάριο, καθώς και των επικρίσεων εντός του ίδιου του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, αλλά και από επιχειρηματικούς ηγέτες και επενδυτές. Είχε προηγηθεί και η κόντρα του Τραμπ με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Amazon Τζεφ Μπέζος, με τον Λευκό Οίκο να κατηγορεί την εταιρεία για «εχθρική ενέργεια» καθώς, σύμφωνα με δημοσίευμα, ο αμερικανικός κολοσσός εμπορίου φέρεται να σκόπευε να εμφανίζει στον ιστότοπό του την επιβάρυνση από τους αμερικανικούς δασμούς στις τιμές προϊόντων που προσφέρει στην πλατφόρμα του, κάτι που η Amazon διέψευσε.

Ο Τραμπ και οι σύμμαχοί του υποστήριξαν ότι η συμφωνία με το Πεκίνο ήταν καρπός μιας προσχεδιασμένης στρατηγικής, την οποία εντάσσει στην «τέχνη της διαπραγμάτευσης», μια έκφραση παρόμοια με εκείνη που χρησιμοποίησε ως τίτλο για τα πρώτα του απομνημονεύματα «The art of the deal» (η τέχνη της συμφωνίας). Ωστόσο, με δεδομένο του πώς εξελίσσονται τα πράγματα στο οικονομικό μέτωπο κατά τη δεύτερη προεδρία του επιχειρηματία, διεθνείς αναλυτές περιγράφουν την «τέχνη της διαπραγμάτευσης» περισσότερο ως τέχνη της οπισθοδρόμησης.

Το κακό προηγούμενο

Πράγματι, αν ανατρέξει κανείς στις αρχές της δεκαετίας του 1930, θα διαπιστώσει ότι σε κάθε πόλη των ΗΠΑ τα καθημερινά είδη όπως ο καφές μετατράπηκαν ξαφνικά σε… πολυτέλεια. Αυτό δεν οφειλόταν στην έλλειψη καφέ, αλλά στην εμπορική πολιτική που είχε εκτοξεύσει την τιμή της εισαγωγής κόκκων καφέ από την Κολομβία. Ο νόμος Σμουτ-Χόλεϊ –υποστηρίχτηκε από τον γερουσιαστή Ριντ Σμουτ και τον βουλευτή Γουίλις Χόλεϊ–, που αύξησε τους δασμούς σε επίπεδα-ρεκόρ για πάνω από 20.000 εισαγόμενα είδη στις ΗΠΑ, έχει χαρακτηριστεί ως μια από τις πιο επιβλαβείς αποφάσεις στη σύγχρονη οικονομική ιστορία. Αντί να βοηθήσει την οικονομία, το εν λόγω μέτρο συνέβαλε στην κατάρρευση του διεθνούς εμπορίου, καθώς χώρες όπως ο Καναδάς, η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο επέβαλαν σκληρούς δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα ως αντίποινα. Αυτό πυροδότησε μια αλυσιδωτή αντίδραση: η διεθνής συνεργασία αποδυναμώθηκε, οι εξαγωγές των ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 61% μεταξύ 1929 και 1933 και το παγκόσμιο εμπόριο συρρικνώθηκε κατά πάνω από 60%. Η κατάσταση αυτή επιδείνωσε περαιτέρω τη Μεγάλη Υφεση και τις γεωπολιτικές εντάσεις καθ’ όλη τη δεκαετία.

Ξανά στην απέξω η ΕΕ

Καθώς η Ουάσινγκτον συνάπτει συμφωνίες με φίλους (Ηνωμένο Βασίλειο) και εχθρούς (Κίνα), η Ευρωπαϊκή Ένωση μπαίνει για ακόμη μία φορά στο περιθώριο, γεγονός που υπογραμμίζει τη βαθιά ρήξη μεταξύ των άλλοτε στενών συμμάχων. Παρά τις προσπάθειες διαπραγμάτευσης στο διατλαντικό μέτωπο για την άρση των δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα, η Κομισιόν δεν έχει επιτύχει μέχρι στιγμής κάποια σημαντική πρόοδο. Ο Τραμπ επέβαλε βασικό δασμό 10% στις αρχές Απριλίου, μαζί με δασμούς 25% σε αυτοκίνητα και μέταλλα. Εάν οι δύο πλευρές δεν καταφέρουν να καταλήξουν σε συμφωνία μέχρι τις αρχές Ιουλίου, θα τεθεί σε ισχύ υψηλότερος δασμός 20%, καθώς ο Τραμπ επιδιώκει να εξισορροπήσει το διατλαντικό εμπορικό έλλειμμα, για το οποίο κατηγορεί αποκλειστικά την ΕΕ, χαρακτηρίζοντάς τη μάλιστα «χειρότερη από την Κίνα».

Διαβάστε επίσης

Γάζα: Κλιμακώνονται οι διεθνείς αντιδράσεις – Συνεχίζεται ο αποκλεισμός από το Ισραήλ

Δυτική Όχθη: Ισραηλινοί στρατιώτες πυροβόλησαν εναντίον ξένων διπλωματών στη Τζενίν

Reuters: «Η Ουκρανία ζητά από την ΕΕ νέες κυρώσεις στη Ρωσία» – Πώς Κίνα και Ινδία μπαίνουν στην ατζέντα

 

Ετικέτες

Documento Newsletter