Αναφερόμενος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ και μίλησε μεταξύ άλλων, στην καθιερωμένη ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τόνισε μεταξύ άλλων ότι «είμαστε εδώ για αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας και κυρίως, να δείχνουμε τι κάνουμε για να δώσουμε λύσεις» και στη συνέχεια πρόσθεσε ότι «ας είμαστε ειλικρινείς, αποτύχαμε», διαβεβαιώνοντας εν συνεχεία ότι «έχει έρθει η ώρα να σπάσει το απόστημα» και εκφράζοντας την αγανάκτηση του είπε ότι: «Οι διάλογοι που έρχονται στο φως της δημοσιότητας προκαλούν αγανάκτηση και οργή».
Γιατί τα όσα λέει ο κ. Μητσοτάκης θυμίζουν μια λοξόδρομη πολιτική υποκρισία; Γιατί το κόμμα του με τη δική του ανοχή, ήταν «anguis in herba», δηλαδή όφις υπό χλόη που περίμενε το φαγοπότι από τα χρήματα της ΕΕ. Πέρασαν 6 χρόνια και το τρελό φαγοπότι, αλλά ο κ. Μητσοτάκη και η κυβέρνηση των αρίστων και του επιτελικού κράτους του, δεν γνώριζαν ότι ο κομματικός μηχανισμός της ΝΔ (και όχι μόνο γιατί αν ανοίξουν λογαριασμοί θα δούμε πολλά, ίσως και υπουργούς) λεηλατούσε τα χρήματος της ΕΕ.
Ο κ. Μητσοτάκης ήξερε ότι από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους τα σκάνδαλα αποτελούσαν μια ακυβέρνητη σβούρα που δεν τελείωναν ποτέ. Αυτό το ήξερα καλά και έτσι διεκδίκησε την εξουσία ως αρχάγγελος της διαφάνειας πριν 6 χρόνια; Ωστόσο ο ίδιο ήταν επίσης βαθιά πεπεισμένος ότι τα σκάνδαλα αποτελούσαν πάντα μια «promissio» υπόσχεση για το μέλλον της κυβέρνησης του και πως έτσι θα μπορούσαν να προχωρήσουν οι ψηφοθηριακές διαδικασίες και οι σκοπιμότητες μιας κυβέρνησης, ανεξάρτητα αν εκείνες οργανώνουν τη συνθλιπτική ανεπάρκεια της δημοκρατία μας. Αλλά πάνω από όλα η επένδυση της μιζοκομματικής πολιτικής.
Γνώριζε πολύ καλά ο κ. Μητσοτάκης, ότι ο μολυσματικός αέρας της δημοκρατίας μας προέρχεται από τα σκάνδαλα τα οποία αποτελούν δωρεά του παρασιτισμού μας. Ήξερε γιατί δεν είναι νέος πολιτικός ότι τα σκάνδαλα γίνονται συμμαρτυρίες της πολιτική μας ιστορίας και αποτελούν την αδαπάνητη σχέση μας, με τον φαρισαϊσμό και τον συμφεροντολογισμό. Αλλά όλα αυτά τα θεωρούσατε αυτονόητα γιατί με το σκάνδαλο μπορεί κάποιος εύκολα να αλλάξει την εκλογική γεωγραφία και να βγει νικητής στις εκλογές. Γνώριζε ότι η πολιτική ορθοτομείται, δυναμώνεται, οργανώνεται, αλλά και προσλαμβάνει νόημα μέσα από τις πελατειακές σχέσεις. Επίσης ότι ο κομματικός κόσμος έχει εθιστεί στο πολιτικό σκάνδαλο και στην πυρετική του εγερσιμότητα.
Ως πρωθυπουργός ήξερε επίσης ότι στα 6 χρόνια οι κυβερνήσεις του, με την ανοχή του, έκτιζαν τον γρήγορο πλουτισμό των κομματικών στελεχών και δωροδοκούσαν τους ψηφοφόρους με την κομματική ματσαράγκα οργανώνοντας παράλληλα και την αυτό-αλλοιωτική φυσιογνωμία του λαού. Έτσι οι κομματικοί παραμονάριοι εκτελούσαν διπλό έργο παρασιτική εξαγορά πολιτών και θεσμοθέτηση της κοινωνικό πολιτικής επαιτείας. Τα σκάνδαλα πάντα ήταν η πολιτικό-κοινωνική μας παθολογία και μέσα από αυτά οδηγηθήκαμε στα μνημόνια. Το γνώριζε καλά ο κ. Μητσοτάκης. Είναι το στάδιο όπου η πολιτική γίνεται πολιτικαντισμός. Είναι η εξίσωση, ο ισχυρός συνδετικό κρίκος, μεταξύ: Εξουσίας = Χρήματος = Πελατειακού Κράτους, όπου διαπερνά όλη τη δομή του κράτους. Χρόνια το αναδεικνύει η ιστορία, αλλά αυτή την ηδονή της επανάληψης των πολιτικών σκανδάλων η κυβέρνηση της ΝΔ τη συνέχιζε και μάλιστα επιδόθηκε τα τελευταία χρόνια σε υπερορίες. Ένα κομματικό και οικογενειακό περιβάλλον ως μαύρες νυχτερινές πεταλούδες που έλκονται από το φως, εδώ τους τραβούσε το σκάνδαλο και το εύκολο χρήμα. Έτσι και αλλιώς η πρωθυπουργική αβουλία είχε αντικατασταθεί από την κομματική υστεροβουλία. Τυχαίο όλο αυτό; Καθόλου. Ο πρωθυπουργός το θέσπιζε ως νόμιμο με την αδιαφορία του.
Την ίδια στιγμή τα συστημικά Μέσα Μαζικής Αβελτηρίας (ΜΜΕ) μαζί με υπουργούς της κυβέρνησης θέλουν να μας πείσουν ότι τα σκάνδαλα είναι διαχρονικά και η συνέχεια τους υπήρξε ως μια άτυχη στιγμή. Σε λίγο θα μας πουν εκείνο που είχε ισχυριστεί κάποτε ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι «όσοι ενοχλούνται από τα σκάνδαλα είναι μπανάλ».
Ο πρωθυπουργός εξέφρασε και πάλι την ευόδωση του, ώστε για να μη ξανασυμβούν σκάνδαλα, (ευχολόγια από τον άμβωνα της εξουσίας), τα ίδια έλεγε και με την τραγωδία των Τεμπών, όμως δεν έχει καταλάβει ότι στη διαχείριση της εξουσίας του, καραδοκεί η κεφαλή της Μέδουσας και αυτή η κεφαλή της Μέδουσας είναι η κυβέρνηση του.
Ο Απόστολος Αποστόλου είναι καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας