Χαράς ευαγγέλια στην κυβέρνηση για μια επένδυση που… βουλιάζει

Βουνό για την Eldorado η μεταλλουργία, οι περιβαλλοντικές άδειες και η χρηματοδότηση μπροστά στις τρεις αδειούλες που έχουν εγκριθεί

Χαράς ευαγγέλια για την εταιρεία Ελληνικός Χρυσός και το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας! Προ ολίγων ημερών το Συμβούλιο της Επικρατείας έκανε δεκτές τρεις αιτήσεις ακύρωσης που είχε υποβάλει η εταιρεία εναντίον του υπουργείου Περιβάλλοντος. Προσέφυγε στο ΣτΕ τον Νοέμβριο του 2017 ζητώντας νομική προστασία απέναντι στην άρνηση του τότε υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργου Σταθάκη να εκδώσει τις τρεις επίμαχες άδειες, τις οποίες η Ελληνικός Χρυσός είχε αιτηθεί το 2016 και το 2017.

«Τέλος στα δεινά της επένδυσης»

Η δικαστική απόφαση έτυχε θερμής υποδοχής από το υπουργείο, που ανακοίνωσε ότι «θα συμμορφωθεί πλήρως με τις αποφάσεις του ΣτΕ και θα εκδώσει τις σχετικές άδειες», γεγονός που έπραξε τελικά την περασμένη Τετάρτη, κατακεραυνώνοντας παράλληλα την προηγούμενη κυβέρνηση για «εμμονές», «ιδεοληψίες», καθώς και για «μια στάση αρνητική για την επένδυση, αλλά και τους εργαζόμενούς της στην επιχείρηση και την ευρύτερη περιοχή».

Αποθεωτικά ήταν τα σχόλια για τις επίμαχες αποφάσεις του ΣτΕ και από πληθώρα ΜΜΕ, τα οποία ανέφεραν ότι μπαίνει «τέλος στα δεινά της επένδυσης». Διθυραμβικά λόγια, που όμως φαίνονται κούφια, αφού με τις υπάρχουσες συνθήκες φαντάζει δύσκολο να ολοκληρωθεί το έργο, γεγονός που δημιουργεί ερωτήματα αναφορικά με τις βλέψεις της κυβέρνησης, που τονίζει συνεχώς ότι το έργο θα γίνει.

«Μας ενθαρρύνει η συνεργασία»

Οι δύο σχετικές αποφάσεις που έλαβε το ΣτΕ αφορούν παρατάσεις υφιστάμενων αδειών και η τρίτη αφορά τροποποίηση του εργοστασίου εμπλουτισμού. Η Ελληνικός Χρυσός ανακοίνωσε ότι έπειτα από αυτή την εξέλιξη θα πραγματοποιήσει κατασκευαστικές εργασίες που διακόπηκαν το 2017, «προκειμένου να προστατέψει τον μέχρι σήμερα εκτιθέμενο εξοπλισμό», καθώς και ότι η επένδυση γι’ αυτές τις εργασίες κοστολογείται 5 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία γνωστοποίησε επίσης τη στενή συνεργασία που έχει –όπως και η μητρική της εταιρεία Eldorado Gold– με την ελληνική κυβέρνηση, ώστε «να διαμορφωθούν όλες οι απαραίτητες προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν την πλήρη επανεκκίνηση της

κατασκευής στο έργο των Σκουριών». Αλλωστε και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Eldorado Gold Τζορτζ Μπερνς σχολίασε μεταξύ άλλων ότι «μας ενθαρρύνει ιδιαιτέρως η έως τώρα συνεργασία μας με την πολιτεία και προσβλέπουμε σε μια εξίσου εποικοδομητική συνεργασία με τα αρμόδια υπουργεία».

«Αυτές οι αδειούλες δεν επαρκούν»

Όπως υπογράμμισε όμως στο Documento η Μαρία Καδόγλου από το Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων, πρόκειται για «τρεις δευτερεύουσες άδειες. Κατά την άποψή μου αυτή η δικαστική εξέλιξη ήταν αναμενόμενη, επειδή πράγματι το συγκεκριμένο ζήτημα ο κ. Σταθάκης δεν το είχε χειριστεί τυπικά σωστά. Βάσει της διοικητικής διαδικασίας και του κώδικα μεταλλευτικών λατομικών εργασιών, θα έπρεπε είτε να έχει εγκρίνει αυτές τις άδειες είτε να τις έχει επιστρέψει αιτιολογημένα, κάτι που δεν έπραξε».

Μπορεί πλέον η κυβέρνηση και η εταιρεία να θεωρούν ότι μπορεί να «ξεμπλοκάρει» η επένδυση, εντούτοις η κ. Καδόγλου θεωρεί πως «οι άδειες δεν επαρκούν για να ξαναμπεί σε λειτουργία το έργο των Σκουριών. Η Eldorado είχε ανακοινώσει πριν από περίπου ενάμιση χρόνο στους μετόχους της ότι επιδιώκει να προβεί σε συνολική τροποποίηση του όλου σχεδιασμού στις Σκουριές, η οποία περιλαμβάνει παράταση της επιφανειακής εξόρυξης, που αποτελεί εντελώς νέα μέθοδο απώθησης των αποβλήτων. Γι’ αυτό το έργο όμως, όπως και για το σύνολο του υποέργου των Σκουριών, απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότηση, επειδή έχουν γίνει όλες αυτές οι αλλαγές. Αρα αυτές οι αδειούλες δεν επαρκούν. Τι θα τις κάνει βέβαια η εταιρεία δεν γνωρίζω. Θεωρώ ότι η Ελληνικός Χρυσός προσπαθεί να δημιουργήσει θετικό κλίμα γύρω από την επένδυση για να πουλήσει την εταιρεία».

Oμως, σύμφωνα με την κ. Καδόγλου, το κυριότερο ζήτημα που δεν θα επιτρέψει την υλοποίηση του έργου –με την υπάρχουσα σύμβαση– είναι ότι «η επένδυση χρειάζεται μεταλλουργία κι αυτό όλοι το ξεχνάνε». Η εταιρεία είχε παρουσιάσει σε μελέτη τη μέθοδο της ακαριαίας τήξης (flash smelting) ως τη νέα, ήπια περιβαλλοντικά μέθοδο για τη μεταλλουργική κατεργασία των ορυκτών πόρων, την οποία όμως «το υπουργείο επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχε επιστρέψει στην εταιρεία. Εκείνη προσέφυγε στο ΣτΕ, που εκδίκασε την υπόθεση τον περασμένο Μάιο και αναμένεται απόφαση. Αυτή η απόφαση δεν μπορεί να είναι θετική για την εταιρεία, γιατί το ζήτημα είναι καθαρά τεχνικό και σε τεχνικά ζητήματα το ΣτΕ δεν μπορεί να αμφισβητήσει την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας του υπουργείου, αφού οι δικαστές δεν διαθέτουν ειδικές τεχνικές γνώσεις για να την αντικρούσουν».

Αλλωστε, το ότι για να προχωρήσει η επένδυση είναι απαραίτητο να υπάρχει μεταλλουργία «εκπορεύεται από το γεγονός ότι αυτό απαιτεί η σύμβαση ώστε να υπάρχει δημόσιο όφελος. Η μεταλλουργία παράγει καθαρά μέταλλα που είναι υψηλής προστιθέμενης αξίας και η εξαγωγή τους επιφέρει έσοδα στο κράτος. Αν δεν υπάρχει μεταλλουργία, όπως συμβαίνει αυτήν τη στιγμή με τον χρυσό στην Ολυμπιάδα, που εξάγεται σαν συμπύκνωμα, δηλαδή υλικό χωρίς αξία το οποίο πάει σε μεταλλουργίες του εξωτερικού, τότε δεν φορολογείται στην Ελλάδα ο χρυσός». Τη μεταλλουργία όμως την απαιτούν «και όλες οι σχετικές αποφάσεις που έχει βγάλει το ΣτΕ γι’ αυτή την υπόθεση. Ακόμη, η απόφαση της διαιτησίας, που εκδόθηκε προ ολίγων μηνών και την οποία η εταιρεία χαρακτήρισε θετική για την ίδια, λέει σαφώς ότι η εταιρεία είναι υποχρεωμένη να κατασκευάζει μεταλλουργία χρυσού. Η μεταλλουργία είναι το δικαιοπρακτικό θεμέλιο της σύμβασης. Χωρίς μεταλλουργία δεν μπορεί να υπάρξει επένδυση».

«Θα ωθηθούν σε νέα σύμβαση»

Λίγο καιρό πριν από τις εθνικές εκλογές ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποσχόταν «άδειες στις Σκουριές μέσα στον πρώτο μήνα», ενώ και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης δήλωσε προσφάτως: «Θέλουμε να ζωντανεύσει η επένδυση αλλά η συμφωνία πρέπει να είναι ισορροπημένη και να έχει θετική επίδραση στα έσοδα του κράτους». Δεδομένου όμως ότι με την υπάρχουσα σύμβαση –όπως όλα δείχνουν– δεν μπορεί να υπάρξει δημόσιο όφελος, η κ. Καδόγλου θεωρεί ότι «προφανώς αυτή η κυβέρνηση θέλει να λύσει το ζήτημα. Θα αναγκαστούν να πάνε όμως σε νέα σύμβαση επειδή με την υπάρχουσα, η οποία απαιτεί μεταλλουργία, δεν μπορεί να προχωρήσει το έργο. Θα πρέπει να δούμε τι θα σημάνει μια νέα σύμβαση, αλλά το μόνο που μπορεί να γίνει πιστεύω είναι να αφαιρεθεί η μεταλλουργία».

Σε περίπτωση όμως που η κυβέρνηση συνάψει καινούργια σύμβαση με την εταιρεία, «μετά θα απαιτούνται νέο επενδυτικό σχέδιο, μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ), δημόσια διαβούλευση, άδειες έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ), τεχνικές μελέτες και εγκρίσεις τους. Θα πρέπει να γίνουν όλα από την αρχή. Οπότε αυτές οι τρεις άδειες που πήρε τώρα η εταιρεία δεν είναι τίποτε».

Δεν είναι όμως οι μοναδικοί σκόπελοι που θα κληθούν να ξεπεράσουν κυβέρνηση και εταιρεία, αφού το έργο «χρειάζεται πολλά λεφτά. Σύμφωνα με την ίδια την εταιρεία, για να ολοκληρωθεί το υποέργο των Σκουριών απαιτούνται 700 εκατ. ευρώ. Για να βρει αυτό το ποσό θα πρέπει είτε να δανειστεί είτε να κάνει τεράστια αύξηση μετοχικού κεφαλαίου είτε να εκδώσει ομόλογο είτε να εξαγοραστεί συνολικά ή να βρει κάποιον συνέταιρο. Αλλά ποια εταιρεία θα έρθει στην Ελλάδα για να βάλει λεφτά σε αυτό το έργο αν δεν είναι τα πάντα ξεκάθαρα αναφορικά με τις υποχρεώσεις της;».

«Η επένδυση είναι μια καταστροφή»

Οι πληγές σε Σκουριές, Ολυμπιάδα, Στρατώνι, Στρατονίκη και Μαύρες Πέτρες

Εκτός όμως από το εργοστάσιο μεταλλουργίας, «υπάρχουν κι άλλα έργα τα οποία εμπεριέχονταν στο αρχικό επενδυτικό σχέδιο κι έχουν εγκριθεί να γίνουν, αλλά η εταιρεία δεν δείχνει καμία διάθεση να τα υλοποιήσει, δεν έχει ζητήσει καν τις άδειες γι’ αυτά ούτε έχει προβλέψει το σχετικό κόστος. Ενα από αυτά είναι το καινούργιο εργοστάσιο εμπλουτισμού στον Μαντέμ Λάκκο, το οποίο στοιχίζει περίπου 350-400 εκατ. ευρώ, αλλά και το καινούργιο λιμάνι στο Στρατώνι, για το οποίο δεν έχουν καν ζητήσει άδειες, επειδή μεταφέρουν τα πάντα οδικώς στη Θεσσαλονίκη. Υπάρχει επίσης η καινούργια στοά Μαντέμ Λάκκου – Ολυμπιάδας, που σταμάτησε από το 201314. Ολα αυτά τα έργα κοστίζουν συνολικά πάνω από 1 δισ. ευρώ, ενώ είναι προφανές ότι αν δεν προχωρήσει η εκτέλεσή τους δεν θα υπάρχουν και οι αντίστοιχες θέσεις».

Σε περίπτωση που το έργο προχωρήσει χωρίς μεταλλουργία, «όπως φαντάζομαι ότι προσδοκούν, αναρωτιέμαι γιατί αυτό να συμβεί, αφού θα είναι κάκιστο όχι μόνο από πλευράς δημόσιου συμφέροντος, αλλά και επειδή αυτή η επένδυση συνολικά είναι μια καταστροφή. Πετσόκοψαν το δάσος στις Σκουριές χωρίς στην πραγματικότητα να έχει ξεκινήσει τίποτε εκεί πάνω. Στην Ολυμπιάδα, που λειτουργεί λιγότερο από δύο χρόνια, οι επιθεωρητές περιβάλλοντος εντόπισαν μόλυβδο 985% πάνω από το φυσιολογικό και θεσμοθετημένο όριο στο ρέμα της περιοχής. Στο Στρατώνι η εταιρεία ρίχνει μέσα στη θάλασσα υγρά απόβλητα μη επαρκώς επεξεργασμένα, με αποτέλεσμα να υπάρχει διαρκής ρύπανση. Η Στρατονίκη αυτήν τη στιγμή βουλιάζει, πάνω από τα δύο τρίτα των σπιτιών έχουν πολύ σοβαρές ζημιές λόγω του τρίτου υποέργου που γίνεται στις Μαύρες Πέτρες, δηλαδή της εξόρυξης κάτω από τη Στρατονίκη. Οι αρμόδιοι φορείς το γνωρίζουν αλλά κανείς δεν τολμάει να σταματήσει την εταιρεία».

«Υπάρχουν αντιστάσεις στο κίνημα»

Η κυβέρνηση, με προεξάρχοντα τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων Αδωνη Γεωργιάδη, έχει καταστήσει κομβικά έργα το Ελληνικό και τις Σκουριές ώστε να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάπτυξη. Οπως σημείωσε όμως η κ. Καδόγλου, «να θυμόμαστε όταν μιλάμε για ανάπτυξη ότι η εταιρεία φοροδιαφεύγει μέσω θυγατρικών εταιρειών στην Ολλανδία και στα Μπαρμπέιντος. Οι φόροι που πληρώνει στην Ελλάδα είναι μηδαμινοί».

Αναμένεται με ενδιαφέρον λοιπόν η στάση της κυβέρνησης, που έχει ταχθεί ξεκάθαρα υπέρ της εταιρείας –η τιμή της μετοχής της έχει ανέβει 125% τους τελευταίους τρεις μήνες και 231% από την αρχή του έτους–, αλλά και των κατοίκων που έχουν δώσει μεγάλο αγώνα: «Αντιστάσεις στο κίνημα υπάρχουν σίγουρα. Μπορεί να βρίσκεται σε ύφεση, αλλά πιστεύω ότι υπάρχουν οι δυνάμεις και θα επαναδραστηριοποιηθεί. Ισως όχι με αυτήν τη μορφή και ένταση που είχαν οι κινητοποιήσεις τα προηγούμενα χρόνια, παρ’ όλα αυτά ο κόσμος δεν είναι διατεθειμένος αυτά για τα οποία πάλεψε τόσα χρόνια, με τόσο πολιτικό κόστος, να τα αφήσει τώρα να γίνουν έτσι, επειδή απλώς υπάρχει μια κυβέρνηση που αυτό θέλει».