Υπό εξέταση η συνταγματικότητα της πρώτης καραντίνας στην Ισπανία

Υπό το μικροσκόπιο του ισπανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου θα τεθεί ο κατ’ οίκον εγκλεισμός που αποφασίστηκε στην πρώτη κατάσταση συναγερμού στην Ισπανία, μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου του 2020.

Το σχέδιο της απόφασης του δικαστή Πέδρο Τρεβιχάνο, που εισηγείται την ετυμηγορία της αντισυνταγματικότητας, θα τεθεί σε διαβούλευση στην ολομέλεια του δικαστηρίου στις 22 Ιουνίου.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα του ισπανικού Τύπου, ο Τρεβιχάνο θεωρεί ότι με την καραντίνα υπήρξε αναστολή του θεμελιώδους δικαιώματος της ελεύθερης μετακίνησης, και όχι απλός περιορισμός, για την οποία θα έπρεπε να έχει κηρυχθεί κατάσταση εξαίρεσης. Αν αυτή η θέση τελικά εγκριθεί από την ολομέλεια, όλα τα πρόστιμα και οι κυρώσεις κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας θα ακυρωθούν.

Το σχέδιο απόφασης, που προέκυψε μετά από έγκληση του ακροδεξιού Vox, αναφέρει ότι η πρόβλεψη για απαγόρευση κυκλοφορίας στο διάταγμα της 14ης Μαρτίου 2020 είναι αντισυνταγματική καθώς η συγκεκριμένη απαγόρευση προβλέπεται από την κατάσταση εξαίρεσης. Η κατάσταση εξαίρεσης πρέπει να εγκριθεί από την Κάτω Βουλή της Ισπανίας, κι όχι μόνο από την κυβέρνηση, όπως έγινε για την κατάσταση συναγερμού.

Αναφορικά με το κλείσιμο των καταστημάτων και των σχολείων, το σχέδιο απόφασης αναφέρει ότι δεν παραβιάζονται θεμελιώδη δικαιώματα κι ως εκ τούτου η κατάσταση συναγερμού ήταν επαρκής.

Τι προβλέπει το Σύνταγμα

Το ισπανικό Σύνταγμα προβλέπει τρεις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης: την κατάσταση συναγερμού, την κατάσταση εξαίρεσης και την κατάσταση πολιορκίας. Αυτές αναγράφονται στο άρθρο 116 του Συντάγματος και οι όροι τους γίνονται συγκεκριμένοι με τον οργανικό Νόμο 4/1981. Όμως, παρά το γεγονός ότι και οι τρεις καταστάσεις προβλέπονται από τον ίδιο νόμο, δίνουν στην κυβέρνηση πολύ διαφορετικές εξουσίες για την αντιμετώπιση έκτακτων συνθηκών που απειλούν τη σταθερότητα της χώρας.

Κατάσταση συναγερμού

Η πανδημία έκανε γνωστή την κατάσταση συναγερμού στους Ισπανούς, την μόνη κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία έχουν καταφύγει οι κυβερνήσεις την περίοδο της Δημοκρατίας, από τότε που καθιερώθηκε το Σύνταγμα του 1978. Από την αρχή της πανδημίας, η κυβέρνηση έχει καταφύγει δύο φορές στην κατάσταση συναγερμού: η πρώτη είναι από τις 14 Μαρτίου μέχρι τις 21 Ιουνίου του 2020 και η δεύτερη μεταξύ της 25ης Οκτωβρίου 2020 και της 9ης Μαΐου 2021.

Η πρώτη, που ανανεωνόταν κάθε δεκαπενθήμερο, προέβλεπε τις σκληρότερες απαγορεύσεις καθώς αφορούσε κατ’ οίκον περιορισμούς και ισχυρές απαγορεύσεις στην μετακίνηση των πολιτών. Η δεύτερη περίοδος, που κράτησε πάνω από έξι μήνες, περιείχε την ρητή απαγόρευση κυκλοφορίας, το κλείσιμο των αυτόνομων κοινοτήτων και τον περιορισμό επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, όπως εκείνων της εστίασης.

Σύμφωνα με το Ν.4/81, η κατάσταση συναγερμού δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση, σε συνθήκες μεγάλων καταστροφών, υγειονομικών κρίσεων ή μεγάλων κινητοποιήσεων για τα εργατικά δικαιώματα που διακόπτουν την ομαλή λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, να περιορίσει την κίνηση ή την στάση πολιτών και αυτοκινήτων σε ορισμένα σημεία για ορισμένο χρονικό διάστημα. Επίσης δίνει την δυνατότητα επίταξης και επιστράτευσης, καθώς και ορισμού των ποσοτήτων διανομής για βασικά αγαθά.

Κατάσταση εξαίρεσης: μια συνταγματική πυρηνική βόμβα

Για την κατάσταση εξαίρεσης, προβλέπεται ότι «όταν η ελεύθερη άσκηση των δικαιωμάτων των πολιτών, η κανονική λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών και των βασικών δημόσιων υπηρεσιών καθίστανται τόσο αλλοιωμένες ώστε η κυβέρνηση δεν είναι ικανή να τις διατηρήσει, τότε […] μπορεί να ζητήσει από την Κάτω Βουλή την έγκριση για κήρυξη της κατάστασης εξαίρεσης».

Θεωρητικά, με την κατάσταση εξαίρεσης, η κυβέρνηση μπορεί να φυλακίσει για 10 ημέρες όποιον, εύλογα, θεωρεί ότι θα προκαλέσει ταραχή της δημόσιας τάξης, αν και πάντα με δικαστικό έλεγχο, επικουρούμενο από δικηγόρο και διατηρώντας το habeas corpus. Επιτρέπει επίσης την αναστολή του απαραβίαστου του σπιτιού, τη διεξαγωγή ελέγχων χωρίς τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη και την υποκλοπή κάθε είδους επικοινωνίας απλώς αναφέροντάς την στον δικαστή.

Ο νόμος επιτρέπει την αναστολή όλων των τύπων δημοσιευμάτων, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών, ταινιών και θεατρικών προβολών και κατάσχεσης δημοσιεύσεων, αν και δεν επιτρέπει προηγούμενη λογοκρισία. Επιτρέπει επίσης τη διάλυση συναθροίσεων και διαδηλώσεων, εκτός από εκείνες που καλούνται από κόμματα, συνδικάτα και εργοδότες. Η κατάσταση εξαίρεσης καθιστά δυνατή την απαγόρευση απεργίας με την έγκριση της Κάτω Βουλής.

Σε αντίθεση με την κατάσταση συναγερμού, την οποία η κυβέρνηση μπορεί να διατάξει αυτόνομα και στη συνέχεια να ζητήσει διαδοχικές επεκτάσεις από το Κογκρέσο, η κατάσταση εξαίρεσης απαιτεί την προηγούμενη έγκριση της Κάτω Βουλής ούτως ώστε να εφαρμοστεί. Στο αίτημά της προς το Κογκρέσο, η κυβέρνηση πρέπει να διευκρινίσει ποια θεμελιώδη δικαιώματα προτίθεται να αναστείλει, να ορίσει ακριβώς σε ποια περιοχή και για πόση διάρκεια, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 30 ημέρες.

Πρέπει επίσης να προσδιορίσει το μέγιστο ποσό των προστίμων που μπορεί να επιβάλει η αρχή σε εκείνους που δεν συμμορφώνονται με τα μέτρα της κατάστασης εξαίρεσης. Ο χρονικός περιορισμός, η ανάγκη έγκρισης του Κογκρέσου και η ανάγκη επιβολής κυρώσεων την καθιστούν λιγότερο ευέλικτη να αντιμετωπίζει απρόβλεπτες καταστάσεις, όπως μια πανδημία ή μια φυσική καταστροφή.

Ετικέτες