Ύποπτη σιωπή για τη χημική απειλή

Ύποπτη σιωπή για τη χημική απειλή

«Μου λένε ότι δεν έχω πρόσβαση στα αποτελέσματα των εξετάσεων που έκανα! Και ότι πρέπει να παραμείνουν εμπιστευτικά» λέει ανήσυχος στη δημοσιογράφο της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde» ο Φαμπιάν, 33χρονος πυροσβέστης που συμμετείχε στις επιχειρήσεις κατάσβεσης της μεγάλης πυρκαγιάς που ξέσπασε πριν από δύο εβδομάδες στο εργοστάσιο λιπαντικών και ορυκτελαίων Lubrizol στη Ρουέν.

«Πώς περιμένετε να μην τρελαθώ εντελώς;» αναρωτιέται. Και θυμάται: «Μέσα σε δύο ώρες οι μπουκάλες οξυγόνου είχαν αδειάσει και ήμασταν υποχρεωμένοι να συνεχίσουμε την κατάσβεση φορώντας μόνο χάρτινες μάσκες».

Δεν είναι ο μόνος

Τη φρικτή υποψία ότι «οι αρχές θέλουν να κρύψουν την αλήθεια» ενστερνίζονται οι συνάδελφοι του Φαμπιάν, πολλοί κάτοικοι της Ρουέν και τοπικοί αξιωματούχοι.

Παρά τις διαβεβαιώσεις του Γάλλου πρωθυπουργού Εντουάρ Φιλίπ ότι «η δυσάρεστη μυρωδιά στην ατμόσφαιρα μπορεί να προκαλεί διάφορες επιπτώσεις, αλλά δεν είναι επιβλαβής για την υγεία», οι ναυτίες και οι εμετοί των κατοίκων από τα στρώματα αιθάλης που έχουν καλύψει την ατμόσφαιρα και τους εξωτερικούς χώρους της πόλης αλλά και το εμφανώς βρόμικο νερό της βρύσης προκαλούν ανησυχία.

«Για ποιους μας περνάτε;»

Η πληροφόρηση με το σταγονόμετρο έβγαλε χιλιάδες εξοργισμένους κατοίκους στους δρόμους με σύνθημα: «Βαρεθήκαμε να αναπνέουμε καπνούς». Κάποιοι εισέβαλαν στην αίθουσα όπου διεξαγόταν έκτακτο περιφερειακό συμβούλιο. «Είναι καταστροφική η επίσημη πληροφόρηση καθώς επιτρέπει στη φαντασία και στις αγωνίες να οργιάσουν» λέει η 54χρονη Φλοράνς.

Πυρά κατά ριπάς δέχτηκε ο επικεφαλής της περιφέρειας Πιερ Αντρέ Ντιράν. «Στεκόμαστε μπροστά στους κατοίκους, τη στιγμή που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν εισβάλει στη ζωή μας και δεν είμαστε ικανοί να απαντήσουμε στις ερωτήσεις τους. Η μόνη πληροφόρηση που είχα, κύριε περιφερειάρχη, ήταν να παρακολουθήσω στην τηλεόραση τη συνέντευξη Τύπου που θα δίνατε εσείς! Για ποιους μας περνάτε;» είπε οργισμένος ο πρόεδρος της μικρής κοινότητας της Μαρόμ.

Φάρος έντυπου και ψηφιακού πολιτισμού στην καρδιά της Νέας Υόρκης

Εν μέσω χώρων πρασίνου, πανοραμικής θέας στο Μανχάταν και πολυτελών διαμερισμάτων στις όχθες του Ιστ Ρίβερ στη συνοικία Κουίνς δεσπόζει το εντυπωσιακό κτίριο της νέας δημόσιας βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης, ονόματι Hunters Point.

Κατασκευασμένο από σκυρόδεμα, βαμμένο σε ανοιχτή απόχρωση του γκρι που το κάνει να «λάμπει» με το φως της ημέρας και στολισμένο με πέντε μεγάλα ακανόνιστης μορφής παράθυρα, το κτίριο σχεδιάστηκε για να το προσέχει κανείς από μακριά. Τον σκοπό του τον πέτυχε. Λόγω του μοντέρνου ντιζάιν δίνει την αίσθηση θεόρατου γλυπτού.

Πέραν των 50.000 διαθέσιμων τίτλων, ο επισκέπτης έχει πρόσβαση σε ένα ψηφιακό και ένα περιβαλλοντικό κέντρο, σε μια αίθουσα «απόλυτης ησυχίας», σε έναν χώρο για παιδιά και σε έναν ακόμη αφιερωμένο σε εφήβους –περιλαμβάνει ακόμη και βιντεοπαιχνίδια– ενώ στην καλοκαιρία η ταράτσα με τις σεζ λογκ προσδίδει μια νότα χαλαρότητας.

Το πρόγραμμα εκδηλώσεων περιλαμβάνει βραδιές κουίζ, λογοτεχνικές συζητήσεις, καθώς και σεμινάρια δημιουργικής γραφής και… πλεξίματος.

Παρά το τσιμπημένο κόστος της (κοντά στα 36,5 εκατομμύρια ευρώ) για το οποίο έχει δεχτεί κριτική, η Hunters Point θεωρείται αντιπροσωπευτικό δείγμα της ανάπτυξης των βιβλιοθηκών της Νέας Υόρκης, οι οποίες αγγίζουν τις 217 μόνο στην αμερικανική μεγαλούπολη, στην οποία οι βιβλιοθήκες δέχονται 37,7 εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο.

Την εποχή του απαίδευτου Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, η κυβέρνηση του οποίου πασχίζει να πετσοκόψει τη χρηματοδότηση της υπηρεσίας που είναι υπεύθυνη και τονώνει οικονομικά τα μουσεία και τις βιβλιοθήκες της χώρας, η διάθεση στο κοινό της συγκεκριμένης βιβλιοθήκης συνιστά πολιτική κίνηση.

«Οι βιβλιοθήκες είναι πιο σημαντικές την εποχή του Τραμπ, ο οποίος προσβάλλει την αξιοπρέπειά μας και επιδιώκει να ξηλώσει την έννοια του δημόσιου χώρου και της σταθερότητας όπως τα γνωρίζαμε» εξήγησε στον «Guardian» ο Τζίμι Βαν Μπράμερ, πρόεδρος της επιτροπής πολιτισμού και βιβλιοθηκών του συμβουλίου της Νέας Υόρκης.

Ατύχημα πριν από 300 χρόνια

Σε άρθρο του στη «Le Monde» ο Γάλλος ιστορικός Τομά Λερού εξηγεί ότι από το 1700, οπότε και συνέβη η πρώτη μεγάλης κλίμακας χημική μόλυνση στη Γαλλία (εξαιτίας πυρκαγιάς σε εργοστάσιο θειικού οξέος), «η νομοθεσία προστατεύει πρώτα απ’ όλα τη βιομηχανία». Στην ίδια περιοχή, μόλις 500 μέτρα (!) από το εργοστάσιο Lubrizol, έγινε εκείνο το πρώτο ατύχημα. «Καταραμένη περιοχή ή απλή σύμπτωση; Ούτε το ένα ούτε το άλλο» απαντά ο Λερού. «Εξετάζοντας το παρελθόν μπορούμε να κατανοήσουμε πώς αντιμετωπίζονται σήμερα οι βιομηχανικοί κίνδυνοι και οι μολύνσεις. Είναι η κληρονομιά μιας άνευ όρων εκβιομηχάνισης».

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter