Ζαν-Μισέλ Μπασκιά: Ο μαύρος προφήτης του Μπρούκλιν

Ζαν-Μισέλ Μπασκιά: Ο μαύρος προφήτης του Μπρούκλιν
O Ζαν-Μισέλ Μπασκιά (δεξιά) με τον Άντι Γουόρχολ

Για πρώτη φορά εκτίθενται στην Ελλάδα έργα του Αμερικανού ζωγράφου Ζαν-Μισέλ Μπασκιά, που ξεκίνησε ως γκραφιτάς για να κατακτήσει την τέχνη και τον κόσμο.

Ήταν σαν ανεμοστρόβιλος. Πέρασε, σάρωσε τα πάντα και χάθηκε. Το ηλεκτρικό αγόρι πέταξε ψηλά προς το φως με ένα θανατηφόρο σουτάρισμα πρέζας και κόκας σε ηλικία μόλις 27 ετών. Πάντα βιαστικός, συνέχεια ανυπόμονος, σε μόνιμη κρίση πανικού από παιδί, μεγάλωνε αεικίνητος, απροσάρμοστος, οργισμένος, ασυγκράτητος, φλεγόμενος. Λες και είχε κάψει τα ακροδάχτυλα για να μην αφήνουν αποτυπώματα, κρατούσε το σπρέι και μετά το πινέλο σαν κλέφτης. Και κατάπινε… Λέξεις, χρώματα, σύμβολα, εικόνες, δαίμονες, ήρωες, δεινόσαυρους, στέμματα, κρανία, σκάλες, μάσκες, φίδια, πολεμιστές, ένα μετέωρο, ετερόκλητο σύμπαν που ξεχυνόταν με μια πρωτόγονη δύναμη πάνω σε καμβάδες, χαρτιά, κουτιά, παλιές πόρτες, τραπεζομάντιλα. Οπου έβρισκε.

Αρκούσε μια σπιθαμή επιφάνειας για να στήσει το δικό του άγριο βασίλειο παρέα με τον Γαλιλαίο, τον Μοχάμεντ Αλι, τον Τελόνιους Μονκ, τον Τσάρλι Πάρκερ, με τα ρόδα και τα αγκάθια της μαύρης καταπιεσμένης Αμερικής, φτιαγμένης από ολύμπιους θεούς και παιδιά που δεν είχαν στο ήλιο μοίρα. Ο εμπύρετος γκραφιτάς, που έβγαζε το γαμώτο του κόσμου πάνω στους τοίχους του Μπρούκλιν και του Μπρονξ, είχε από νωρίς θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία του σκοπού και μάθαινε να συγκρατεί ολόγυρά του τους αρμούς με τους οποίους είναι φτιαγμένος ο κόσμος. Και όταν η αχαλίνωτη φαντασία του έπαψε να βρίσκει διέξοδο στους τοίχους, σταμάτησε να υπογράφει ως SAMO (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο που σημαίνει same old shit, δηλαδή τα ίδια παλιοπράγματα) και άλλαξε πίστα με ένα άλμα. Με την ταχύτητα αστραπής ενός παιδιού-φαινόμενο κατέκτησε την εικαστική σκηνή της Νέας Υόρκης, δηλαδή του κόσμου.

Για πρώτη φορά στην Ελλάδα ερχόμαστε σε επαφή με το έργο του Μπασκιά, του αντιφατικού νεαρού ζωγράφου απ’ το Μπρούκλιν που έμοιαζε σαν να βγαίνει απ’ τις εκλάμψεις του Ρεμπό. Με τα όρθια ράστα μαλλιά και τα λερωμένα νύχια απ’ τις μπογιές και τους ασβέστες, με εικόνες και λέξεις που του έκαιγαν το μυαλό και με τη βεβαιότητα ότι θα γίνει ο μαύρος προφήτης ενός νέου κόσμου που έρχεται με ορμή. Αυτή τη μετάβαση από τα γκράφιτι στα πρώιμα ζωγραφικά έργα μεταξύ 1981 και 1983 επέλεξε η γκαλερί The intermission της Αρτεμης Μπαλτογιάννη στον Πειραιά σε συνεργασία με την Galerie Enrico Navatta του Παρισιού για να μας συστήσει τον Μπασκιά. Μέσα από έργα ακόμη ανέγγιχτα, πριν προλάβουν να γίνουν μετοχές στο χρηματιστήριο της τέχνης. Τι ειρωνικά ταιριαστό το όνομα της γκαλερί που φιλοξενεί τα έργα του, αφού όλη η ζωή του Μπασκιά ήταν μια ρήξη με τη συνέχεια, μια εγκοπή στον χρόνο, ένα εκκωφαντικό διάλειμμα.

Jean-Michel BASQUIAT Untitled, 1981. Oilstick on paper 42,5 x 58 cm © Estate of Jean-Michel Basquiat. Licensed by Artestar, New York

Αλλεργία στην εξουσία

Ο Ζαν-Μισέλ Μπασκιά δεν μεγάλωσε όπως ο μέσος στερεοτυπικός μαύρος στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1980. Ηταν παιδί της μεσαίας τάξης με ευκαιρίες, με κάρτα μέλους σε μεγάλα μουσεία, με ακούσματα τζαζ, με ιδιωτικά σχολεία και με πρότυπα δημόσια εκπαιδευτήρια για προικισμένα παιδιά που δυσκολεύονται με τη συμβατική μάθηση. Ηταν όμως και ατίθασος, δυσανεκτικός στην ακαδημαϊκή αυθεντία και αλλεργικός στις εξουσιαστικές δομές κάθε είδους. Γούσταρε να το σκάει απ’ το σπίτι και να ζει για εβδομάδες στα πάρκα της Νέας Υόρκης σκιτσάροντας και δοκιμάζοντας ναρκωτικά. Δεν τέλειωσε ποτέ το σχολείο ούτε κάποια ακαδημία καλών τεχνών και έβγαζε τα προς το ζην πουλώντας δικές του καρτ ποστάλ και μπλουζάκια με στάμπες.

Με τον πατέρα του δεν τα πήγαινε ποτέ καλά, είχε μιλήσει ακόμα και για κακοποιητική συμπεριφορά εις βάρος του. Ωστόσο, ποτέ δεν ξέκοψε εντελώς και όταν φωτογραφήθηκε στο εξώφυλλο του «New York Times Magazine» κατέφτασε στο πατρικό του χαράματα με λιμουζίνα και με τον κολλητό του, τον Αντι Γουόρχολ, φωνάζοντας: «Είδες, πατέρα; Τα κατάφερα!». Στην πραγματικότητα είχε ήδη αντικαταστήσει τον πατέρα του με τον βασιλιά της ποπ αρτ, ο οποίος έγινε de facto προστάτης και μέντοράς του. Η σχέση του Γουόρχολ και του Μπασκιά ήταν περίπλοκη, ρωγμώδης και βαθιά. Ξεκίνησε θεαματικά με τον νεαρό καλλιτέχνη να επιστρέφει στον τόπο της πρώτης συνάντησής τους μέσα σε δύο ώρες κρατώντας υπό μάλης μια προσωπογραφία και των δυο τους με τις μπογιές να στάζουν ακόμα. Συνεχίστηκε με εντάσεις και παύσεις και τελείωσε το 1987, με τον θάνατο του Αντι Γουόρχολ. Μέχρι τον θάνατο και του ίδιου την επόμενη χρονιά, ο Μπασκιά θρηνούσε την απώλεια του ανθρώπου που θεωρούσε το πιο σημαντικό στήριγμά του.

Jean-Michel BASQUIAT Untitled, 1981. Oilstick on paper 28 x 21,5 cm © Estate of Jean-Michel Basquiat. Licensed by Artestar, New York.

Η επιρροή των συμβόλων

Καθοριστική στιγμή της καλλιτεχνικής εξέλιξης του Μπασκιά ήταν ένα ατύχημα που συνέβη όταν ήταν επτά ετών. Τον χτύπησε αυτοκίνητο και έμεινε για καιρό στο νοσοκομείο, όπου διάβασε το βιβλίο «Gray’s anatomy» που του έκανε δώρο η μητέρα του. Μελέτησε κάθε σπιθαμή του ανθρώπινου σώματος, όπως έκανε με όλα όσα του κινούσαν την περιέργεια από τότε που ήταν παιδάκι. Χρόνια μετά θα πέσει επάνω σε ακόμα δύο βιβλία που θα ασκήσουν καταλυτική επίδραση στο έργο του. Στη σπάνια έκδοση «Symbol sourcebook: An authoritative guide to international graphic symbols» (1972) του Χένρι Ντρέιφους.

Στη σελίδα 90 του βιβλίου μπορεί κανείς να βρει μαζεμένο ολόκληρο το εκφραστικό λεξιλόγιο του Μπασκιά με δεκάδες επαναλαμβανόμενα μοτίβα που δεν έπαψε να χρησιμοποιεί ως το τέλος. Αν τα σύμβολα του Ντρέιφους του έδωσαν τα ερμηνευτικά κλειδιά για να βρει νέους δρόμους και να ανοίξει περάσματα, η ιδεολογική βάση του έργου του οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στο βιβλίο του Ρόμπερτ Φάρις Τόμσον για την αφροαμερικανική τέχνη και φιλοσοφία με τίτλο «Flash of spirit, afro-American Art and philosophy, που εκδόθηκε το 1983. Πλέον είχε αποκρυσταλλώσει το μήνυμα που ήθελε να μεταδώσει στον κόσμο ενάντια στη φυλετική αδικία, στον ρατσισμό, στην αποικιοκρατία, στις ιστορικές προκαταλήψεις και τις καθιερωμένες αφηγήσεις.

Η άνοδος του Μπασκιά στη νεοϋορκέζικη καλλιτεχνική σκηνή ήταν μετεωρική. Αυτόφωτος λόγω εξαιρετικού ταλέντου και ανεξάρτητος λόγω χαρακτήρα, έβαλε από την αρχή το προσωπικό του στίγμα ως καύσιμη ύλη για να πάρει φωτιά το αφήγημα, να πέσουν στεγανά, να αναδυθούν νέοι θεοί, να μεταβληθεί ο ρυθμός και να αποδοθούν τα εύσημα σε εκείνους που μέχρι τότε ζούσαν στο περιθώριο. Ο Μπασκιά, παρά την επιρροή του στο νέο μετα-εξπρεσιονιστικό εικαστικό κίνημα και τη σχεδόν αφύσικη ροή της καλλιτεχνικής δημιουργικότητάς του μέρα και νύχτα, όλες τις ώρες και από πίνακα σε πίνακα, πλήρωσε ακριβά τη σχέση του με τον Γουόρχολ.

Jean-Michel BASQUIAT Untitled (Fly Weight), 1981. Oilstick and graphite on paper 56 x 76 cm © Estate of Jean-Michel Basquiat. Licensed by Artestar, New York.

Αδικη κριτική

Θεωρήθηκε κάποια στιγμή «προστατευόμενος», κάτι σαν σκυλάκι του καναπέ, μια επίθεση μικρονοϊκή και κακεντρεχής για έναν ζωγράφο που σωματοποίησε την τέχνη που ασφυκτιά και ξεχειλίζει με μια υποδόρια τρυφερότητα που χωράει μέσα της πολλή οργή και πολλή απελπισία. Ο Μπασκιά δεν άντεξε την άδικη κριτική, σταμάτησε σχεδόν να μιλάει στον Γουόρχολ και το χάσμα ανάμεσά τους δεν επουλώθηκε ποτέ. Ακόμα και μετά τον θάνατό του το δηλητήριο δεν έπαψε να στάζει, σκέφτεται κανείς διαβάζοντας κριτικές της εποχής που έκαναν λόγο για ένα ταλέντο υπερεκτιμημένο ή σπαταλημένο στον βωμό της δημοσιότητας.

Αν έγινε ο Μπασκιά συνειδητά εμπορεύσιμο είδωλο παίζοντας με ευφυΐα το παιχνίδι της φήμης δεν θα το μάθουμε ποτέ. Στο κάτω κάτω δεν ήταν ούτε τριάντα χρόνων όταν πέθανε, έχοντας παρ’ όλα αυτά ζήσει για εκατό. Αυτό που δεν έχασε ποτέ ήταν η ικανότητα να ακούει τις λέξεις προτού τις ρίξει στον καμβά, όπως συνήθιζε να λέει όρθιος μπροστά στους πίνακες που μας θυμίζουν κάτι από μας γιατί είναι βγαλμένοι και από τα δικά μας μπερδεμένα σπλάχνα, ερμητικοί ή προσπελάσιμοι, ανάλογα με τη γωνία προσέγγισης, όπως μπορεί να είναι ο καθένας.

Ο Μπασκιά άφησε πίσω του 1.500 σχέδια και 600 πίνακες, έργο τιτάνιο μέσα σε τόσο λίγα χρόνια. Και από όλα του τα σύμβολα μας άφησε αυτό που κυριάρχησε στην παρακαταθήκη του και αγαπήθηκε περισσότερο. Το τρίπτυχο στέμμα, σύμβολο ματαιοδοξίας ή ενδυνάμωσης, κορόνα ή ακάνθινο στεφάνι, συλλογική αμαρτία ή προσωπικός θρίαμβος, δεν ενδιαφέρει και τόσο. Σημασία έχει ότι το στέμμα του, εκτός από trade mark, πέρασε στο συλλογικό φαντασιακό ως η ύστατη υπογραφή, το τελευταίο σήμα μορς πριν μας πει το οριστικό αντίο.

INFO
Η έκθεση «Jean-Michel Basquiat: Untitled» θα διαρκέσει έως τις 2 Αυγούστου

Documento Newsletter