Υποσχέσεις, «αντίδωρα» και κληρονομιά Σημίτη στις προγραμματικές δηλώσεις Μητσοτάκη (Video)

Με προγραμματικές δηλώσεις γεμάτες υποσχέσεις και στόχους που δείχνουν το τέλος της τετραετίας -ή ακόμα και την επόμενη- εμφανίστηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων, ρίχνοντας βάρος στο ιδεολογικό αφήγημα της κυβέρνησής του, δηλώνοντάς πολιτικός απόγονος του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Κώστα Σημίτη.

Διαβάστε επίσης: Βουλή: LIVE η συζήτηση επί των Προγραμματικών Δηλώσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη

H ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη


Μνημείο μεγαλοϊδεατισμού αλλά και πολιτικού καιροσκοπισμού ήταν οι προγραμματικές δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για την νέα τετραετία της διακυβέρνησής του, καθώς η πλειονότητα στόχων και διακηρύξεων αφορούσαν κυρίως το τέλος ή το πέρας της επερχόμενης τετραετίας, δίνοντας την αίσθηση πως περισσότερο προετοιμάζει την… πλατφόρμα των επόμενων βουλευτικών εκλογών παρά το πλαίσιο της σημερινής, νέας του διακυβέρνησης.

Εξαιρετικής σημασίας το ιδεολογικό περίβλημα που έσπευσε να δώσει στην κυβέρνησή του, συνδέοντας τον εαυτό του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο του «αστικού εκσυγχρονισμού», τον «ανορθωτικό εκσυγχρονισμό» του ’50 και ’60 χωρίς να τολμήσει να αναφέρει ονόματα όπως των Πλαστήρα και Παπάγου, και τον «πολιτικό εκσυγχρονισμό» της Μεταπολίτευσης, συνδέοντας τον Κωνσταντίνο Καραμανλή με τον Κώστα Σημίτη, των οποίων δήλωσε συνεχιστής με τον δικό του «πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό».

Αξίζει να σημειωθεί πως πριν από κάθε αναφορά του σε στόχους, μέτρα ή πολιτικές, ο Κυρ. Μητσοτάκης έσπευσε να θέσει ως πρώτο και κύριο στόχο την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, για την οποία έθεσε ως χρονικό ορίζοντα το τέλος του 2023. Όπως προκύπτει και φάνηκε από τις οικονομικές υποσχέσεις του, ο παραπάνω στόχος είναι που δημιουργεί εξαιρετικά περιορισμένα πλαίσια παρεμβάσεων, τόσο άμεσων απέναντι στην ακρίβεια και τον πληθωρισμό, όσο και μελλοντικών.

Οι πρώτες υποσχέσεις

Μεταξύ των άμεσων παρεμβάσεων, αφού και πάλι έθεσε ως πρώτο και κύριο στόχο την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας,  υποσχέθηκε την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του πρώτου μνημονίου και δήλωσε πίστη στα «λογικά πρωτογενή πλεονάσματα» που θέτει το νέο σύμφωνο σταθερότητας», ανακοίνωσε επέκταση του market pass -πιθανότατα για ένα επιπλέον τρίμηνο- αλλά και το επίδομα των νέων, το youth pass που έριξε προεκλογικά στο τραπέζι, το οποίο θα ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο.

Παράλληλα, αναφέρθηκε στο νέο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων με οριζόντιες αυξήσεις από τον Ιανουάριου του 2024, ισχνή αύξηση οικογενειακών επιδομάτων δημοσίων υπαλλήλων και πρόσθετη μείωση φόρων για οικογένειες με παιδιά. Ακόμα, επιβεβαίωσε το «δώρο» στις ασφαλιστικές εταιρείες με το μέτρο μείωσης του ΕΝΦΙΑ για όσα σπίτια κάνουν ιδιωτική ασφάλιση.

Την τιμητική τους είχαν και οι συνταξιούχοι, με μέτρα όπως η μόνιμη απαλλαγή των πρώην δικαιούχων του ΕΚΑΣ από κάθε συμμετοχή στις φαρμακευτικές δαπάνες, ενώ υποσχέθηκε πως στο τέλος του έτους οι χαμηλοσυνταξιούχοι θα λάβουν ακόμα μία «εφάπαξ ενίσχυση». Παράλληλα, επιβεβαίωσε τις πληροφορίες για κατάργηση της μειωμένης σύνταξης κατά 30% για όσους συνταξιούχους συνεχίζουν να εργάζονται, κάνοντας λόγο για «μόνο μία μικρή παρακράτηση από τη νόμιμη και δηλωμένη αμοιβή του».

Οι πυλώνες των υποσχέσεων

Η υπόλοιπη ομιλία του πρωθυπουργού επικεντρώθηκε στους λεγόμενους «πέντε πυλώνες» της πολιτικής της κυβέρνησής του για την νέα τετραετία, με τις… πέντε Ελλάδες που υπόσχεται. Η παραγωγική, η κοινωνική, η ψηφιακή-πράσινη, η δίκαιη και η ασφαλής Ελλάδα. Εδώ περιέλαβε σειρά υποσχέσεων που αφορούν κυρίως το τέλος της τετραετίας του, ενώ κάποιες φτάνουν και στα χρόνια μετά το πέρας της.

Χαρακτηριστικό το γεγονός πως το βασικό του «όπλο» στις προεκλογικές υποσχέσεις προς τον κόσμο της εργασίας, οι μεγάλες αυξήσεις, τοποθετήθηκαν στο τέλος της τετραετίας, με την υπόσχεση για μέσο μισθό των 1.500 ευρώ και κατώτατο 950 ευρώ. Μίλησε για περισσότερες συλλογικές συμβάσεις χωρίς να υποσχεθεί κάτι συγκεκριμένο, μίλησε για «σταδιακή μείωση των τεκμηρίων» χωρίς χρονικό ορίζοντα, και ακόμα για «σταδιακή» κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, το οποίο υποσχόταν από την προεκλογική περίοδο του 2019. Μίλησε και για έναν γενικόλογο «πόλεμο κατά της φοροδιαφυγής», πριν καταλήξει να περιγράφει μία Ελλάδα ως «απέραντο εργοτάξιο», και πάλι υποσχόμενος έργα που κατά την πλειονότητά τους δεν θα ολοκληρωθούν κατά την προσεχή τετραετία.

Στην «κοινωνική Ελλάδα» το πλαίσιο ήταν ακόμα πιο γενικόλογο, με υποσχέσεις από την «αναμόρφωση του ΕΣΥ» έως την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Ακόμα και οι 10.000 προσλήψεις για τις οποίες επιμένει να μιλάει όλο το προηγούμενο διάστημα τόνισε πως αφορούν «ορίζοντα τετραετίας», ενώ αναφέρθηκε σε ποσά 1,5 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης για την Υγεία, με μία ακόμα γενική αναφορά σε 80 νοσοκομεία και 56 κέντρα υγείας. Εκτός του «μετασχηματισμού της Υγείας», μετασχηματισμό υποσχέθηκε και για την Παιδεία, με βάρος στα πειραματικά σχολεία, τους διαδραστικούς πίνακες, έως και τις αρχιτεκτονικές προδιαγραφές για πιθανά νέα κτίρια. Πάντως, υποσχέθηκε νέο πρόγραμμα κατάρτισης για τον κλάδο της τεχνολογίας έως 100.000 θέσεις, ενώ μία μικρή αναφορά επιφύλαξε για το «πρόγραμμα στέγης», για το οποίο χωρίς λεπτομέρειες μίλησε για διπλασιασμό του.

Στη συνέχεια, μίλησε για τον στόχο του 80% της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας από ανανεώσιμες πηγές της χώρας έως το πολύ το 203, παρότι ο ευρωπαϊκός στόχος μιλά για το 100%, ενώ έθεσε ως στόχο και την μείωση των εισαγωγών φυσικού αερίου. Έριξε στο τραπέζι τα πράσινα ταξί, εκτός των ηλεκτρικών λεωφορείων, ενώ διαφήμισε για μία ακόμα φορά την επιβολή του νόμου σε τουριστικές περιοχές που αλωνίζει η μαφία, όπως στη Μύκονο. Αναφορικά δε με την ψηφιακή Ελλάδα, έθεσε ως στόχο να ψηφιοποιηθεί το 90% των 4.500 διοικητικών πράξεων του δημοσίου, και ψηφιακή διασύνδεση από τη Δικαιοσύνη έως την Υγεία και την Παιδεία.

Στη «δίκαιη Ελλάδα» έδωσε ρεσιτάλ παραποίησης της πραγματικότητας, αφού δεν δίστασε να πανηγυρίσει για την πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν για το Κράτος Δικαίου, η οποία ειδικά για την Δικαιοσύνη στη χώρα ήταν κόλαφος. Ο Κυρ. Μητσοτάκης υποστήριξε πως δείχνει ότι είμαστα στον «σωστό δρόμο», και έθεσε στο στόχαστρο γενικόλογους στόχους όπως η λογοδοσία, η διαφάνεια, η διαρκής αξιολόγησης για όλες τις υπηρεσίες της δημόσιας ζωής, προαναγγέλλοντας μεγάλες τομές στη Δικαιοσύνη.

Τέλος, επί των πυλώνων, την τιμητική τους είχαν τα εξοπλιστικά, τα οποία για μία ακόμα φορά εργαλειοποίησε ως κομματική κατάκτηση, δεχόμενος χειροκροτήματα στην αναφορά στα 24 Rafale, τα 83 Viper, τις Belharra και τα F35, παρότι τα περισσότερα εξ αυτών θέλουν χρόνια για να έρθουν στη χώρα, όπως τα τελευταία που αναμένονται το 2028.

Αίσθηση προκάλεσε η αναφορά του «γαλάζια ασπίδα» ως ρητορική που ακολουθεί την «γαλάζια πατρίδα» του Ερντογάν, υποστηρίζοντας πως τα παραπάνω προστατεύουν τη χώρα σε γη, θάλασσα, αέρα, και τελικά, τις «εθνικές κόκκινες γραμμές μας», χωρίς όμως να τις αναφέρει. Αυτό που ανέφερε είναι πως ο πόλεμος στην Ουκρανία «προσφέρει μεγάλη ευκαιρία για την Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία», προαναγγέλλοντας μάλιστα και «σύντομα θετικές ειδήσεις». Στη συνέχεια δεν μπόρεσε να αντισταθεί σε μία ακόμα πατριδοκάπηλη αναφορά στον φράχτη του Έβρου, και επιτέθηκε σε όσους επικρίνουν την αντιμεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησής του, κρυπτόμενος πίσω από τους άνδρες και τις γυναίκες του Λιμενικού.

Ο Μητσοτάκης… Πρόεδρος της Βουλής

Αξίζει τέλος να σημειωθεί ο τρόπος με τον οποίον επέλεξε να απευθυνθεί στους 300 βουλευτές στο πολιτικό επίπεδο, και κυρίως, στις κοινοβουλευτικές ομάδες της Νίκης και των Σπαρτιατών, αλλά και με αιχμές κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

«Η δημοκρατική πολυφωνία που εκφράζεται σε αυτή τη Βουλή, δεν θα επιτρέψει καμία κακοφωνία. Όλοι μας οφείλουμε να σεβόμαστε τον όρκο μας και τους κοινοβουλευτικούς κανόνες. Και να θυμόμαστε ότι εκπροσωπούμε όλους τους Έλληνες και όχι κάποιες μικρές ομάδες» ανέφερε μεταξύ άλλων, προκαλώντας αίσθηση, αφού ο λόγος του έμοιαζε με Προέδρου της Βουλής και όχι με αρχηγού της κυβερνητικής πλειοψηφίας, και δη, πρωθυπουργου.

Μάλιστα, προκαλώντας ακόμα περισσότερο, κάλεσε «αν κάποιοι δεν είναι διατεθειμένοι να συντελέσουν σε αυτή την εθνική προσπάθεια το λιγότερο που τους ζητώ είναι να μην την εμποδίσουν», τονίζοντας πως «η εποχή της ακρότητας και της χυδαιότητας ανήκει στο χθες».