Δεν κεφαλαιοποιήθηκε από τα ξενοδοχεία η άνοδος του τουρισμού το 2016

Παρά την αυξημένη τουριστική ζήτηση για τη χώρα, στην πλειονότητά τους, οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ασθμαίνουν, υπό το βάρος της υπερφορολόγησης, της έλλειψης ρευστότητας, της πολυνομίας και του αθέμιτου ανταγωνισμού σημείωσε ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος

 κατά την ομιλία του στο πλαίσιο της 6ης Γενικής Συνέλευσης στο Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΞΕΕ).

«Παλεύουν μέρα με τη μέρα, για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και να κρατήσουν τους εργαζομένους τους. Από την μια η αύξηση του ΦΠΑ και των συντελεστών του ΕΝΦΙΑ, και η αδυναμία μέχρι σήμερα της πολιτείας να θεσμοθετήσει ένα νομοθετικό περιβάλλον για μια ανάλογη με των αδειοδοτημένων, φορολογική αντιμετώπιση των βραχυχρόνια ενοικιαζομένων κατοικιών και από την άλλη, καθώς και η προγραμματισμένη για το 2018 επιβολή του τέλους διανυκτέρευσης, δημιουργούν ένα περιβάλλον αντιαναπτυξιακό για τον τουρισμό και ιδιαίτερα προβληματικό για τη βιωσιμότητα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων», τόνισε ο πρόεδρος του ΞΕΕ., συμπληρώνοντας ότι ο θεσμικός ρόλος του Επιμελητηρίου βασίζεται στην αναγνώριση της πραγματικότητας, στη μελέτη και την υποβολή λύσεων για το αύριο της ελληνικής ξενοδοχίας και του τουρισμού, ανεξάρτητα από το αν αυτό γίνεται πάντα αρεστό ή μη, στους εκάστοτε κυβερνώντες.

Η νέα εποχή

Αναφερόμενος στις νέες πραγματικότητες που καλείται να αντιμετωπίσει ο κλάδος επισήμανε ότι :

-Με την εισβολή του digitality στην τουριστική οικονομία, το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών κρατήσεων γίνεται πλέον ηλεκτρονικά και από κινητά τηλέφωνα. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι πελάτες πλέον πρώτα αναζητούν το γρήγορο wifi και μετά τη σάουνα ή το χαμάμ.

-Οι Online Travel Agents γιγαντώνονται και το μερίδιο αγοράς τους ξεπερνάει πλέον αυτό των παραδοσιακών Tour Operators, την ίδια στιγμή που διαρκώς αναδύονται, νέες αγορές και νέοι προορισμοί.

-Βιώνουμε ήδη τις ανατρεπτικές συνέπειες που προκαλεί η ανάπτυξη και εξάπλωση της sharing economy όπως έχει επικρατήσει να ονομάζεται η ενοικίαση σπιτιών ως τουριστικών καταλυμάτων. Η ανάπτυξη αυτή της σκιώδους οικονομίας πλήττει, σε πρώτο στάδιο, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Καταλήγοντας ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδας υποστήριξε ότι θεμελιώδεις προϋποθέσεις για να κερδηθεί το μεγάλο στοίχημα επιβίωσης, των παραδοσιακών αδειοδοτημένων μορφών φιλοξενίας είναι:

1) η παροχή ποιοτικών, πιστοποιημένων και value for money υπηρεσιών,

2) η εισαγωγή τεχνολογιών αιχμής στην παραγωγή, διάθεση και πώληση των ξενοδοχειακών υπηρεσιών,

3) η διαμόρφωση καινοτόμων ξενοδοχειακών προϊόντων ελκυστικών στα νέα πελατειακά κοινά που σχηματίζονται,

4) η υιοθέτηση πολλών τιμολογιακών προσεγγίσεων του προϊόντος, δηλαδή του multipricing με σεβασμό στο value for money του προϊόντος,

5) η επιθετική διείσδυσή της ξενοδοχίας στο sharing economy και η υιοθέτηση των τεχνολογιών και πρακτικών τους. Η λογική πολλών συνάδελφων που ακόμη και σήμερα αντιμετωπίζουν το φαινόμενο του sharing economy ως «μόδα που θα περάσει», είναι αφελής και πρέπει να εγκαταλειφθεί,

6) η επένδυση σε νέα ταλέντα και στην ψηφιακή κατάρτιση των στελεχών των ξενοδοχείων και

7) η συνεργασία. Μία λέξη ξένη στην κουλτούρα των ξενοδόχων, αλλά νομοτελειακά απαραίτητη στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται.

Άνοιξαν 1.428 νέα ξενοδοχεία την περίοδο 2008 – 2016

Ξεχωριστή θέση στην εκδήλωση είχε όπως κάθε χρόνο η μελέτη του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων: «Επιδόσεις τουριστικού τομέα 2016-Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ξενοδοχειακού δυναμικού». Πρόκειται για τη έρευνα που ακτινογραφεί τα χαρακτηριστικά του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας. Αφορά την ανά περιφέρεια ποιοτική ανάλυση των στοιχείων της ελληνικής ξενοδοχίας, όπου αποτυπώνεται και η φέρουσα ικανότητα τουριστικής ανάπτυξης των Περιφερειών της Ελλάδας.

Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΤΕΠ, προκύπτει ότι η απασχόληση στα ξενοδοχεία τόσο το Μάιο, όσο και τον Αύγουστο του 2016 αυξήθηκε κατά 4% περίπου σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2015.

Κοινός τόπος είναι ότι ο ξενοδοχειακός κλάδος από το 1990 έως σήμερα παρουσιάζει σταθερή ανοδική πορεία με αιχμή του δόρατος την αναβάθμιση του ξενοδοχειακού δυναμικού. Την περίοδο 1990-2016 τα ξενοδοχεία αυξήθηκαν κατά 52% σε όρους μονάδων και κατά 81% σε όρους δωματίων, ενώ το μέσο μέγεθος των δωματίων κινήθηκε ανοδικά κατά 19% από 35 δωμάτια το 1990 σε 41,8 το 2016.

Το 1990 τα ξενοδοχεία 5* αποτελούσαν μόλις το 5% του συνολικού ξενοδοχειακού δυναμικού (σε όρους μονάδων αποτελούσαν λιγότερο από το 1%). Το 2016 το ποσοστό των 5* ξενοδοχείων έχει υπερτριπλασιαστεί, και αποτελεί το 16,6% του συνολικού ξενοδοχειακού δυναμικού. Ταυτόχρονα μειώνεται και το ποσοστό των ξενοδοχείων που ανήκουν στη χαμηλότερη κατηγορία αφού από 10,6% που ήταν το 1990, κατήλθαν σε ποσοστό 6,7% το 2016.

Το προφίλ της ελληνική ξενοδοχίας ανανεώνεται συνεχώς, σύμφωνα με την έρευνα του ΙΤΕΠ δεδομένου ότι την περίοδο 2008 – 2016 άνοιξαν 1.428 νέα ξενοδοχεία συνολικής δυναμικότητας 46.594 δωματίων. Όμως ταυτόχρονα διέκοψαν τη λειτουργία τους 1.001 μονάδες συνολικής δυναμικότητας 28.666 δωματίων.

Το 77% των μονάδων που άνοιξαν εντάχθηκαν στις 3 υψηλότερες κατηγορίες ξενοδοχείων (82% σε όρους δωματίων), ενώ από τις μονάδες που διέκοψαν τη λειτουργία τους, το 28% περίπου προερχόταν από τις 3 υψηλότερες κατηγορίες (52% σε όρους δωματίων).

Τα περισσότερα νέα ξενοδοχεία δημιουργήθηκαν στο Νότιο Αιγαίο (23%). Ακολουθεί η Κρήτη με 14% και η Πελοπόννησος με 12%.

Σημαντική άνοδος στην ανέγερση νέων ξενοδοχειακών μονάδων παρατηρήθηκε και στην Ήπειρο με 9,5% και στην Κεντρική Μακεδονία με 8,8%.

Στο Νότιο Αιγαίο και στην Κρήτη καταγράφηκαν και τα υψηλότερα ποσοστά των ξενοδοχείων που διέκοψαν τη λειτουργία τους (17,5% και 15,9%, αντίστοιχα). Ακολουθούν η Θεσσαλία και η Αττική, όπου τα ποσοστά των ξενοδοχείων που διέκοψαν τη λειτουργία τους ανέρχονται σε 9,5% και 8,4%, αντίστοιχα.

Ειδικότερα, κατά το 2016 άνοιξαν 79 νέα ξενοδοχεία συνολικής δυναμικότητας 2.844 δωματίων. Ως προς τη δυναμικότητα των νέων ξενοδοχείων (δωμάτια) το 72% υπάγεται στις δύο ανώτερες κατηγορίες. Παράλληλα, διέκοψαν τη λειτουργία τους 74 ξενοδοχεία συνολικής δυναμικότητας 2.604 δωματίων. Πάντως η πλειονότητα των μονάδων που διέκοψαν τη λειτουργία τους ανήκουν στις 3 χαμηλότερες κατηγορίες (75% της δυναμικότητας).

Κατά την έρευνα δεν παρουσιάζονται σημαντικές διαφοροποιήσεις στα ποσοστά των ξενοδοχείων ως προς την τάξη μεγέθους της πληρότητας που επιτυγχάνουν, αλλά και της μέσης τιμής διάθεσης των δωματίων, τόσο τον Μάιο όσο και τον Αύγουστο.

Τον Μάιο, το 75-77% των ξενοδοχείων έχουν πληρότητα μέχρι 70%,ενώ αντίθετα, τον Αύγουστο, το 76-77% των μονάδων παρουσιάζουν πληρότητα άνω του 70%.

Τόσο τον Μάιο, όσο και τον Αύγουστο, η πλειονότητα των ξενοδοχείων διαθέτει τα δωμάτιά τους σε τιμές που κυμαίνονται από 41-60 ευρώ.

Τέλος, κατά τον Μάιο, η μέση τιμή διάθεσης των δωματίων διαμορφώνεται κάτω από 80 ευρώ για το 80-81% των ξενοδοχείων. Το αντίστοιχο ποσοστό για τον Αύγουστο κυμαίνεται στο 75% περίπου.

Ετικέτες