Δεύτερη ευκαιρία για την απόκτηση ιθαγένειας

Νομοθετική ρύθμιση απλουστεύει τις διαδικασίες απονομής.

Δεύτερη ευκαιρία για απόκτηση ιθαγένειας θα δοθεί σε αλλοδαπούς οι οποίοι ζούσαν επί πολλά χρόνια στην Ελλάδα και μετά την αίτηση πολιτογράφησης έφυγαν για το εξωτερικό, κυρίως την περίοδο της κρίσης. Εφόσον το χρονικό διάστημα διαμονής τους εκτός Ελλάδας δεν υπερβαίνει τους 18 μήνες και διατηρούνται οι βιοτικοί δεσμοί τους με τη χώρα μας, η αίτησή τους για να γίνουν Ελληνες πολίτες με πολιτογράφηση δεν θα απορρίπτεται. Θα αναστέλλεται η εξέτασή της και θα συνεχίζεται εφόσον ο αιτών έχει επανέλθει στην Ελλάδα και διαμένει συνεχώς για ενάμιση χρόνο. Πρόκειται για πρόβλεψη –πρωτοφανή για τα μέχρι σήμερα ισχύοντα– η οποία περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων στις προωθούμενες προς τη Βουλή αλλαγές του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας. Βέβαια, θα αποτελεί εξαίρεση στον γενικό κανόνα περί συνεχούς διαμονής του αιτούντος στη χώρα και μετά την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης.

Οι 17 προβλέψεις του νόμου

Το υπουργείο Εσωτερικών έχει έτοιμες δεκαεπτά νέες νομοθετικές ρυθμίσεις για την ιθαγένεια, οι οποίες θα ενταχθούν σε σχέδιο νόμου και θα κατατεθούν σύντομα στη Βουλή. Η κυβέρνηση στοχεύει στην επιτάχυνση των διαδικασιών απονομής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς μέσω πολιτογράφησης, σε νομοθετικές διευκολύνσεις για ομογενείς αλλά και σε νομοτεχνικές βελτιώσεις για κτήση ιθαγένειας λόγω γέννησης ή/και φοίτησης σε σχολείο. Ηδη από τον περασμένο Νοέμβριο είναι υπό διαμόρφωση οι διατάξεις για να αρθούν γραφειοκρατικά εμπόδια που αφορούν ομογενείς, παιδιά μεταναστών δεύτερης γενιάς, ηλικιωμένους και άτομα με ειδικές ανάγκες.

Παράλληλα, ο υπουργός Εσωτερικών Αλέξης Χαρίτσης και το επιτελείο του στοχεύουν στο να μειωθούν τα φαινόμενα εκκρεμών υποθέσεων ακόμη και πέντε έξι χρόνια, όπως συμβαίνει σε υπηρεσίες π.χ. στη Θεσσαλονίκη. Αλλωστε ο μέσος χρόνος για να διεκπεραιωθεί η διαδικασία πολιτογράφησης στη χώρα μας ύστερα από αίτημα αλλοδαπού για κτήση ελληνικής ιθαγένειας είναι ούτε ένα ούτε δύο αλλά τρία έως τέσσερα έτη!

Η υφιστάμενη καθυστέρηση άνευ υπαιτιότητας του αιτούντος στη διαδικασία πολιτογράφησης και οι συη νέπειες της οικονομικής κρίσης σε μεγάλα τμήματα του μεταναστευτικού πληθυσμού λήφθηκαν υπόψη προκειμένου να εισαχθεί εξαίρεση από τον γενικό κανόνα της συνεχούς διαμονής στη χώρα και μετά την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης.

Ετσι, ως ρύθμιση-τομή για τον Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας κρίνεται από ειδικούς επιστήμονες του υπουργείου Εσωτερικών η εξής πρόβλεψη που προωθείται και προτείνεται να προστεθεί ως άρθρο στον νόμο 3284/2004 (Α΄ 217):

– Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι αλλοδαπός μετά την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης μέχρι και την κλήση σε εξέταση δεν διαμένει συνεχώς στη χώρα, η αίτηση απορρίπτεται από τον υπουργό Εσωτερικών.

– Η αίτηση δεν απορρίπτεται αλλά η διαδικασία αναστέλλεται εφόσον η αρμόδια υπηρεσία διαπιστώσει ότι συντρέχουν σωρευτικά οι εξής περιπτώσεις: α. ο αιτών διαμένει εκτός Ελλάδας για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δεκαοκτώ μήνες και β. εξακολουθεί να διατηρεί βιοτικούς δεσμούς με τη χώρα – η απόφαση περί αναστολής της διαδικασίας κοινοποιείται άμεσα στον αιτούντα.

– Με αίτηση του ενδιαφερομένου ανασταλείσα διαδικασία συνεχίζεται, αφού ο αιτών καταστήσει εκ νέου την Ελλάδα χώρα της μόνιμης διαμονής του για χρόνο ίσο με αυτόν της απουσίας του.

Είναι αξιοσημείωτο ότι αιτήσεις πολιτογράφησης που εκκρεμούν θα εξεταστούν με αυτήν τη διαδικασία, ενώ το ίδιο θα εφαρμοστεί και για τις εκκρεμείς αιτήσεις πολιτογράφησης με βάση προγενέστερες του ν. 3838/2010 διατάξεις.

Κατάργηση ειδικών επιτροπών

Στις προωθούμενες ρυθμίσεις περιλαμβάνονται και προβλέψεις με τις οποίες απλοποιείται η διαδικασία κτήσης ιθαγένειας από τους ομογενείς που προέρχονται από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης καθώς καταργούνται οι ειδικές επιτροπές. Εφεξής όσοι κατοικούν σε αυτές τις χώρες θα αντιμετωπίζονται ως ομογενείς του εξωτερικού και θα υπάγονται στην ίδια διαδικασία με τους λοιπούς ομογενείς.

Αλλαγές επέρχονται και στη διαδικασία καθορισμού ιθαγένειας. Προτείνεται να γίνονται δεκτά ως βάση διαπίστωσης της ελληνικής ιθαγένειας ληξιαρχικά ή δημοτολογικά γεγονότα ακόμη και αν προκύπτουν από καταργηθέντα δημοτολόγια ή στρατολογικά μητρώα. Επίσης, τίθεται ζήτημα έμμεσης μνείας: δημοτολογικά και ληξιαρχικά έγγραφα σε προξενικά μητρώα ή άλλα δημόσια μητρώα γίνονται καταρχήν δεκτά στοιχεία ως βάση καθορισμού της ελληνικής ιθαγένειας, εκτός αν η ακρίβεια της σχετικής μνείας αμφισβητηθεί αιτιολογημένα. Παράλληλα, προβλέπεται ότι με την απόφαση διαπίστωσης (καθορισμού) ιθαγένειας ορίζεται και ο δήμος στο δημοτολόγιο του οποίου εγγράφεται ο δικαιούχος εφόσον δεν διαμένει στην Ελλάδα. Με την ίδια διαδικασία θα εξετάζονται και αιτήσεις ήδη δημοτολογημένων προσώπων τα οποία αιτούνται την αλλαγή της νομικής βάσης κτήσης της ελληνικής τους ιθαγένειας.

Κατά τους ειδικούς επιστήμονες, με την κωδικοποίηση της διαδικασίας καθορισμού επιχειρείται «να τερματιστεί η οξύμωρη κατάσταση κατά την οποία η διαπίστωση πλήρωσης των ουσιαστικών προϋποθέσεων κτήσης (συνήθως από αλληλουχία γεννήσεων) αποτελούσε μεν (θεωρητικά) αγώγιμο δικαίωμα του ενδιαφερομένου και αντίστοιχη δέσμια αρμοδιότητα της διοίκησης, συνθλιβόταν όμως μέσα σε μιαν απόλυτη διαδικαστική αταξία και ανασφάλεια δικαίου».

Μια ακόμη εκ των κρίσιμων παραμέτρων που αλλάζουν το τοπίο στα ζητήματα ιθαγένειας, με επιτάχυνση διαδικασιών, είναι ότι δίνεται υπό προϋποθέσεις η δυνατότητα απαλλαγής από την ειδική δοκιμασία (τεστ) με την οποία διακριβώνεται η επαρκής γνώση της ελληνικής γλώσσας. Ετσι προτείνεται το εξής: «Οσοι έχουν φοιτήσει επιτυχώς τουλάχιστον τρία έτη στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε ελληνικό σχολείο ή σε σχολείο που ακολουθεί το υποχρεωτικό ελληνικό πρόγραμμα εκπαίδευσης και διδασκαλίας ή έχουν αποφοιτήσει από ελληνικό ΑΕΙ ή ΤΕΙ ή κατέχουν κρατικό πιστοποιητικό ελληνομάθειας επιπέδου τουλάχιστον Β1 θεωρείται ότι πληρούν την ουσιαστική προϋπόθεση της επαρκούς γνώσης της ελληνικής γλώσσας και απαλλάσσονται από την εξέταση (ειδική δοκιμασία/τεστ)».