Είναι επανάσταση τα λευκά μωρά στη σούβλα;

Είναι επανάσταση τα λευκά μωρά στη σούβλα;

Οταν για να ξορκίσεις τον ρατσισμό αναπαράγεις τα στερεότυπά του, όπως συμβαίνει στην παράσταση «Carte noire nommeé désir», έχεις τις αντιδράσεις του κοινού στο τσεπάκι

Το φετινό Φεστιβάλ της Αβινιόν ανέδειξε μια δυνατή αφροφεμινιστική φιγούρα, τη Ρεμπέκα Σαγιόν, το «χοντρό, μαύρο queer καθολικό κορίτσι», όπως αυτοπροσδιορίζεται η σκηνοθέτρια και πρωταγωνίστρια της πολυσυζητημένης παράστασης «Carte noire nommeé désir» («Μαύρη κάρτα που ονομάζεται επιθυμία», από το αντίθετο λογοπαίγνιο της «λευκής επιταγής» και από το θεατρικό έργο «Λεωφορείο ο πόθος»). Μια παράσταση αμιγώς γυναικεία, με οκτώ μαύρες ηθοποιούς να ξεσηκώνουν διεθνή σάλο στα social media και στο διαδίκτυο, μονοπωλώντας τη συζήτηση σε ένα από τα σημαντικότερα φεστιβάλ παραστατικών τεχνών στον κόσμο.

Κατά τη διάρκεια της παράστασης, η οποία κράτησε δύο ώρες και 40 λεπτά, οι θεατές παρακολούθησαν τη θεατρική ομάδα να αποδομεί τον ρατσισμό και τα κλισέ που βιώνουν οι μαύρες γυναίκες στη σημερινή Γαλλία με πολλούς εύγλωττους τρόπους, είτε καλώντας μόνο τις… μαύρες ή queer γυναίκες –και όσες αισθάνονται γυναίκες– να καθίσουν σε άλλο σημείο της αίθουσας και να πιουν αναψυκτικά είτε σφουγγαρίζοντας το πάτωμα της σκηνής είτε πλέκοντας τα μαλλιά της πρωταγωνίστριας σε μακριές πλεξούδες που θύμιζαν αλυσίδες, ή, ακόμη, κουβαλώντας στους ώμους ένα κοντάρι με περασμένα λευκά μωρά-κούκλες σαν σουβλάκι.

Η πολιτική θεατρική και εικαστική performance έχει την υπογραφή της Ρεμπέκα Σαγιόν και δηλωμένη την επιθυμία της να αλλάξει την άποψη του κοινού για τις αφρο-απογόνους γυναίκες παίζοντας με τα επίμονα, ρατσιστικά και σεξιστικά στερεότυπα της μαύρης γυναίκας ως υπερσεξουαλικού, εξωτικού και αγρίως φαντασιακού αντικειμένου στο συλλογικό ασυνείδητο της λευκής κοινωνίας. Μέσα στη «λευκότητα» της οποίας γαλουχήθηκε και η ίδια η δημιουργός με καταγωγή από τη Μαρτινίκα – και αυτή ακριβώς θέλησε να καταγγείλει.

Μάχη φαντεζί και θορυβώδης

Μόνο που η μπαρόκ εξτραβαγκάντσα και η slapstick αναπαράσταση των ίδιων στερεοτύπων που η παράσταση θέλησε να ξορκίσει είχαν ως κύριο στόχο από την αρχή να προκαλέσουν. Η επιλογή της Σαγιόν ήταν να χρησιμοποιήσει την παράσταση για να σοκάρει, να ωθήσει τις αντιδράσεις στα άκρα και να πυροδοτήσει συζητήσεις. Οχι να αλλάξει το πλαίσιο αναφοράς επανεφευρίσκοντας νέους τρόπους να μιλήσει για κάτι τόσο παλιό όσο η αποικιοκρατία. Οταν η πρωταγωνίστρια πέφτει στα τέσσερα και σφουγγαρίζει εμμονικά τη λευκή σκηνή, αναπαράγει το θλιβερό στερεότυπο της μαύρης καθαρίστριας. Ή όταν κουβαλάει στους ώμους λευκά μωρά-κούκλες σαν σουβλάκι, θέλει να ακουστεί πολύ δυνατά, θέλει να κάνει σαματά. Σε αντίθεση με τα συγκλονιστικά αντιρατσιστικά τραγούδια της Νίνα Σιμόν ή της Μπίλι Χαλιντέι, η οποία ανέστησε τα λιντσαρισμένα σώματα που κρέμονταν σαν τσαμπιά απ’ τα δέντρα του αμερικανικού Νότου με το σπαρακτικό «Strange fruit», επιλέγοντας τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο να αντιμετωπίσει το προσωπικό και συλλογικό τραύμα και να περάσει στην Ιστορία. Οι δημιουργοί αυτής της παράστασης δεν θέλησαν ούτε κάτι τόσο σπαρακτικό ούτε κάτι αληθινά επαναστατικό. Αδυνατώντας ή αδιαφορώντας να βρουν σημερινές λέξεις για να περιγράψουν το στίγμα και τον πόνο του παρελθόντος, παρέμειναν προσκολλημένες σε παλιά, χιλιοειπωμένα υλικά. Επέλεξαν μόνο τη μάχη τους, μια μάχη φαντεζί, προκλητική και θορυβώδη. Μάχη ικανή να αναστατώσει τα media και να πυροδοτήσει έντονα πάθη, ακόμη και σε μια χώρα όπως η Γαλλία, που οι αντιδράσεις πάντα περνούν από το ενοχικό φίλτρο της βεβαρυμένης αποικιοκρατικής ιστορίας της.

Η εκ των υστέρων διευκρίνιση από παράγοντες της παράστασης και του φεστιβάλ ότι τα σουβλισμένα μωρά δεν ήταν ένα άκαρδο, ρατσιστικό σχόλιο των μαύρων γυναικών εναντίον λευκών αθώων μωρών, αλλά αντιθέτως μια παρέμβαση που καυτηριάζει την αδιαφορία των πλούσιων λευκών μαμάδων που παρατάνε τα παιδιά τους στις υποαμειβόμενες μαύρες νταντάδες καταδεικνύει την αδυναμία του εν λόγω εγχειρήματος να περάσει το αυτόνομο μήνυμά του. Οπως επίσης η διευκρίνιση ότι ο διαχωρισμός μαύρων και λευκών γυναικών στην αρχή της παράστασης ήθελε να τονίσει τον ρατσισμό που αισθάνονται οι μαύρες γυναίκες στη Γαλλία κάθε μέρα. Ομως το θέατρο δεν χρειάζεται μεσάζοντες, αυτό που παρουσιάζεται επί σκηνής οφείλει να περάσει χωρίς διαμεσολάβηση στην πλατεία.

Μπορεί και να σοκάρει

Το φεστιβάλ υπερασπίστηκε, ως όφειλε, τους συντελεστές της παράστασης εναντίον των ακραίων φωνών που ζητούσαν να κατέβει, μαζί με το αυτονόητο δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης των δημιουργών μέσω της τέχνης. Οι αντιδράσεις, κυρίως όταν ένας θεατής προκάλεσε επεισόδιο κατά τη διάρκεια της «επίθεσης» των ηθοποιών στις τσάντες και στα πορτοφόλια των θεατών στην πλατεία, ως μέρος της παράστασης που καυτηρίαζε τα δεινά που υπέστησαν οι πρόγονοί τους από τον αποικισμό, ήταν κάτι που σίγουρα περίμεναν οι διοργανωτές του φεστιβάλ. Γι’ αυτό εξάλλου υπήρχε στο πρόγραμμα προειδοποίηση ότι το θέαμα ενδέχεται να προσβάλει τις ευαισθησίες κάποιων. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλοι όσοι προσβλήθηκαν, αισθάνθηκαν άβολα ή βαρέθηκαν και αποχώρησαν είναι ρατσιστές, ομοφοβικοί ή ακροδεξιοί. Ή μήπως όχι; Μήπως αυτή η γενίκευση εφαρμόζεται πλέον επί δικαίων και αδίκων, κατατάσσοντας ανθρώπους σε ταμπέλες και κατηγορίες ανάλογα με τις αντιδράσεις τους σε μια και μόνο παράσταση;

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter