Ενα κείμενο του Ροβήρου Μανθούλη για τον Γιάννη Ρίτσο

Ενα κείμενο το οποίο ο σκηνοθέτης, ποιητής και διανοούμενος Ροβήρος Μανθούλης έγραψε το 2019 για το Documento.

Ο ΡΙΤΣΟΣ ήταν ο ποιητής της ατίθασης νεολαίας. Τα ποιήματά του ήταν συχνά απαγορευμένα και δεν τα εύρισκες στα βιβλιοπωλεία. Την εποχή που εγώ έβγαλα την πρώτη μου συλλογή με τίτλο Σκαλοπάτια, χωρίς να ξέρω ότι θα με οδηγήσουν, νέο παιδί 19 χρονών,  να ανέβω τα σκαλοπάτια της φωλιάς των ποιητών που ήταν το Πατάρι του Λουμίδη, ο Ρίτσος ήταν ακόμα στη Μακρόνησο. Την οποία θα μου διηγηθεί πολύ αργότερα. Η παρέα μου ήταν ο Μιχάλης Κατσαρός, ο Νίκος Γκάτσος, η Καίτη Δρόσου και σε συνέχεια ο Χριστοδούλου, ο Ζενάκος και μουσικοί ποιητές και ζωγράφοι, όπως τους έλεγα, ο Μάνος Χατζηδάκις, ο Μίνως Αργυράκης, ο Γιάννης Τσαρούχης.

Το 1953 έψαχνα να βρω τις μεταφράσεις που είχα ακούσει ότι είχε κάνει ο Ρίτσος ποιημάτων του Μαγιακόφσκι. Για να τις εκδώσω. Τον είχα χάσει. Νομίζω ήταν σε κάποιο νοσοκομείο. Βρήκα τις μεταφράσεις που είχαν κάνει ο Άρης Αλεξάνδρου (κατευθείαν από τα ρωσικά) και η Καίτη Δρόσου. Ύστερα από λίγο μου είπαν να μην τις χρησιμοποιήσω γιατί ο Άρης ήταν πάλι  κρατούμενος  και κινδύνευε να επιβαρύνει την θέση του. Ατυχώς το βιβλίο είχε ήδη τυπωθεί. Τελικά ησύχασαν απ’ αυτή την πλευρά γιατί δεν το δέχτηκε κανένα βιβλιοπωλείο για τους ίδιους λόγους! Ήταν ακόμη νωπή η εκτέλεση του Μπελογιάννη. Τα 2.000 αντίτυπα τα μοιράσαμε σε φίλους. Χώρια που έμεινα άφραγκος!

Νομίζω πως όλα αυτά μπορούν να είναι ένας πρόλογος, για να συνειδητοποιήσουν οι νεότεροι αυτά που θα ειπωθούν για τον Ρίτσο.  1985, ετοιμάζουμε μια σειρά με τίτλο ΡΙΖΕΣ στη Γαλλική Τηλεόραση. Είχα ήδη κάνε νωρίτερα, στην εξορία, μια ταινία με τον Μίκη στην Γαλλική Τηλεόραση, για τις δικές του ρίζες (Η Κραυγή της Σιωπής). Ήταν η ευκαιρία να κάνω επιτέλους την ταινία για τον Ρίτσο. Η ποίηση του Ρίτσου δεν είναι μόνο μεγάλη. Συμβαδίζει με την τραγική ιστορία του Ελλάδας από την Δικτατορία του Μεταξά μέχρι  το τέλος του Αστυνομικού κράτους, με το τέλος της Χούντας.

Ποτέ δεν έχουμε δει ποίηση που να μετράει φωναχτά χρόνο με το χρόνο  τα 50 περίπου έτη της ιστορίας ενός δεινοπαθούντος λαού όσο το έργο του Ρίτσου. Τα 50 αυτά χρόνια είναι οι ρίζες του. Τις «ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΡΙΤΣΟΥ» ακριβώς ήθελα υπογραμμίσω παράλληλα με τους στίχους. Που τους διαβάζει ο ίδος ο ποιητής. Με κοινό του εμένα! Μπορείτε να φανταστείτε την συγκίνησή μου.

Ρίζες είναι όλες οι εικόνες οι φυλακισμένες στους στίχους, στίχους-μοιρολόι που είναι ταυτόχρονα μνημόσυνο της ιστορίας και καταδίκη των όσων τη μόλυναν. Ο Ρίτσος μου διαβάζει τον Επιτάφιο:

Γιέ μου, σπλάχνο τῶν σπλάχνων μου,

καρδούλα τῆς καρδιᾶς μου,
πουλάκι τῆς φτωχιᾶς αὐλῆς, ἀνθὲ τῆς ἐρημιᾶς μου…

Έρχονται στη μνήμη:

Δικτατορία Μεταξά.

Θεσσαλονίκη, 9 Μαΐου1 1936.

Η Διαδήλωση των καπνεργατών.

Που πνίγεται στο αίμα.

Δώδεκα οι νεκροί.

Μια μάνα σπαράζει πάνω από τον νεκρό γιό της.

Φράσεις- Ρίζες που θα γίνουν Στίχοι-Εικόνες. Παλμοί Κινηματογραφικοί. Ρίζες-Στίχοι που γεννήθηκαν στις φυλακές και τις εξορίες και που θα τραγουδηθούν ξαφνικά από τις νότες του Μίκη και τη φωνή του Μπιθικότση.

Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω…

Οι στίχοι του Επιτάφιου θα δημοσιευτούν στην αρχή με τίτλο ΜΟΙΡΟΛΟΪ.

Ο Ρίτσος μού διαβάζει το άλλο μεγάλο του ποίημα:

Aυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ’ τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο.

Θα είναι Η ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ.

1945-1947. Κανούριες Ρίζες.

Τρομοκρατία. Η Ρωμιοσύνη βαδίζει προς τον Εμφύλιο. Ο Ρίτσοςμεταφράζει το δράμα του Ελληνικού λαού. Θα το τελειώσει το ποίημα στη Λήμνο όπου εξορίζεται πάλι το 1948.

O δρόμος χάνεται στο φως
κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.

Θα βγει άραγε κάποτε ο Ποιητής από τις σιδερένιες και κατασκότεινες αυτές μάντρες;

Στη Λήμνο  αρχίζει να ζωγραφίζει. Έχω δει έργα του στο σπίτι του. Μερικά σε πέτρες από νησιά της εξορίας. Αλλά δεν είναι μόνο ζωγράφος. Είχε σπουδάσει και ηθοποιός. Και χορό! Δεν ξέρω αν είναι γνωστό. Έχει χορέψει σε επιθεωρήσεις και στο Εθνικό Θέατρο, σε χορούς αρχαίας τραγωδίας νομίζω.  Στις επιθεωρήσεις χόρευε κα ο Τσαρούχης και ενίοτε στις ίδιες.

Ο Ρίτσος μού δείχνει πέτρες ζωγραφισμένες. Είναι από τα  ξερονήσια, μου λέει. Μου διηγείται την φοβερή διαμονή στο κάτεργο της  Μακρονήσου. Είναι πασίγνωστο. Και όσοι δεν το ξέρουν καλά θα κάνουν να το ψάξουν. Γιατί είναι ότι η Μακρόνησος είναι το ποιο πρωτότυπο έγκλημα που έχει σκαρφιστεί μια Βασιλευόμενη Αποικία των Συμμάχων μας.  Ο Ρίτσος βέβαια δεν θα πάψει να γράφει! Ο Μάνος Κατράκης – μου λέει ο Ρίτσος – έβαζε τα ποιήματά μου σε μια μπουκάλα και την έθαβε στο χώμα. ‘Όταν άλλαξε νησί εξορίας, ξέθαψε την μπουκάλα και την πήρε μαζί του στον Αη Στράη! Και έτσι σώθηκαν «Μακρονησιώτηκα».  Θα τα βρει στον Αη Στράτη ο Ρίτσος σ λίγο που  θα εξοριστεί κι’ αυτός εκεί! Θα αφεθεί ελεύθερος το 1952, ύστερα από διαμαρτυρίες στη  Γάλλία του Αραγκόν, του Πικάσο και άλλων. Ο Πικάσο θα κάνει και την γνωστή αφίσα για τον Μπελογιάννη που εκτελέστηκε την ίδια χρονιά.

Ίσως μερικοί στίχοι από τα ποιήματά του Ρίτσου είναι θύμησες της Μονεμβασιάς, της πατρίδας του. Μια από τις ποιητικότερες πατρίδες που γνώρισα. Ένας τεράστιο βράχος-πόλη που προσπαθεί να αποχωριστεί από την Πελοπόννησο  και να γίνει νησί! Όμως  οι Πελοποννήσιοι την κρατάνε γερά με μια λωρίδα άμμου που μοιάζει με σκοινί!   Οι 90 Μονεμβασιώτες που έμειναν είναι πολύ περήφανοι για τον ποιητή τους και για τον  Βράχο τους. Ο οποίος στο μεταξύ έγινε αρχαιολογικός χώρος! Φτάνω με το συνεργείο μου για γύρισμα και με σταματάνε στην είσοδο της πόλης. Έχετε άδεια; Έχω, δεν σας ήρθε; Όχι. Πού είναι ο αρχαιολόγος σας, ρωτάω. Στην Καλαμάτα. Πάρτε την στο τηλέφωνο. Στο ακουστικό μια αρχαιολόγος που είχε δει, σε ειδική προβολή, την ταινία που κάναμε για τον Ιερό Βράχο με τον μέγα αρχαιολόγο Γιάννη Μηλιάδη, Διευθυντή της Ακρόπολης. Το 1962! Που ήξερε ότι η ταινία είχει αγοραστεί από 3.000 αμερικανικά Πανεπιστήμια και Κολλέγια. Και ήξερε ότι είχα ανεβεί 152 φορές στην Ακρόπολη! Μου λέει «δώστε το ακουστικό στον φύλακα.»  Και του δίνω το ακουστικό  να  ακούσει:

Δεν αφήνετε τον κ. Μανθούλη να περάσει;

Άλλη μια σύμπτωση που μου έστειλε η Πυθία από την αποικία των θεών στον Παρνασσό.  Και γυρίζουμε το γλυκύτατο σπίτι του ποιητή. Και την πέτρα και το νερό που τον άκουγα να μου απαγγέλει στους στίχους του.

Δεν θυμάμαι από πότε άρχισαν να εκδίδονται τα ποιήματα του Ρίτσου στα γαλλικά πάντως έχουν γίνει πάνω από 30 εκδόσεις. Δεν χρειάζεται βέβαια να απαριθμήσω τα βραβεία του, ελληνικά και διεθνή. Όμως πολλά από τα ποιήματά του έγιναν στίχοι τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη και έτσι ξύπνησαν τις ψυχές εκατομμυρίων ανθρώπων. Στην Ταϊτή της Γαλλικής Πολυνησίας θα με υποδεχτούν οι ντόπιοι με τραγούδια του Μίκη, με Ρίτσο και Χριστοδούλου.

Ρωμιοσύνη και Βράχο βράχο τον καημό μου.

Ναι, στην Ταϊτή! Προσπαθώ να εξηγήσω στους απορημένους Ταϊτινούς, εν μέσω του Ειρηνικού Ωκεανού και των υπερφορτωμένων με δάση  νησιών, τους στίχους του Ρίτσου που τους τραγουδούσε ο Μπιθικότσης:

-Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν την σιωπή…

– Δεν υπάρχει νερό.

 Mονάχα φως….

 Πώς; Δεν υπάρχει νερό;