Η Πανδημία ως προπομπός του Summis des iderantes affectibus

Κορονοϊός.

Η 4η Δεκεμβρίου του 1484 ήταν μία ημέρα που σημάδεψε την Ευρωπαϊκή Ιστορία.

Ο Πάπας Ιννοκέντιος ο 8ος εξέδωσε διάταγμα σύμφωνα με το οποίο ξεκινούσε το κυνήγι μαγισσών. Είχε προηγηθεί, τον προηγούμενο αιώνα, η ασθένεια γνωστή ως μαύρος θάνατος, που σκότωσε ένα συντριπτικό νούμερο των Ευρωπαίων υπηκόων.

Ποτέ μια κοινωνία δεν είναι ίδια μετά από μία πανδημία. Είτε η τελευταία δημιουργήθηκε από την κλιματική κρίση που ξυπνά ιούς, όπως προειδοποιούσαν καιρό οι σχετικοί επιστήμονες, είτε από εργαστήριο, όπως κάποιοι ισχυρίζονται παρατηρώντας την αφύσικα ανθεκτική και μολυσματική ακόμη και σε ανοιχτούς χώρους συμπεριφορά του νέου ιού (έτσι κι αλλιώς και τα δυο ανθρωπογενή είναι) το σίγουρο είναι πως η νέα πανδημία δεν πέφτει σε ουδέτερο περιβάλλον, ούτε θα ενισχύσει ουδέτερες δυναμικές. Σιγά σιγά (αφού μιλάμε για ιστορικό και όχι για τον βιολογικό μας χρόνο) η κοινωνία (που κατέρρεε ήδη αδύναμη να αντιμετωπίσει ραγδαίες οικονομικο-κοινωνικές μεταβολές) δεν θα είναι πια η ίδια. Και ίσως θα χρειαστούν δεκαετίες, κι ακόμη περισσότεροι νεκροί.ες στο πολιτικό πεδίο από αυτούς της πανδημίας, για να επανέλθει. Πρωτοφανές; Όχι ακρβώς. Ίσα ίσα αυτό επαναλαμβάνεται σταθερά στην ιστορία.

Αλλά οι πανδημίες και η διαχείριση της Δημόσιας Υγείας είχαν παίξει έναν εμβληματικό ρόλο, όπως φαίνεται από την Πανώλη του Ιουστινιανού αλλά και τις επαναλαμβανόμενες επιδημίες πανώλης που σάρωναν την Ευρώπη σε όλη την διάρκεια του Μεσαίωνα `και την επιδημία λέπρας γύρω στο 1000 μΧ που «έπεσε» σε μια κοινωνία ήδη κουρασμένη . Σε αντίθεση με ό,τι πχ πιστεύουμε δεν ήταν ο Β ΠΠ η μεγαλύτερη καταστροφή της Ευρωπαϊκής Ιστορίας, αλλά η βουβωνική πανώλη που ερήμωσε την ήπειρο κατά την τριετία 1348 έως 1351, κοστίζοντας τη ζωή σε 24 εκατομμύρια ανθρώπους, σχεδόν το ένα τέταρτο του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Ο ένοχος βέβαια (κι ας ήταν η γεωστρατηγική εξάπλωση μέσω της αποικιοκρατίας που έφερε μέσω των τρωκτικών νέους ιούς επί ΕυρωπαΙκού εδάφους) είχε βρεθεί στο πρόσωπο αρχικά των Εβραίων, των γατιών και στο τέλος των εγγράμματων γυναικών, και εκατοντάδες μικρά ολοκαυτώματα άρχισαν να συμβαίνουν στην Ευρώπη.

Ο Thurston (2001) μιλά για μια στροφή στις Χριστιανικές κοινωνίες που (για κοινωνικοοικονομικούς και πολιτισμικούς λόγους) ξεκίνησε να συμβαίνει αργόσυρτα (όπως κάθε τι σχεδόν τότε) γύρω στο 1000 και κορυφώθηκε λίγους αιώνεςαργότερα, μετατρέποντάς τες από εν συγκρίσει ‘’ανοιχτές και ανεκτικές” σε κοινωνίες «ενός γενικευμένου (ενάντια σε κάθε είδους μειονότητα) κυνηγητού». Είναι η εποχή που οι πρωτοχριστιανικές κοινότητες που ευαγγελίζονταν «έναν δικαιότερο κόσμο αγάπης» μεταβάλλονται με τρόπο ώστε να θυμίζουν όλο και περισσότερο (όπως συνέβη χρόνια αργότερα και στην αμιγώς πολιτική) τους διώκτες τους. Όπως σωστά έγραψε ο Ρώσος Χριστιανός φιλόσοφος Ιάκωβος Γκόφτσετερ «στο όνομα σου Κύριε ο Σατανάς κυβερνά. Ντύθηκε τα άμφια σου, καπηλεύτηκε τα σύμβολα σου και σε σταυρώνει κάθε μέρα». Εάν στα Ρωμαϊκά χρόνια «οι άλλοι» όπως οι χριστιανοί θανατώνονταν (τόσο στην πραγματικότητα όσο και στις καταγραφές που έχουν σωθεί στα μυθιστορήματα της εποχής) μιμούμενοι συχνά τον ήρωα μιας μυθικής ιστορίας (πχ κατασπαρασσόμενοι σε δημόσιους χώρους επάνω στον Σταυρό από ‘θηρία’ όπως ο Προμηθέας επάνω στον βράχο) όταν ο Χριστιανισμός «νίκησε» (όταν απέκτησε την κρίσιμη μάζα ώστε να τον κάνουν οι ηγεμόνες επίσημη τους θρησκεία δλδ) άρχισε να κάνει με άλλους τρόπους το ίδιο ακριβώς. Γύρω στο 1000 άρχισε το μυθολογικό μοτίβο της αναπαράστασης του διαβόλου ως ‘θηρίου’ και λίγους αιώνες μετά είχε παγιωθεί ως ένα θηρίο πανίσχυρο, στην συνομωσία του οποίου τάσσονταν οι αιρετικοί, οι λεπροί, οι εβραίοι, οι ομοφυλόφιλοι, οι γάτες κι οι τσουκνίδες, το διαβολικό φυτό που αρνούνταν να πεθάνει γρατζουνώντας παντοτινά τις αυλές των παπών και των ‘αριστοκρατών’ της εποχής. Και βέβαια και οι γυναίκες, ο κόλπος των οποίων υπήρξε η πύλη της κόλασης.

…Οι μύθοι πως όλες αυτές οι ομάδες πίνουν το αίμα παιδιών σε βαρέλια, διασπείρουν αρρώστιες και πως συνωμοτούν υπέρ του κακού για να αποδιώξουν το… καλό που οι ιεροεξεταστές αντιπροσώπευαν έλκουν όχι την καταγωγή αλλά την μαζική διασπορά και την μαζική πολιτική χρήση τους από την εποχή εκείνων των πανδημιών. Ήδη η θεολογία του Θωμά του Ακινάτη από τον 13ο αιώνα νομιμοποιούσε κι ευλογούσε τις δολοφονίες και τους βασανισμούς κατά των «μάγων» ώστε όταν ο Πάπας Ιννοκέντιος ο 8ος (εκ του Innocent, του Αθώου! Δείγμα της Οργουελικής γλώσσας της εξουσίας) εξέδωσε στα τέλη του 15ου το Summis des iderantes affectibus, η κοινωνία είχε εκπαιδευτεί μαζικά για να αποδέχεται την φρίκη, το κακό που (για άλλη μια φορά στο όνομα της ασφάλειας ή της ανάγκης) ερχόταν. Δίχως (παρά τα κοινωνικά φιλελεύθερα, πολύτιμα διαλείμματα, να μας εγκαταλείψει ποτέ από τότε…