Λατινική Αμερική: Οι κοινωνίες ζητούν πάλι τον λόγο

Οι ανισότητες επαναφέρουν τον λαό στο προσκήνιο κόντρα στις στοχεύσεις των ΗΠΑ και των νεοφιλελεύθερων ελίτ

Τα νεοφιλελεύθερα προγράμματα της σκληρής λιτότητας και οι επεμβάσεις των ΗΠΑ ναρκοθετούν κάθε άλλη εξέλιξη, αποτελώντας ανοιχτή πληγή για τη Λατινική Αμερική. Τα προηγούμενα χρόνια φάνηκε να εμπεδώνεται και πάλι η αμερικανοκρατία, μετατρέποντας σε «παρένθεση» τις αριστερές ριζοσπαστικές κυβερνήσεις. Ομως οι πανταχού παρούσες ανισότητες γίνονται πάλι όχημα για να επιστρέψει στο προσκήνιο ο κόσμος της εργασίας.

Στη Χιλή την περασμένη Κυριακή ένα συντριπτικό 78,3% των ψηφοφόρων αποφάσισε τη σύνταξη νέου, εκ του μηδενός συντάγματος αντικαθιστώντας το ισχύον, το λεγόμενο σύνταγμα Πινοσέτ, το οποίο συντάχθηκε το 1980 κατά την παντοδυναμία του δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ.

Το σύνταγμα Πινοσέτ αποτέλεσε τροχοπέδη του εκδημοκρατισμού μετά την πτώση της δικτατορίας το 1990, απαιτώντας για παράδειγμα υπερπλειοψηφίες για την αναθεώρηση θεσμών όπως οι ένοπλες δυνάμεις και το εκπαιδευτικό σύστημα, δεσμεύοντας εν πολλοίς τη χώρα στα νεοφιλελεύθερα πρότυπα που μεγέθυναν τις κοινωνικές ανισότητες, όπως η ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος που είναι στα χέρια αρπακτικών funds. Καθώς η χώρα έχει ιδιαίτερα χαμηλούς δείκτες ευημερίας μαζί με το Μεξικό και την Κολομβία, οι διαδηλώσεις κατά της λιτότητας είναι απολύτως εξηγήσιμες.

«Η Χιλή ξύπνησε» ήταν το σύνθημα που κυριάρχησε πέρυσι με την έναρξη των μεγάλων διαδηλώ σεων στη Χιλή, οι οποίες από τη μια μέρα στην άλλη μετατράπηκαν από μαθητικές διαμαρτυρίες κατά της αύξησης των 30 πέσος (0,037 ευρώ) του εισιτηρίου στο μετρό του Σαντιάγο στη μεγαλύτερη κοινωνική εξέγερση από την επαναφορά της δημοκρατίας το 1990.

Τον Νοέμβριο του 2019, έναν μήνα μετά την έναρξη των διαδηλώσεων, η κυβέρνηση του προέδρου της χώρας Σεμπαστιάν Πινιέρα υποκύπτοντας στις κοινωνικές πιέσεις πρότεινε στο κοινοβούλιο τη «Συμφωνία για την ειρήνη και το νέο σύνταγμα», όπως τη χαρακτήρισε ο πρόεδρος της Γερουσίας Χάιμε Κιντάνα.

Η δημοτικότητα του προέδρου είχε αγγίξει το ιστορικό χαμηλό του 15% την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση αντιμετώπιζε σοβαρές κατηγορίες για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Χιλής. Σε έναν ευρύ διάλογο –ασυνήθιστο φαινόμενο, όπως χαρακτηρίζει η εφημερίδα «El Pais», για τον πολιτικό κόσμο της Χιλής– οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας συμφωνούσαν ότι τα άρθρα του νέου συντάγματος θα πρέπει να εγκρίνονται με τα δύο τρίτα των ψήφων των μελών της αρμόδιας επιτροπής. Ο Χάιμε Κιντάνα δήλωνε επίσης από την έδρα του Κογκρέσου στην πρωτεύουσα Σαντιάγο: «Είμαστε υπεύθυνοι για πολλές αδικίες, ανισότητες και καταχρήσεις που μας υπέδειξαν οι Χιλιανοί. Είναι μια ειρηνική και δημοκρατική διέξοδος από την κρίση, η οποία αναζητά ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο στη Χιλή».

Στη Βολιβία μαύρισαν τους πραξικοπηματίες

Η σαρωτική νίκη του Λουίς Αρσε με διαφορά 20 ποσοστιαίων μονάδων στις προεδρικές εκλογές της Βολιβίας με το κόμμα του Εβο Μοράλες Κίνημα για τον Σοσιαλισμό (ΜAS) εξουδετέρωσε οποιαδήποτε διεθνή ένσταση και αμφισβήτηση δίνοντάς του την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή και τη Γερουσία.

Μόλις ένας χρόνος πέρασε από το αστυνομικοστρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον πρώην πρόεδρο της Βολιβίας Εβο Μοράλες εγκαθιστώντας στην προεδρική θέση την ακροδεξιά ευαγγελική Ζανίν Ανιέζ. Τη μεταβατική κυβέρνηση της Ανιέζ είχαν σπεύσει να αναγνωρίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τον πρόεδρό τους Ντόναλντ Τραμπ να δηλώνει στον προσωπικό λογαριασμό του στο Twitter: «Στηρίζουμε τη Ζανίν Ανιέζ στη Βολιβία, η οποία θα εργαστεί για μια δημοκρατική ειρηνική μετάβαση μέσω ελεύθερων εκλογών».

Κάθε άλλο παρά ειρηνική ήταν η μεταβατική περίοδος της Ανιέζ, το κόμμα της οποίας δεν είχε καταφέρει να συγκεντρώσει ούτε 4% στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές, αλλά η ίδια μετά την ανάδειξή της σε πρόεδρο της χώρας αναφωνούσε «η Βίβλος επέστρεψε στο παλάτι».

Η παράνομη κυβέρνηση εξαπέλυσε ένα κύμα βίαιης καταστολής των διαδηλώσεων που ακολούθησαν, με τραγικό απολογισμό δεκάδες δολοφονίες άοπλων υποστηρικτών του MAS και εκατοντάδες τραυματισμούς από τις αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις, χωρίς όμως να κατορθώσει να φράξει τον δρόμο της επιστροφής στο κόμμα.

Στη μέγγενη του Μπολσονάρο

Στη Βραζιλία, οι βασικές εξαγωγές της οποίας είναι τα ορυκτά και το κρέας, μόνο το 25% των εξαγωγών της αφορά βιομηχανικά προϊόντα, σε σύγκριση με περίπου σαράντα χρόνια πριν, όταν οι εξαγωγές της στα προϊόντα αυτά αναλογούσαν στο 75%. Σε συνδυασμό με το υπέρογκο δημόσιο χρέος δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος εξάρτησης που λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης έχει προκαλέσει κρίση και στις συνθήκες ζωής του πληθυσμού.

Η εκλογή του ακροδεξιού Ζαΐρ Μπολσονάρο στον προεδρικό θώκο την 1η Ιανουαρίου 2019 σηματοδότησε ριζική αλλαγή στο πολιτικό σύμπαν της Λατινικής Αμερικής, βάζοντας τέλος σε σχεδόν δύο δεκαετίες αριστερών κυβερνήσεων. Ο Βραζιλιάνος πρόεδρος από τις πρώτες ώρες ανάληψης της προεδρίας έσπευσε να εξαπολύσει την επιθετική αντιπεριβαλλοντική πολιτική του εκδίδοντας το προεδρικό διάταγμα που μετέφερε το ρυθμιστικό πλαίσιο προστασίας του Αμαζονίου στην αρμοδιότητα του υπουργείου Γεωργίας, το οποίο ελέγχεται από το πανίσχυρο λόμπι της αγροτικής βιομηχανίας.

Η κίνηση αυτή προκάλεσε την κατακραυγή των αυτόχθονων ηγετών, οι οποίοι δήλωναν ότι πλέον απειλούνταν οι εκτάσεις τους, δηλαδή περίπου το 13% της βραζιλιάνικης επικράτειας, και ταυτόχρονα συνεπαγόταν τη συμβολική παράδοση στα συμφέροντα της αγροτικής βιομηχανίας την ώρα που η αποψίλωση των δασών ήταν εκ νέου σε αύξηση. Η αποψίλωση τελικά έφτασε το υψηλότερο σημείο των τελευταίων 14 ετών τους τελευταίους 14 μήνες, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία από το αρμόδιο παρατηρητήριο της χώρας. Την ίδια στιγμή ένα από τα πιο σημαντικά οικοσυστήματα του πλανήτη, ο μεγαλύτερος τροπικός υγρότοπος του Παντανάλ, τυλιγόταν στις φλόγες με τραγικό απολογισμό 16.000 τετραγωνικά μίλια καμένης έκτασης, σύμφωνα με την ανάλυση του Εθνικού Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου του Ρίο ντε Τζανέιρο.

Στην πρώτη του ομιλία από τον προεδρικό θώκο το 2019 ο Μπολσονάρο, με ρητορική που θύμιζε αυτή του ομολόγου του Ντ. Τραμπ, είχε καταφερθεί εναντίον των μέσων μαζικής ενημέρωσης, εξαπολύοντας κατηγορίες για «ακραίο περιβαλλοντισμό» και διακηρύσσοντας παράλληλα την κυριαρχία επί του Αμαζονίου.

Με παρόμοιο τόνο υπερασπίστηκε ενώπιον των υπόλοιπων μελών των Ηνωμένων Εθνών την απάντηση της κυβέρνησής του στον κίνδυνο της πανδημίας του κορονοϊού, εκθειάζοντας την οικονομική ενίσχυση στους πολίτες με χαμηλά εισοδήματα και στις μικρές επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Μούγκα, συνιδρυτή του Ινστιτούτου Ιγκαραπέ, μιας δεξαμενής σκέψης για θέματα δημόσιας, ψηφιακής και περιβαλλοντικής ασφάλειας με έδρα το Ρίο ντε Τζανέιρο, ο Μπολσονάρο ήταν αρχικά αντίθετος στην οικονομική ενίσχυση μέχρι να εξακριβώσει ότι θα αποτελούσε «σωσίβιο» για τη δημοτικότητά του.

Από την έναρξη της πανδημίας ο Μπολσονάρο είχε υποτιμήσει τη σοβαρότητα του κορονοϊού ονομάζοντάς τον «μια μικρή γρίπη», ενώ πολύ συχνά έχει εκφράσει την άποψη ότι δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί να προσβληθεί από τον ιό το 70% του πληθυσμού. Σήμερα, παρότι η Βραζιλία βρίσκεται στη δεύτερη θέση θυμάτων του κορονοϊού μετά τις ΗΠΑ του Τραμπ, η δημοτικότητα του Βραζιλιανού προέδρου βρίσκεται στο ζενίθ, τουλάχιστον σύμφωνα με έρευνα του λόμπι βιομηχανιών CNI.

Φονικές οι κυρώσεις των ΗΠΑ για τη Βενεζουέλα

Ρήξη προέκυψε στη συμμαχία του Βενεζουελάνου πολιτικού –εκλεκτού των ΗΠΑ– Χουάν Γκουαϊντό με τον Ενρίκε Καπρίλες ενόψει των επικείμενων βουλευτικών εκλογών που ανακοίνωσε ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο για τις 6 Δεκεμβρίου.

Ο Καπρίλες, υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές της Βενεζουέλας το 2012 με το κόμμα του Δικαιοσύνη Πρώτα, ο οποίος είχε συνταχθεί με την αντιπολίτευση του Γκουαϊντό, επιβεβαίωσε δημοσίως τη ρήξη με την πολιτική Γκουαϊντό και την «αποχή» δηλώνοντας ότι «δεν πρόκειται να μείνω με σταυρωμένα χέρια. Δεν πρόκειται να αφήσουμε τον κόσμο χωρίς επιλογή, δεν πρόκειται να χαρίσουμε την ολομέλεια της Βουλής στον Μαδούρο. Θα πολεμήσουμε». Η δήλωση Καπρίλες έρχεται λίγο αφότου ο ίδιος αποκήρυξε δημόσια τη μεταβατική προεδρία του Γκουαϊντό χαρακτηρίζοντάς την «κυβέρνηση του ίντερνετ». Και ενώ ο πολιτικός κόσμος βρίσκεται σε βαθιά κρίση, σε ακόμη βαθύτερη βρίσκεται η οικονομία της Βενεζουέλας μετά την επιβολή των σκληρών κυρώσεων του 2019 από τις ΗΠΑ. Ο οικονομικός κλοιός έχει στενέψει ασφυκτικά, με τους Βενεζουελάνους να διαμαρτύρονται σε διάφορες περιοχές της χώρας καθώς το κράτος αδυνατεί να παράσχει πλέον ρεύμα και νερό, ενώ για την προμήθεια καυσίμων στα πρατήρια οι ουρές μπορεί να έχουν μήκος χιλιομέτρων και η αναμονή να διαρκεί μέχρι και έξι μέρες.

Σε πρόσφατη δήλωσή του ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ν. Μαδούρο διαβεβαίωσε ότι η χώρα «παράγει ό,τι χρειάζεται για τις εσωτερικές της ανάγκες», ανακοινώνοντας «την επαναλειτουργία δύο διυλιστηρίων μετά τη σκληρή επίθεση» από την Ουάσινγκτον. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με επίσημες πηγές που επικαλείται η Deutsche Welle, η παραγωγή αργού πετρελαίου σήμερα φτάνει μόλις τα 400.000 βαρέλια ημερησίως, όταν το 2012 έφτανε τα 3,2 εκατομμύρια βαρέλια. Το σύστημα διύλισης της κρατικής βιομηχανίας πετρελαίου μόλις άγγιξε το 12% το α΄ τρίμηνο του έτους.

Η ύπατη αρμοστής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα Μισέλ Μπασελέτ είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις των κυρώσεων. Η Βενεζουέλα, η χώρα με τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου, στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην παραγωγή πετρελαίου χωρίς να διαθέτει παραγωγή τροφίμων και ιατροφαρμακευτικών ειδών, με αποτέλεσμα να εισάγει το 70% εξ αυτών.