Λιβύη: Η οργή ανάβει φωτιές πολιτικής αλλαγής

Οι Λίβυοι εκφράζουν ανοιχτά, με πορείες και οδοφράγματα με καμένα λάστιχα, την οργή τους για τις πολιτικές ελίτ που έχουν χωρίσει τη χώρα στα δύο και δεν κάνουν τίποτε για να βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδο. Η υπομονή των πολιτών έχει εξαντληθεί από τα αλλεπάλληλα μπλακάουτ εν μέσω θέρους λόγω έλλειψης καυσίμων –παρά το γεγονός ότι η χώρα κατέχει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στην Αφρική– και πλέον διαδηλώνουν με σκοπό την εξώθηση σε παραίτηση όλων των εκτελεστικών εξουσιών που έχουν οδηγήσει τη χώρα σε ένα πρωτοφανές αδιέξοδο, με ορισμένους από αυτούς να κραδαίνουν την παλιά, ολοπράσινη σημαία του καθεστώτος Καντάφι.

Το νεολαιίστικο κίνημα που έχει αναπτυχθεί, το οποίο αυτοαποκαλείται Beltress, έχει αναλάβει τον ρόλο της αιχμής του δόρατος της κοινωνικής πίεσης, καλώντας συνεχώς σε διαμαρτυρίες, κυρίως στην πρωτεύουσα Τρίπολη και τη Βεγγάζη. Τα κύρια αιτήματα είναι διάλυση των δύο κυβερνήσεων σε Τρίπολη και Τομπρούκ και των αντίστοιχων κοινοβουλίων με παράλληλη διεξαγωγή εκλογών.

Ο τομέας της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έχει επηρεαστεί από τον πόλεμο στην Ουκρανία καθώς και από το πολιτικό χάος μετά την επέμβαση της Δύσης το 2011 και την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι. Οι επενδύσεις για επέκταση του ηλεκτρικού δικτύου έχουν σταματήσει, όπως και οι όποιες εργασίες συντήρησης του ήδη υπάρχοντος, ενώ πολλές υποδομές έχουν καταστραφεί.

Παράλληλα, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες έχει απευθύνει έκκληση για ψυχραιμία. Ομως οι συνομιλίες των δύο αντιμαχόμενων πλευρών της Λιβύης την περασμένη εβδομάδα –υπό την αιγίδα του ΟΗΕ– απέτυχαν να άρουν το αδιέξοδο.

Οι προεδρικές και βουλευτικές εκλογές του περασμένου Δεκεμβρίου, που υποτίθεται θα ήταν το επιστέγασμα μιας ειρηνευτικής διαδικασίας υπό τον ΟΗΕ μετά τα βίαια επεισόδια του 2020, δεν έγιναν ποτέ. Παρά τις ελπίδες διεθνών παρατηρητών για αλλαγή φρουράς, οι διαφωνίες των δύο κέντρων ισχύος (το ένα στα ανατολικά που υποστηρίζεται από τον στρατηγό Χαλίφα Χαφτάρ και το άλλο στην Τρίπολη με τον Αμπντουλχαμίντ Ντμπεϊμπά) σχετικά με την ερμηνεία του συντάγματος, η αμφισβητούμενη εγκυρότητα ορισμένων υποψηφίων και η κυριαρχία των παραδοσιακών δυνάμεων που κανοναρχούν το πολιτικό πεδίο την τελευταία δεκαετία οδήγησαν τελικά στην ακύρωσή τους.

Επιδείνωση της κατάστασης

Η πολιτική κρίση επιδεινώθηκε φέτος, καθώς η Βουλή στο Τομπρούκ, στα ανατολικά της Λιβύης, που εκλέχτηκε το 2014, διόρισε νέα κυβέρνηση για να αντικαταστήσει τον ενδιάμεσο πρόεδρο Ντμπεϊμπά, ο οποίος επιμένει ότι για να αφήσει την εξουσία πρέπει να διεξαχθούν πρώτα εκλογές και να αναδειχτεί έτσι μια αιρετή κυβέρνηση με πρόσφατη λαϊκή εντολή.

Παράλληλα με το πολιτικό αδιέξοδο, οι πολίτες της Λιβύης υφίστανται τη σκληρή υποτίμηση του βιοτικού τους επιπέδου, καθώς οι τιμές στα τρόφιμα έχουν εκτοξευτεί λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της ανεξέλεγκτης κερδοσκοπίας στις χρηματιστηριακές αγορές εμπορευμάτων. Σε αυτή την κατάσταση προστίθεται και το γεγονός ότι οπαδοί της ανατολικής κυβέρνησης, της οποίας ηγείται ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Φατί Μπασάγκα, έχουν κλείσει αρκετές εγκαταστάσεις επεξεργασίας πετρελαίου από τον Απρίλιο, στο πλαίσιο του παιχνιδιού εξουσίας που στόχο έχει την άσκηση πίεσης στον προσωρινό πρόεδρο Ντμπεϊμπά.

Ο προσωρινός πρόεδρος καλεί όλα τα μέλη των θεσμών της Λιβύης να παραιτηθούν και να διενεργηθούν εκλογές, όμως αναλυτές εκτιμούν ότι αν δεν υπάρξει συναίνεση σε ένα συνταγματικό πλαίσιο, το οποίο θα οδηγήσει στις πρώτες προεδρικές εκλογές στην ιστορία της χώρας, δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι δραματικά. Ούτε η Βουλή στο Τομπρούκ ούτε το Κρατικό Συμβούλιο στην Τρίπολη μπορούν να ισχυρίζονται ότι έχουν έγκυρη λαϊκή εντολή, αφού έχουν εκλεγεί εδώ και σχεδόν μια δεκαετία. Αυτό που επέτρεπε στις ελίτ μέχρι τώρα την άνετη παραμονή στην εξουσία είναι η φαινομενική απουσία οργής εκ μέρους των πολιτών, αφού αυτές χρησιμοποιούσαν την εξουσία που τους έδινε η πρόσβαση στις πετρελαιοπηγές της Λιβύης και η διανομή προνομίων σε σημαντικούς κοινωνικούς παράγοντες.

Διεθνείς επιπλοκές

Η κόντρα δεν έχει καταλήξει σε σύγκρουση, καθώς μέχρι στιγμής και τα δύο στρατόπεδα –και οι αντίστοιχοι ξένοι υποστηρικτές τους– φαίνονται απρόθυμα να ξαναρχίσουν τις μάχες. Αλλά η αναζωπυρωμένη διαμάχη για το ποιος ηγείται της Λιβύης διαβρώνει τη σταθερότητα σε άλλα επίπεδα. Οικονομικά έχει πυροδοτήσει νέες διαφωνίες σχετικά με τα έσοδα από το πετρέλαιο, τα οποία αντιπροσωπεύουν σχεδόν το σύνολο του κρατικού προϋπολογισμού και παραμένουν προς το παρόν στα χέρια της προσωρινής κυβέρνησης με έδρα την Τρίπολη.

Παράλληλα, αυτή η κρίση περιπλέκει σημαντικά τα συμφέροντα ενέργειας και ασφάλειας της ΕΕ. Μια ασταθής Λιβύη κινδυνεύει να βλάψει τις ευρωπαϊκές προσπάθειες διαφοροποίησης των εισαγωγών υδρογονανθράκων και την απεξάρτηση από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Οι διαφωνίες για τον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου υπονομεύουν τη σταθερότητα του εφοδιασμού βραχυπρόθεσμα και θέτουν σε κίνδυνο τη διαθεσιμότητα πρόσθετων πόρων μακροπρόθεσμα.

Μια άλλη ανησυχία σχετίζεται με τη διαβόητη Ομάδα Wagner, τη ρωσική εταιρεία μισθοφόρων που συνεργάζεται με την κυβέρνηση Μπαγκάσα και τις δυνάμεις του στρατηγού Χαφτάρ. Οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες φοβούνται ότι η αυξανόμενη αντιπαράθεση με τη Ρωσία θα μπορούσε να οδηγήσει τη Μόσχα να χρησιμοποιήσει τη Wagner για να δημιουργήσει προβλήματα στη Λιβύη στη νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ.