Ο Chris Caffery των Savatage στο Documento: «Εγωιστές και κοντόφθαλμοι όσοι λένε ότι δεν έπρεπε να συνεχίσουμε»

Ο Chris Caffery των Savatage στο Documento: «Εγωιστές και κοντόφθαλμοι όσοι λένε ότι δεν έπρεπε να συνεχίσουμε»
Ο Chris Caffery (αριστερά) με τον τραγουδιστή των Savatage, Zak Stevens

Λίγες μέρες πριν από την πολυαναμενόμενη συναυλία τους στο Rockwave Festival, ο κιθαρίστας των Savatage μιλάει με αφορμή την επιστροφή του συγκροτήματος στην ενεργό δράση.

Ήταν 19 Απριλίου 2025 όταν οι Savatage έδωσαν στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας την πρώτη συναυλία τους δέκα ολόκληρα χρόνια μετά το ιστορικό λάιβ στο Wacken της Γερμανίας. Η περιοδεία με την οποία επισημοποιήθηκε η επαναδραστηριοποίηση του συγκροτήματος που για μια δεκατία είχε μπει στον πάγο, θα ολοκληρωθεί το Σάββατο 28 Ιουνίου στο Terra Republic λίγο έξω από την Κατερίνη στο πλαίσιο του επετειακού Rockwave Festival. Λίγες μέρες πριν από την επιστροφή των Savatage στην χώρα μας μετά από 23 χρόνια, ο κιθαρίστας Chris Caffery μίλησε στο Documento για τους λόγους που κράτησαν τη μπάντα ανενεργή, αλλά και για τον ρόλο που έπαιξε η Ελλάδα στη συναυλιακή και, προσεχώς, δισκογραφική «ανάστασή» τους.

Μπορεί οι Savatage να ήταν ανενεργοί για μεγάλο χρονικό διάστημα, νομίζω όμως ότι το παράθυρο της επιστροφής ήταν πάντα ανοιχτό. Τελικά η απόφαση για την επαναδραστηριοποίηση της μπάντας ήταν αποτέλεσμα της επιμονής των οπαδών σας να επιστρέψετε ή επειδή νιώσατε κι εσείς οι ίδιοι την ανάγκη να το κάνετε;

Νομίζω ότι είναι ένας συνδυασμός και των δύο που είπες. Και πολύ σωστά μιλάς για επαναδραστηριοποίηση και όχι για reunion αφού πρακτικά οι Savatage δεν διαλύθηκαν ποτέ αλλά έκαναν ένα πολύ μεγάλο διάλειμμα κατά το οποίο στους παλιούς οπαδούς που ποτέ δεν έφυγαν από κοντά μας έχει προστεθεί και μια νέα γενιά που μας έχει μάθει αλλά δεν μας έχει δει ποτέ ζωντανά. Το διαπιστώσαμε αυτό στις πρώτες κιόλας συναυλίες που δώσαμε στη Λατινική Αμερική, όπου ένα μεγάλο ποσοστό του κοινού ήταν άνθρωποι που δεν είχαν καν γεννηθεί όταν κυκλοφορήσαμε το τελευταίο μας άλμπουμ το 2001. Θα ακουστεί τρελό αλλά κατεβαίναμε από τη σκηνή έχοντας την αίσθηση ότι οι Savatage είναι τώρα μεγαλύτεροι από ποτέ! Υπό αυτές τις συνθήκες λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτή ήταν η κατάλληλη στιγμή για να κάνουμε πράξη το this is the time (σ.σ. το τραγούδι μέσα από το «Dead winter dead») και να ανοίξουμε το νέο κεφάλαιο των Savatage.

Κάποιες από τις πιο δυνατές φωνές που εκλιπαρούσαν για την επιστροφή των Savatage ακούγονταν από την Ελλάδα. Πώς βλέπετε την επιστροφή σας εδώ ως headliners ενός φεστιβάλ;

Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα έπαιξε κομβικό ρόλο στην επιστροφή μας αφού η συνέντευξη του Jon Oliva στο ελληνικό RockHard το 2023 άναψε τη σπίθα που μέχρι τότε σιγόκαιγε. Από την επόμενη κιόλας μέρα άρχισα να λαμβάνω μηνύματα από ανθρώπους που μου έγραφαν πόσο ενθουσιασμένοι είναι που οι Savatage θα κυκλοφορήσουν επιτέλους νέο δίσκο και έλεγα «αλήθεια, βγάζουμε νέο δίσκο;». Το συζητούσαμε κατά καιρούς αλλά δεν υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο πλάνο. Μετά από αυτήν τη συνέντευξη όμως ήταν φανερό ότι είχε μπει το νερό στο αυλάκι. Σε κάθε περίπτωση έχουμε πολύ έντονες αναμνήσεις από τις συναυλίες μας στην Ελλάδα και η επιστροφή μας εκεί μετά από 23 χρόνια είναι ο καλύτερος τρόπος για να κλείσουμε αυτό το σκέλος της περιοδείας. Όταν ήρθαμε για πρώτη φορά, το 1996, δεν ξέραμε τι να περιμένουμε και μείναμε με το στόμα ανοιχτό.

Ακριβώς αυτό πάθαμε και όσοι σας είδαμε τότε για πρώτη φορά…

Θυμάμαι πολύ έντονα και τη συναυλία σε ένα γήπεδο μπάσκετ (σ.σ. εννοεί το 2002 στο Σπόρτινγκ) με το κοινό να τραγουδάει κάθε στίχο και να συνοδεύει κάθε μελωδία στα σόλο και σκέφτομαι ότι σήμερα αυτό το feeling έχει χαθεί εξαιτίας των ακουστικών και των συστημάτων που περιορίζουν την αμεσότητα με το κοινό. Βλέπεις τον άλλο από κάτω και από την έκφραση του προσώπου του καταλαβαίνεις ότι ξελαρυγγιάζεται αλλά δεν μπορείς όλο αυτό να το εισπράξεις στο 100%.

Υπάρχουν και κάποιες άλλες φωνές βέβαια, αυτές που λένε ότι μετά τον θάνατο του Paul O’Neill και την αδυναμία του Jon Oliva να σας ακολουθήσει, δεν θα έπρεπε να συνεχίσετε. Πώς το σχολιάζεις;

Υπάρχουν και αυτοί αλλά θεωρώ ότι σκέφτονται εγωιστικά πολύ απλά γιατί ξεχνούν ότι είναι πάρα πολλοί εκείνοι που δικαιούνται να έρθουν σε επαφή με την κληρονομιά των ανθρώπων που για διαφορετικούς λόγους δεν είναι πια μαζί μας. Το γεγονός ότι ο Chris Oliva και ο Paul O’Neill έχουν φύγει από τη ζωή και ο Jon αντιμετωπίζει θέματα υγείας δεν σημαίνει ότι θα στερήσουμε την ευκαιρία σε όσους θέλουν να δουν να ξετυλίγεται μπροστά τους ένα κομμάτι της ιστορίας του heavy metal και της μουσικής γενικότερα, το οποίο γράφτηκε από τόσο σπουδαίους μουσικούς και ανθρώπους. Η χαρά στα πρόσωπα όσων δεν μας είχαν ξαναδεί είναι η καλύτερη απάντηση σε εκείνους που έχουν τόσο κοντόφθαλμη λογική.

Πόσο βοήθησε στην απόφαση σας να επαναφέρετε τους Savatage το γεγονός ότι το πρότζεκτ των Trans Siberian Orchestra (TSO) έτρεχε κανονικά;

Δεν ξέρω αν υπάρχει ακριβής απάντηση σε αυτό. Η αλήθεια είναι ότι η τεράστια δημοφιλία που απέκτησαν οι TSO εξέπληξε όλους όσοι εμπλεκόμαστε σε αυτό το πρότζεκτ, εκτός φυσικά από τον ίδιο τον Paul που είχε αφοσιωθεί και το πίστευε πολύ. Ίσως θα έπρεπε να το δούμε από την ανάποδη, ότι δηλαδή αν οι TSO δεν υπήρχαν οι Savatage θα συνέχιζαν να δισκογραφούν και να περιοδεύουν κανονικά. Δεν θα το χρησιμοποιούσα όμως ως δικαιολογία για το γεγονός ότι σταματήσαμε να παίζουμε αφού υπήρξε ένας συνδυασμός παραγόντων που έβαλαν τότε τους Savatage στον πάγο από τον οποίο θα μπορούσαν να είχαν βγει οποιαδήποτε στιγμή μέσα στη δεκαετία 2003-2013 που οι TSO ήταν πολύ δραστήριοι. Απλά δεν έγινε και όταν ο κόσμος με ρωτούσε αν και πότε θα επιστρέψουμε η απάντησή μου ήταν ότι η κρυστάλλινη σφαίρα μου δεν λειτουργεί, αλλά να είστε σίγουροι πως όταν έρθει η ώρα εγώ θα είμαι εκεί γιατί, εκτός των άλλων, είμαι και ο μεγαλύτερος οπαδός των Savatage πάνω στη Γη.

Όλα έδειχναν ότι η σύμπραξη Savatage με TSO στο Wacken το 2015 θα ξεκλείδωνε το συγκρότημα.

Ήταν καταπληκτικό αυτό που έγινε στο Wacken και το όραμα του Paul ήταν αυτό το σόου να επαναληφθεί και σε άλλες πόλεις και μάλιστα με νέο υλικό τόσο από εμάς όσο και από τους TSO. Με τον θάνατο του Paul όμως (σ.σ. τον Απρίλιο του 2017) όλα ματαιώθηκαν και μας πήρε χρόνια να το συνειδητοποιήσουμε αφού εκτός από ψυχή και καθοδηγητής των Savatage ήταν ο μέντοράς μας. Δεν ήταν απλά ένα πρόσωπο με το οποίο συνδεόμασταν επαγγελματικά αλλά ο άνθρωπος στον οποίο μπορούσαμε ανά πάσα στιγμή να στραφούμε για ό,τι μας απασχολούσε. Για μένα προσωπικά ήταν σαν να έχανα πατέρα και αδερφό μαζί και ομολογώ ότι ακόμα και τώρα δεν το έχω ξεπεράσει. Παρόλα αυτά σε όλους μας υπήρχε η αίσθηση ότι θα έρθει η στιγμή που θα ξαναμαζευτούμε και αυτό έγινε πέρυσι, όταν μας ενημέρωσαν ότι έχουμε κάποιες πολύ καλές προτάσεις για να παίξουμε ζωντανά. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν να βάλω τα κλάματα γιατί ήταν αυτό ακριβώς που περίμενα πάρα πολλά χρόνια. Οι TSO είναι ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που μου έχουν συμβεί αλλά όταν κοιτάζω το πρόγραμμα των συναυλιών και δίπλα στις ημερομηνίες βλέπω τη λέξη Savatage βρίσκω ισορροπία, σταθερότητα και την ψυχική ηρεμία που τόσο έχω ανάγκη. Μιλάμε για κάτι που είναι μέρος της ζωής μου για περισσότερα από 38 χρόνια και ακριβώς επειδή εκτός από μέλος είμαι όπως σου είπα και οπαδός, καταλαβαίνω πώς νιώθουν όλοι εκείνοι που ήθελαν τόσο πολύ να μας δουν να επιστρέφουμε.

Κρίνοντας από όσα έχω δει, ακούσει και διαβάσει η σύμπραξη Savatage με TSO ήταν η σημαντικότερη στιγμή στην ιστορία της μπάντας. Είναι έτσι;

Δεν ξέρω αν είναι η σημαντικότερη στιγμή των Savatage, το σίγουρο είναι ότι ήταν μια γιορτή για όλους όσοι βοηθήσαμε τον Paul O’Neill να υλοποιήσει το όραμά του παρουσιάζοντας δύο τεράστιες παραγωγές σε μία. Ήταν η απόλυτη αναγνώριση μιας καλλιτεχνικής ιδιοφυίας που διέκρινε στα αδέλφια Oliva το μεγαλείο της μουσικής τους και το ανέδειξε, που είχε την ικανότητα για γράφει ο ίδιος μουσικη, ιστορίες και στίχους που έφερναν τους ανθρώπους πιο κοντά. Και αυτό το καταλαβαίνεις όταν μιλάς με οπαδούς απ’ όλον τον κόσμο που σου λένε ότι τα τραγούδια του άλλαξαν τις ζωές τους. Πόσοι μπορούν άραγε να το πετύχουν αυτό; Έχουν έρθει άνθρωποι από την Αφρική, τη Μέση Ανατολή ή τη Λατινική Αμερική και μας έλεγαν ότι «οι Savatage μου έσωσαν τη ζωή» με τραγούδια όπως το «Believe», το «Chance» και με άλμπουμ όπως το «Dead winter dead». Ακόμα τον βλέπω στο κέντρο ανάμεσα στους συντελεστές εκείνης της συναυλίας να στέκεται με τα χαρακτηριστικά μαύρα γυαλιά του και να απολαμβάνει τον τρόπο με τον οποίο 80.000 άνθρωποι είχαν γίνει ένα χάρη στη μουσική του…

Ο οργανισμός των Savatage έχει βιώσει για τα καλά την απώλεια. Κατάφερνε όμως πάντα να σηκώνεται. Πόσο έτοιμοι είστε τώρα για το πρώτο άλμπουμ χωρίς τον Paul O Neil μετά από σχεδόν σαράντα χρόνια;

Όταν δουλεύεις με ανθρώπους σαν τον Paul O’Neill για πολλά χρόνια, μαθαίνεις συνεχώς κοντά τους. Εγώ συνθέτω, στιχογραφώ και προσεγγίζω την παραγωγή διαφορετικά χάρη στον Paul. Θέλουμε πολύ να κάνουμε ένα σπουδαίο δίσκο Savatage για τους οπαδούς μας, άλλο τόσο όμως το θέλουμε και για τον ίδιο και την οικογένειά του. Δεν θέλουμε να απογοητεύσουμε κανέναν και αυτό μας έχει βάλει λίγη περισσότερη πίεση, είναι η αλήθεια, αλλά είμαι σίγουρος ότι όλα θα γίνουν όπως πρέπει. Έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στον “Mountain King”, ο Jon είναι ένας καταπληκτικός μουσικός και όποιος έχει ακούσει και τις άλλες δουλειές του ξέρει τι είναι ικανός να κάνει.

Αληθεύει ότι ο τίτλος του νέου άλμπουμ θα είναι «Curtain Call»;

Αυτό είναι κάτι που είχε πει ο Jon στη συνέντευξή του στον Σάκη (σ.σ. τον Σάκη Φράγκο από το ελληνικό RockHard). Προσωπικά μου αρέσει γιατί είναι ένας τίτλος που θα μπορούσε να  σηματοδοτήσει την αυλαία μιας νέας εποχής για τους Savatage.

Μιας και ανέφερες προηγουμένως το «Dead winter dead» -και θα κλείσουμε με αυτό- φέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια από την κυκλοφορία του. Μιλάμε για ένα από τα πιο σημαντικά αντιπολεμικά άλμπουμ στην ιστορία της μουσικής. Θα μπαίνατε στη διαδικασία να κάνετε κάτι αντίστοιχο με θέμα όλα όσα συμβαίνουν αυτές τις μέρες γύρω μας;

Αν υπάρχει ένας δίσκος που δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε χωρίς τον Paul είναι ακριβώς ένας τέτοιος δίσκος. Ζούμε σε μια πολύ διαφορετική εποχή σε σχέση με αυτήν που γράφτηκε το «Dead winter dead» και αν καταπιαστείς με κάποιον από τους πολέμους που γίνονται και πάρεις θέση υπέρ του ενός, το πιθανότερο είναι να στεναχωρήσεις ή και να εξοργίσεις την άλλη πλευρά και όλο αυτό να εξελιχθεί σε ένα clickbait δράμα στα social media. Ο Paul είχε ένα χάρισμα: ήταν από τους ελάχιστους ανθρώπους που μπορούσαν να προσεγγίσουν ένα θέμα φέρνοντας τις δύο πλευρές κοντά χωρίς να προκαλέσει κανέναν. Δεν μου αρέσουν καθόλου αυτά που βλέπω να συμβαίνουν γύρω μας και δεν μπορώ να καταλάβω πώς είναι δυνατόν να μη μπορούμε να λύσουμε τις διαφορές μας χωρίς να χρειαστεί να πετάμε βόμβες ο ένας στον άλλο, αλλά δεν θα μπορούσαμε να προσεγγίσουμε μια κατάσταση με τον τρόπο που το έκανε ο Paul το 1994 γράφοντας για τον έρωτα ενός Σέρβου και μιας Βόσνιας με φόντο εκείνον τον πόλεμο.


INFO
Σάββατο 28 Ιουνίου. Terra Republic, 55ο χλμ EO Θεσσαλονίκης-Κατερίνης

Documento Newsletter