Πέγκυ Ρίγγα: Δαιμονοποιώντας την κινηματογραφική αίθουσα

Η αιθουσάρχισσα και αρχαιολόγος γράφει για την ενίσχυση των 1.500 ευρώ που δεν δόθηκε από το ΥΠΠΟΑ και την παραίνεση της κυβέρνησης για αλλαγή τρόπου ζωής

Κοινωνία χωρίς πολιτισµό δεν µπορεί να υπάρξει σε καµία περίπτωση. Αυτό που ζούµε σήµερα δεν µπορεί να ξεπεραστεί δίχως τη συνδροµή της τέχνης σε οποιαδήποτε µορφή της. Στη χώρα µας αυτό δεν έχει γίνει αντιληπτό από τη σηµερινή κυβέρνηση. Στις αρχές της πανδηµίας είχαν εξαγγελθεί κάποια µέτρα από τα υπουργεία Πολιτισµού και Οικονοµικών µε τη µορφή οικονοµικής στήριξης, της τάξης περίπου των 1.500 ευρώ, για τις παραδοσιακές κινηµατογραφικές αίθουσες, ποσό το οποίο για τα δεδοµένα τους είναι ελάχιστο καθώς µόνο το ρεύµα συντήρησης είναι µεγάλο έξοδο. Ωστόσο ακόµη κι αυτά τα χρήµατα δεν τα εισπράξαµε ποτέ. Ουσιαστική ενίσχυση εκτός των 800 ευρώ που πήρε ο περισσότερος κόσµος την άνοιξη δεν έχει υπάρξει. Γι’ αυτό πριν από έναν µήνα γύρω στους 60 αιθουσάρχες συνυπογράψαµε µια επιστολή διαµαρτυρίας προς την υπουργό. Πολλοί συνάδελφοί µου βρίσκονται σε δεινή οικονοµική θέση· στην ίδια άλλωστε θα βρισκόµουν κι εγώ σε περίπτωση που δεν είχα τα θερινά (σ.σ.: η κ. Ρίγγα είναι ιδιοκτήτρια των θερινών κινηµατογράφων Ριβιέρα, Βοξ και Αθηναία).

Πολλές αποφάσεις των αρµόδιων οργάνων δεν έχουν λογική. Από το υποχρεωτικό κλείσιµο των θερινών στις 31 Οκτωβρίου κι ενώ ακόµη ο καιρός βοηθούσε προκειµένου να εξακολουθήσουν τη λειτουργία τους µέχρι το περίφηµο οριζόντιο κούρεµα του 30% σε όλες τις αίθουσες, χειµερινές και θερινές, χωρίς να υπάρχει κάποια σοβαρή µελέτη από πίσω. Ακόµη κι η λειτουργία των χειµερινών µε την υποχρεωτική έκδοση ηλεκτρονικών εισιτηρίων εν µια νυκτί –πολλά σινεµά δεν είχαν αυτήν τη δυνατότητα– ήταν κάτι που δεν µπορούσε να εφαρµοστεί. ∆υστυχώς από την αρχή της πανδηµίας ο χώρος του κινηµατογράφου και των τεχνών γενικότερα έχει στοχοποιηθεί όσο κανείς άλλος. Στα µέσα Φεβρουαρίου, όταν ήρθε ο κορονοϊός στη χώρα µας, τα πρώτα θύµατα ήταν οι κινηµατογράφοι και τα θέατρα. Η δαιµονοποίηση της κλειστής αίθουσας, χωρίς να έχει αποδειχτεί ότι είναι εστία µόλυνσης ή να έχει διαπιστωθεί κάποια συρροή κρουσµάτων από ένα σινεµά ή ένα θέατρο, οδήγησε σε πτώση του τζίρου της τάξης του 50%. Ακούσαµε για εστίες µετάδοσης σχεδόν παντού –σε κλωστοϋφαντουργεία, βιοµηχανίες ανακύκλωσης, µονάδες επεξεργασίας τροφίµων, κονσερβοποιεία κ.λπ.– εκτός από τις αίθουσες. Ολα τα παραπάνω εξακολουθούν να λειτουργούν κανονικά µε µια απολύµανση, ενώ κάθε µέρα βλέπουµε τα φαινόµενα σαρδελοποίησης στα ΜΜΜ. Αλλά το λουκέτο µπήκε στα σινεµά και τα θέατρα που δεν είχαν κρούσµατα και τηρούσαν ευλαβικά τα µέτρα υγιεινής και ασφάλειας.