Προγραμματική αλαζονεία και επικοινωνιακά τρικ με την ομογένεια από τον Μητσοτάκη

Σε ένα επικοινωνιακό σόου έπαρσης, ακύρωσης της κριτικής της αντιπολίτευσης, κουνήματος του δαχτύλου και μαθημάτων δημοκρατίας, και τελικά μίας χείρας συνεργασίας στα κόμματα της Νίκης, των Σπαρτιατών και του Βελόπουλου μετέτρεψε την δευτερολογία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την ανάγνωση των προγραμματικών του δηλώσεων, λίγο πριν τη διαδικασία της ψήφου εμπιστοσύνης.

Εάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν αποφάσιζε λίγο πριν την κατάληξη της ομιλίας του το απόγευμα της Κυριακής να απευθύνει ευθεία πρόταση συνεργασίας στα ακροδεξιά και φιλοφασιστικά κόμματα της Βουλής, τότε αναμφίβολα τα φώτα θα συγκέντρωνε η μετατροπή του «πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού» σε «πολυδύναμο», καθώς ούτε και σήμερα η ομιλία του περιελάμβανε ουσιαστικές άμεσες δεσμεύσεις προς τους πολίτες.

Ωστόσο, τα φώτα έκλεψε η εργαλειοποίηση της ψήφου των ομογενών και η επιχείρησή του να μετατρέψει αυτό το σοβαρό και ευαίσθητο για τη Δημοκρατία ζήτημα σε όπλο κατά των πολιτικών του αντιπάλων, αλλά και σε μέσο νομιμοποίησης των κομμάτων των Σπαρτιατών και της Νίκης, αλλά και της ακροδεξιάς αντιπολίτευσης στο σύνολό της.

«Στις αρχές της εβδομάδας αναρτούμε σε δημόσια διαβούλευση έναν νόμο με ένα άρθρο που θα καταργεί όλα τα εμπόδια για ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού, ώστε όλοι οι συμπολίτες μας να συμμετέχουν στα πολιτικά πράγματα της χώρας από όπου και αν κατοικούν» δήλωσε καταχειροκροτούμενος σε μία από τις τελευταίες αποστροφές του, τονίζοντας πως «είναι ευκαιρία να έχει η ρύθμιση 300 βουλευτές για να δείξουμε πόσο πιστοί είμαστε στις διακηρύξεις μας».

Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί πως όπως ανέφεραν πηγές του Μεγάρου Μαξίμου στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες, η ρύθμιση που θα κατατεθεί είναι η ίδια ρύθμιση που κατέθεσε και το 2021 η Νέα Δημοκρατία, που τότε πήρε 190 ψήφους από τους απαιτούμενους 200. Κατά τις ίδιες πηγές, εάν λάβει και τώρα τις ψήφους του ΠΑΣΟΚ και του κόμματος Βελόπουλου, όπως και πριν δύο χρόνια, τότε η ρύθμιση θα περάσει με 202 ψήφους. Το γεγονός ωστόσο πως οι ίδιες πηγές δεν είχαν απάντηση για την επιλογή της κατάθεσης της επίμαχης αλλαγής του εκλογικού νόμου «με το καλημέρα», ενισχύει τόσο τις κατηγορίες για εργαλειοποίηση, όσο και σκοτεινές κυβερνητικές μεθοδεύσεις σε ένα τόσο ευαίσθητο δημοκρατικό ζήτημα.

Κατά τα λοιπά, σε ένα ρεσιτάλ έπαρσης και αλλαζονείας που ξεπέρασε αρκετούς από τους βουλευτές του που προηγήθηκαν τις προηγούμενες ημέρες, ο Κυρ. Μητσοτάκης αντέτεινε στην κριτική που άσκησε η αντιπολίτευση το επιχείρημα επιπέδου διαδικτυακών τρολ «πήραμε 41% και η αντιπολίτευση βρέθηκε στο 17%». Ο πρωθυπουργός ακύρωσε κάθε κριτική που του ασκήθηκε, χωρίς να απαντά σε κανένα από τα σημεία που έθεσε η αντιπολίτευση, όπως για την ακροδεξιά ρητορική, την ακρίβεια και την αποσάθρωση του ΕΣΥ.

Χαρακτηριστικό της κενολογίας της δευτερολογίας Μητσοτάκη, οι δέκα «δεσμεύσεις» με τη σημείωση της ολοκλήρωσης μέρι το 2027. Σε αυτό το σημείο της ομιλίας τοποθέτησε πρώτη-πρώτη την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και την αποπληρωμή των δανείων του πρώτου μνημονίου, την δέσμευση επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων και την υψηλή ανάπτυξη, με γενική αναφορά σε μείωση ανεργίας και αύξηση εξαγωγών. Ακολούθησε η υπόσχεση για μέσο μισθό στα 1.500 ευρώ και κατώτατος στα 950 ευρώ χωρίς παρεμβάσεις και χωρίς χρονοδιάγραμμα, και μία ακόμα ουδέτερη αναφορά σε μείωση των ανισοτήτων.

Στη συνέχεια, καμία δέσμευση για «παρεμβάσεις» στην Υγεία με παραπομπή στα ισχνά μέτρα που εξήγγειλε ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, γενικές διακηρύξεις για αύξηση των ανανεώσιμων πηγών για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, συνέχιση του ψηφιακού κράτους, και φυσικά, προώθηση του διεμβολισμού του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας. Ακόμα πιο γενική η αναφορά στα ζητήματα Δικαιοσύνης και στην ταχύτητα απονομής της, και πανηγυρική κατάληξη στα εξοπλιστικά προγράμματα, με μία γενική αιχμή προς «όσους φορούν την ρομφαία υπερπατριώτη, να δούμε πως τοποθετούνται στους πατριώτες των πράξεων».

Παρότι από την αρχή ώς το τέλος της η ομιλία του Κυρ. Μητσοτάκη είχε διάχυτο ύφος έπαρσης και ακύρωσης κάθε αντιλόγου στο «ένα σχέδιο για την Ελλάδα του 2027», αυτό του «πολυδύναμου εκσυγχρονισμού», όψιμα προς το τέλος της ομιλίας υποστήριξε πως το υψηλό ποσοστό που έλαβε το κόμμα του «δεν είναι λευκή επιταγή ή διαπιστευτήριο αλλαζονείας». Μάλιστα, σημειώνοντας την ευθύνη της κυβέρνησης, μοίρασε ευθύνες και στα υπόλοιπα κόμματα, προκαλώντας με την αναφορά του πως «προφανώς δεν θα συμφωνούμε όλοι σε όλα αλλά δεν γίνεται να διαφωνούμε οι πάντες πάντοτε και για πάντα». Αίσθηση προκάλεσε και η αναφορά του σε «παράφωνη πολυφωνία».

Θα πρέπει να σημειωθεί πως της ομιλίας του Κυριάκου Μητσοτάκη, μετά την ολοκλήρωση των αντίστοιχων των πολιτικών αρχηγών, προηγήθηκαν διά της παρεμβολής οι ομιλίες του Κωστή Χατζηδάκη και του Μάκη Βορίδη. Και αν η παρεμβολή του υπουργού Οικονομικών μπορεί να θεωρηθεί εύλογη λόγω του χαρακτήρα των προγραμματικών δηλώσεων, η απεύθυνση του «εκπροσώπου του πρωθυπουργού» στα κόμματα με σκληρές εκφράσεις και αυταρχικό ύφος επιβεβαιώνει πως η… εκπροσώπηση θα συμβαίνει ακόμα και εν τη παρουσία του Κυρ. Μητσοτάκη στην αίθουσα.

«Αυτή είναι η κεντροδεξιά νέα Νέα Δημοκρατία» ανέφερε σε κομβικό σημείο της ομιλίας του, αναφερόμενος στην δυνατότητα του κόμματός του να «ενσωματώνουμε τις παραδοσιακές αξίες σε μια διαρκή εξέλιξη, τι κρατάμε και τι αφήνουμε πίσω μας», που όπως γίνεται κατανοητό διά γυμνού οφθαλμού, αποτελεί μία ακόμα ευθεία βολή στην μετατροπή του κόμματος σε απολύτως «μητσοτακικό», στα βήματα του μακρονικού κόμματος στη Γαλλία.

Ετικέτες