Στο ΣτΕ κατά της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων για ναυπηγείο δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας

Αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την απόφαση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), η οποία εγκρίνει περιβαλλοντικούς όρους της λειτουργίας ναυπηγείου-διαλυτηρίου πλοίων στην ιστορική περιοχή της αρχαίας πόλης της Σαλαμίνας, μια ανάσα από τον Τύμβο των Σαλαμινομάχων στην Κυνόσουρα, κατέθεσαν χθες, 12 Ιουλίου 2021, κάτοικοι της Σαλαμίνας, βουλευτές και αρχαιολόγοι.

Ως λόγους για την ακύρωση της απόφασης του ΥΠΕΝ αναφέρουν ότι το περιεχόμενό της παραβιάζει τη συνταγματική επιταγή για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος και το γεγονός ότι εκδόθηκε περιφρονώντας πλήρως τόσο τον νόμο όσο και το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τον συγκεκριμένο, ανεκτίμητης αρχαιολογικής αξίας και υψίστης υπερτοπικής ιστορικής σημασίας, αρχαιολογικό χώρο της Κυνόσουρας Σαλαμίνας. Το πλαίσιο αυτό παρέχει τη μέγιστη δυνατή αρχαιολογική προστασία, εφόσον κηρύσσει και οριοθετεί την περιοχή όπου παρανόμως υφίσταται η βιομηχανική/ναυπηγική δραστηριότητα ως αρχαιολογική ζώνη Α’ (αδόμητη, απολύτου προστασίας) και ρητά απαγορεύει τη λειτουργία ναυπηγοεπισκευαστικών μονάδων. Μάλιστα, η απόφαση εκδόθηκε κατά ευθεία παραβίαση τόσο της αρχαιολογικής όσο και της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, που προβλέπουν τη ρητή, ειδική έγκριση του υπουργείου Πολιτισμού κατόπιν γνωμοδότησης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) στη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Επομένως παραβιάστηκε ουσιώδης τύπος της προβλεπόμενης διοικητικής διαδικασίας, καθώς το ΥΠΕΝ ενήργησε αυθαίρετα, χωρίς προηγούμενη εγκριτική απόφαση του υπουργού Πολιτισμού και χωρίς την απαιτούμενη διατύπωση γνώμης του ΚΑΣ, αλλά ούτε καν του δικού του συμβουλίου, του Κεντρικού Συμβουλίου Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης (ΚΕΣΠΑ). Ακόμη και αυτήν τη διάταξη που προστέθηκε με πρόσφατη τροποποίηση του περιβαλλοντικού νόμου προσπέρασε το ΥΠΕΝ.

Στο πλαίσιο αυτό, όπως σημειώνουν, η απόφαση πρέπει επιπλέον να ακυρωθεί διότι βασίζεται σε διάταξη του περιβαλλοντικού νόμου (4014/2011), η οποία πρέπει να κριθεί από το δικαστήριο αντισυνταγματική. Πράγματι, η τροποποίηση του τότε υπουργού Περιβάλλοντος Κωστή Χατζηδάκη το 2020 (με τον ν. 4685) προσκρούει στο Σύνταγμα και είναι αντίθετη στον αρχαιολογικό νόμο (3028/2002), καθώς προβλέπει ασφυκτικές προθεσμίες παροχής γνωμοδότησης των υπηρεσιών του Δημοσίου (εν προκειμένω της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας προς το ΥΠΕΝ), με αποτέλεσμα να μεταβιβάζεται ανεπίτρεπτα η αρμοδιότητα του αρμόδιου υπουργού Πολιτισμού στον αναρμόδιο υπουργό Περιβάλλοντος, σε περίπτωση άπρακτης εκπνοής της. Οι διατάξεις αυτές υποκρύπτουν την υποκατάσταση των ειδικών αδειών και εγκρίσεων σε προστατευόμενες πολιτιστικά περιοχές με fast track διαδικασίες αδειοδοτήσεων προς όφελος επιχειρηματικών συμφερόντων και εις βάρος του περιβάλλοντος. Τέλος, οι αιτούντες αντιτίθενται στη λογική του αποσπασματικού και πρόχειρου σχεδιασμού του χώρου, στη σημειακή χωροθέτηση και αδειοδότηση, χωρίς την προηγούμενη ολοκλήρωση χωροταξικού σχεδιασμού και τον καθορισμό χρήσεων γης και όρων και περιορισμών δόμησης. Υπογραμμίζουν ότι επιδιώκουν έναν συνολικό σχεδιασμό που θα πρέπει όμως να θέτει ως στόχο την προστασία και την ανάδειξη της ιστορικής μας κληρονομιάς και όχι ως εμπόδιο που πρέπει πάση θυσία να προσπεραστεί.

Την αίτηση ακύρωσης ζητούν η «Επιτροπή Διάσωσης Αρχαιολογικών χώρων της Σαλαμίνας» (εκπροσωπείται από τον Εμμανουήλ Δερτούζο), κάτοικοι της Σαλαμίνας (Σιμέλα Δυναμίδη, Πουλχερία Παπαδημητρίου, Αιμιλία Παπαντωνίου, Ιω. Σταματάκης,  Γεώργιος Στεφανίδης, Παρασκευή Τουτουντζή), οι τρεις βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ της Β’ Πειραιά Νίνα ΚασιμάτηΓιάννης Ραγκούσης και Τρύφων Αλεξιάδης, η επίτιμη γενική διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του υπουργείου Πολιτισμού Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, η αρχαιολόγος και πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων Δέσποινα Κουτσούμπα.

Ετικέτες