Στόχος αστυνομικής βίας και οι δημοσιογράφοι

Στις διαδηλώσεις στις ΗΠΑ για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ αντιμετώπισαν πλαστικές σφαίρες, συλλήψεις και απειλές

Στο στόχαστρο της αστυνομικής βίας βρίσκονται ολοένα και περισσότεροι δημοσιογράφοι στις ΗΠΑ, οι οποίοι καλύπτοντας τις συνεχιζόμενες διαδηλώσεις και αναταραχές που έχουν ξεσπάσει στη χώρα μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ βρίσκονται αντιμέτωποι με συλλήψεις, απειλές, επιθέσεις, λαστιχένιες σφαίρες και δακρυγόνα.

Τα περιστατικά, αμέτρητα: στις 29 Μαΐου η φωτορεπόρτερ Λίντα Τιράντο έμεινε τυφλή αφότου χτυπήθηκε από λαστιχένια σφαίρα της αστυνομίας στη Μινεάπολη, ενώ ένας δημοσιογράφος των «Los Angeles Times» κατήγγειλε ότι η αστυνομία έριξε δακρυγόνα σε δημοσιογράφους και φωτογράφους. Στο Λούισβιλ του Κεντάκι η δημοσιογράφος Κέιτλιν Ραστ και το τηλεοπτικό συνεργείο δέχτηκαν πυροβολισμούς με λαστιχένιες σφαίρες. Οπως ανέφερε η ίδια: «Οι αστυνομικοί στόχευαν απευθείας επάνω μας… Απευθείας». Την ίδια καταγγελία έκαναν κι άλλοι δημοσιογράφοι από το CBS News, το Reuters και το MSNBC.

Εκτός των βίαιων επιθέσεων έχουν καταγραφεί κι αρκετές περιπτώσεις κράτησης δημοσιογράφων, όπως συνέβη με τον δημοσιογράφο του CNN Ομάρ Χιμένες και της ομάδας του στη Μινεάπολη. Ακόμη, ο τοπικός καμεραμάν ειδήσεων Τομ Aβίλες συνελήφθη στη Μινεάπολη αφού σπρώχτηκε στο έδαφος από την αστυνομία ενώ προσπαθούσε να καλύψει μια διαμαρτυρία. Η αστυνομία αγνόησε το γεγονός ότι οι δημοσιογράφοι γνωστοποίησαν την ταυτότητά τους προκειμένου να αποφύγουν τυχόν επιθέσεις. Μάλιστα ο δημοσιογράφος της «Star Tribune» Κρις Σέρες υποστήριξε ότι παρά το γεγονός ότι έδειξε τη δημοσιογραφική του ταυτότητα, η αστυνομία της Μινεάπολης τον υποχρέωσε να ξαπλώσει στο έδαφος και τον προειδοποίησε ότι θα πυροβολήσει εάν μετακινούνταν έστω και μία ίντσα. Παρόμοια καταγγελία διατύπωσε και ο δημοσιογράφος του «Vice» Μάικλ Aντονι Aνταμς, αναφέροντας πως η αστυνομία τον έριξε στο έδαφος και, παρά το γεγονός ότι έδειξε τη δημοσιογραφική του ταυτότητα, ένας άλλος αστυνομικός τον ψέκασε στο πρόσωπο με σπρέι πιπεριού.

Ο δε δημοσιογράφος του MSNBC Aλι Βέλσι κατήγγειλε πως δέχτηκε επίθεση με λαστιχένιες σφαίρες στη Μινεάπολη: «Σηκώσαμε τα χέρια μας και φωνάξαμε: “Είμαστε δημοσιογράφοι!”. Οι αστυνομικοί απάντησαν: “Δεν μας νοιάζει!”. Και άνοιξαν πυρ για δεύτερη φορά».

Από τη στοχοποίηση δεν γλίτωσαν ούτε οι ανταποκριτές, καθώς σύμφωνα με τις καταγγελίες δύο συνεργεία από την Αυστραλία και τη Σουηδία συνελήφθησαν την ώρα που κατέγραφαν τις διαμαρτυρίες στην Αμερική.

Το σύνολο των επιθέσεων έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση της διεθνούς κοινότητας και των οργανώσεων προστασίας της ελευθερίας του Τύπου.

«Η κλιμακούμενη βία και η κράτηση δημοσιογράφων στις ΗΠΑ που καλύπτουν τις διαμαρτυρίες για τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ αποτελούν ανησυχητική απόκλιση από τους βασικούς κανόνες σχετικά με το δικαίωμα των ΜΜΕ να καλύπτουν γεγονότα δημόσιου ενδιαφέροντος» ανέφερε σε σχετική ανακοίνωση ο αναπληρωτής διευθυντής του Διεθνούς Ινστιτούτου Τύπου Σκοτ Γκρίφεν.

Συγκεκριμένο μοτίβο επιθέσεων

Ο ίδιος μάλιστα τόνισε πως ο αυξανόμενος κατάλογος των περιστατικών αποκαλύπτει ένα συγκεκριμένο μοτίβο, σύμφωνα με το οποίο οι δημοσιογράφοι στοχοποιούνται από την αστυνομία παρά το γεγονός ότι γνωστοποιούν την ιδιότητά τους.

«Οι δημοσιογράφοι διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην κάλυψη και την τεκμηρίωση των συνεχιζόμενων αναταραχών στις ΗΠΑ και πρέπει να είναι σε θέση να ασκήσουν το επάγγελμά τους, χωρίς την απειλή βίας από την αστυνομία ή τους διαδηλωτές ή τον κίνδυνο σύλληψης. Ζητούμε επειγόντως από την αστυνομία να σταματήσει να στοχεύει δημοσιογράφους και να τους αφήσει να κάνουν τη δουλειά τους» καταλήγει ο Σκοτ Γκρίφεν.

Σλοβάκος δημοσιογράφος βρήκε σφαίρα στο γραμματοκιβώτιό του

Δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του Σλοβάκου δημοσιογράφου Γιαν Kούτσιακ και της αρραβωνιαστικιάς του Μαρτίνα Kουζνίροβα, μια νέα υπόθεση απειλής εναντίον της ζωής δημοσιογράφου έρχεται στο φως. Πρόκειται για τον 31χρονο δημοσιογράφο Πίτερ Σάμπο, ο οποίος διαδέχτηκε τον Κούτσιακ στο Μέσο όπου εργαζόταν, τον ιστότοπο Aktuality.sk, αναλαμβάνοντας μάλιστα να συνεχίσει την έρευνα που έκανε εκείνος προτού δολοφονηθεί. Ο Σάμπο αρχικά εργάστηκε ως αναλυτής δεδομένων και στη συνέχεια ανέλαβε να ερευνά θέματα όπως οι διεθνείς φορολογικές απάτες και τα τοπικά εγκλήματα. Το τελευταίο διάστημα ερευνούσε ζητήματα σχετικά με τον υπόκοσμο στην πόλη Σέρεντ της δυτικής Σλοβακίας, τα σκάνδαλα που συνδέονται με τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Γκάμπορ Γκαλ αλλά και άλλες υποθέσεις διαφθοράς στις οποίες εμπλέκονταν προσωπικότητες της χώρας. Oπως κατήγγειλε ο ίδιος, στις 25 Ιουνίου βρήκε μία σφαίρα στο γραμματοκιβώτιό του. Σχολιάζοντας το περιστατικό, ο αρχισυντάκτης του Aktuality.sk Πίτερ Μπάρντι ανέφερε ότι μετά τη δολοφονία του Κούτσιακ «ξέρω πια ότι αυτό που συνέβη δεν είναι αστείο, είναι κάτι που μπορεί να σκοτώσει». Ο ίδιος υποστήριξε ότι και ο Κούτσιακ είχε δεχτεί απειλές εναντίον της ζωής του, τις οποίες οι αρχές δεν είχαν λάβει σοβαρά υπόψη.

Σερβία: Επίθεση σε δημοσιογράφο που κάλυπτε τις εκλογές

Με βία εναντίον δημοσιογράφων σημαδεύτηκαν οι εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στη Σερβία στα τέλη Ιουνίου. Στις 21 Ιουνίου, ημέρα των εκλογών, ο Σάσα Mίκιτς, δημοσιογράφος επί σειρά ετών, δέχτηκε επίθεση ενώ έκανε ρεπορτάζ σε εκλογικό κέντρο. Οπως κατήγγειλε ο ίδιος, λίγο νωρίτερα είχε προσπαθήσει να μιλήσει στον πρόεδρο της εκλογικής επιτροπής σχετικά με την προσέλευση και άλλα εκλογικά θέματα. Την ώρα που έφευγε από τον χώρο τον πλησίασε μια ομάδα άγνωστων ατόμων που άρχισαν να τον σπρώχνουν έξω από το κτίριο, όπου τους περίμεναν τρεις άντρες που επιτέθηκαν στον Μίκιτς. Σύμφωνα με όσα κατήγγειλε ο δημοσιογράφος, δύο άντρες τον κράτησαν κάτω ενώ ένας τρίτος τον χτυπούσε στο σώμα και το πρόσωπο. Μετά την επίθεση κλήθηκε η αστυνομία και ο Mίκιτς έλαβε ιατρική βοήθεια.

Ο Ζέλικο Μπόντροζιτς, πρόεδρος της Ανεξάρτητης Ενωσης Δημοσιογράφων της Σερβίας (IJAS), δήλωσε ότι η επίθεση στον Mίκιτς ήταν «μια δραστική κλιμάκωση που ήρθε ύστερα από μήνες εκφοβισμού, απειλών και πιέσεων εναντίον Σέρβων δημοσιογράφων κατά τη διάρκεια της πανδημίας της Covid-19 και των προεκλογικών εκστρατειών». Σύμφωνα με την ένωση, σε σχέση με το ίδιο διάστημα πέρυσι καταγράφεται αύξηση κατά 80% στον αριθμό των επιθέσεων εναντίον των δημοσιογράφων.

Ετικέτες