Ταµείο Ανάκαµψης: Οριζόντιες οι δράσεις, στοχευµένες οι δανειακές συµβάσεις

Το ευρωπαϊκό Ταµείο Ανάκαµψης ή Μηχανισµός Ανάκαµψης και Ανθεκτικότητας (RRF), όπως είναι το επίσηµο όνοµά του, δηµιουργήθηκε για να αντιµετωπίσει τις οικονοµικές συνέπειες της πανδηµίας. Στο ελληνικό σχέδιο προτάθηκαν επενδύσεις και µεταρρυθµίσεις στο πλαίσιο των τεσσάρων βασικών πυλώνων: της πράσινης µετάβασης, της ψηφιακής µετάβασης, του πυλώνα απασχόλησης, δεξιοτήτων και κοινωνικής συνοχής και του πυλώνα ιδιωτικών επενδύσεων και µετασχηµατισµού της οικονοµίας.

Ενώ λοιπόν η βασική προσδοκία από το Ταµείο Ανάκαµψης ήταν να προκαλέσει µια ώθηση φιλόδοξων επενδύσεων και µεταρρυθµίσεων που θα προετοίµαζαν τη χώρα µας για τις διάφορες προκλήσεις µετά την οικονοµική κρίση, την πανδηµία και τον ρωσο-ουκρανικό πόλεµο, δίνοντας αναπτυξιακή πορεία στην οικονοµία µας, αυξάνοντας την ανθεκτικότητα τόσο της κοινωνίας όσο και των επιχειρήσεων, τηρώντας κατ’ ελάχιστον τους όρους της ισονοµίας και της ισοκατανοµής πόρων µεταξύ των περιφερειών, αναλογιζόµενοι και τις οικονοµικές ανισότητές τους, κάτι που προέβλεπε το RRF, δυστυχώς διαπιστώνεται ότι δεν έγινε κάτι τέτοιο.

Η κυβέρνηση της Νέας ∆ηµοκρατίας, ενώ είχε στη διάθεσή της το µεγαλύτερο χρηµατοδοτικό πακέτο µε τους πόρους του Ταµείου Ανάκαµψης, δυστυχώς το διαχειρίστηκε επιλεκτικά και όχι για να ανταποκριθεί στις πραγµατικές ανάγκες της οικονοµίας και της κοινωνίας. Οι δράσεις του ΤΑΑ διαµορφώθηκαν οριζόντια στο σύνολο της χώρας χωρίς περιφερειακή κατανοµή πόρων. Το ερώτηµα που προκύπτει εύλογα είναι πώς το Ταµείο Ανάκαµψης κατέληξε σε ταµείο ενίσχυσης µε εγγυήσεις του δηµοσίου, µε εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους δανεισµού, µηδαµινά επιτόκια και µακροπρόθεσµο πλάνο αποπληρωµής.

Αδιαµφισβήτητα, η έλλειψη ουσιαστικής διαβούλευσης παραγκώνισε έργα ζωτικής σηµασίας και αναπτυξιακού χαρακτήρα στις περιφέρειες και στους δήµους της επικράτειας δηµιουργώντας µεγαλύτερες ανισότητες µεταξύ τους, ενώ η επιλογή ένταξης ώριµων έργων που βρίσκονταν σε αναµονή εκτέλεσης και αναζήτησης χρηµατοδοτικών εργαλείων δεν ήταν διαχειριστική επιτυχία.

Ο καθορισµός, παράλληλα, των στόχων απορρόφησης δεν αποδείχτηκε ρεαλιστικός και εφικτός, ενώ η εφαρµογή των δράσεων δεν εναρµονίστηκε µε τη γραφειοκρατική πραγµατικότητα και τα πραγµατικά δεδοµένα της χώρας µας, επηρεάζοντας αρνητικά την αποδοτικότητα αλλά και τους χρόνους υλοποίησης του συνόλου των δράσεων και των επενδύσεων.

Η άρνηση προτεραιοποίησης σηµαντικών παρεµβάσεων µε αµφίδροµη ανταποδοτικότητα µεταξύ κράτους και κοινωνίας δυστυχώς ούτε εδώ απέφερε τα επιθυµητά αποτελέσµατα για την πολυπόθητη κοινωνική συνοχή.
Οπως τελικά σχεδιάστηκε το ΤΑΑ προκύπτει ότι δεν έγιναν ενέργειες ούτε προσπάθειες για να αλλάξει το παραγωγικό µοντέλο της χώρας µας, αφήνοντας χρόνια προβλήµατα, παθογένειες και αγκυλώσεις να γιγαντώνονται, ενώ οι κοινωνικές ανισότητες µεγαλώνουν ακόµη περισσότερο. Αντικειµενικά όµως και χωρίς καµία πρόθεση αντιπολίτευσης και λαϊκισµού, δεν φάνηκε να υπάρχει κανένας σχεδιασµός και καµία πρόβλεψη δηµιουργίας αναπτυξιακών κίνητρων παραµονής, ειδικότερα στην επαρχία, για τον επαναπατρισµό του ανθρώπινου δυναµικού που έχει µεταναστεύσει αλλά και για τη συγκράτηση όσων σκέφτονται να εγκαταλείψουν τη χώρα. Στην ουσία δεν έγινε καµία απόπειρα συσχέτισης του brain drain µε το brain gain, παρότι η κυβέρνηση επιµένει ότι για ακόµη µια φορά όλα έγιναν επιτελικά, αγνοώντας όµως εσκεµµένα την πραγµατικότητα.