Θεατρικά και κριτικά: Ο Διαφωτισμός χτυπάει την πόρτα της Ρωσίας

(© Ελίνα Γιουνανλή)

Ο Κώστας Ζήσης γράφει για την παράσταση «Συμφορά από το πολύ μυαλό» του Αλεξάντρ Γκριµπογέντοφ που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής.

Με επιρροές από τον Μολιέρο, µε πικρό σαρκασµό και πίστη στις ιδέες του ∆ιαφωτισµού, ο Αλεξάντρ Γκριµπογέντοφ γράφει το σαιξπηρικής ποιότητας και υφής «Συµφορά απ’ το πολύ µυαλό» ζωγραφίζοντας µε µελανά χρώµατα τη ρωσική αριστοκρατία, η οποία ήδη είχε αρχίσει να ξεπέφτει πολιτικά και ηθικά υπό το βάρος της ανερχόµενης αστικής τάξης. Αριστοκράτης ο ίδιος, καταφέρνει να διεισδύσει στα νέα κοινωνικά δεδοµένα που γεννιούνται, να ενστερνιστεί τις φιλελεύθερες σύγχρονες απόψεις και να µετάσχει ακόµη και στο αποτυχηµένο πραξικόπηµα ενάντια στον τσάρο τον ∆εκέµβριο του 1825.

Ο Τσάσκι –ο συνεπαρµένος, ονειροπόλος, φιλελεύθερος ήρωάς του, που επιστρέφοντας στην πατρίδα του από το εξωτερικό αντιδρά και µάχεται την κενοδοξία, την υποκρισία, την παράδοση κάθε ηθικής και ανθρώπινης αξίας στον βωµό του χρήµατος, ενώ πρωτοστατεί στην τιτάνια µάχη της πρωτοπορίας ενάντια στο κατεστηµένο– ακουµπά στις πλάτες του σαιξπηρικού Αµλετ, µεγαλουργεί και βιώνει την ήττα, λειαίνοντας το έδαφος για τους κατοπινούς διαψευσµένους τσεχωφικούς ήρωες.

(© Ελίνα Γιουνανλή)

Ο Στάθης Λιβαθινός, γνώστης, µελετητής και στοχαστής του µεγαλειώδους ρωσικού θεάτρου, σκηνοθετεί αναθηµατικά το έργο που πρωτοπαρουσίασε πριν από 35 χρόνια στο ίδιο θέατρο ο ιδρυτής του Λευτέρης Βογιατζής. Τιµητική αφιέρωση και όχι µνηµόσυνο είναι η παράστασή του. Παράσταση όπου έχει επιβληθεί η αποτύπωση του εικαστικού κοµψοτεχνήµατος σε όλες τις εκφάνσεις του: ξεκινώντας από τη ζηλευτή σκηνογραφία και τα κλασικότροπα κοστούµια της Ελένης Μανωλοπούλου, την ποιητικά δεµένη έµµετρη µετάφραση µε τις κατά τόπους σύγχρονες γλωσσικές παρεµβάσεις της Ελσας Ανδριανού, τη σκηνικά προσαρµοσµένη µουσική του ∆ηµήτρη Μαραµή, τον πολύτροπο φωτισµό του Αλέκου Αναστασίου και φτάνοντας στην ερµηνευτική αποτύπωση των ηρώων από τους ηθοποιούς οι οποίοι λειτουργούν σαν γρανάζια του ίδιου ρολογιού, κάτω από το µέτρο και τον ρυθµό της κίνησης του Πάρη Λεόντιου. Η παράστασή του έχει ποιητική αφετηρία, κατεύθυνση και αποτέλεσµα και ίσως γι’ αυτό αφέθηκε ελεύθερη στην ανάγνωση της εποχής (σε κάποια σηµεία κάπως φλύαρα) σε βάρος της σύγχρονης αναγωγής των προβληµατισµών της.

Ξεχωρίζουν ο ∆ηµήτρης Φιλιππίδης στον πρώτο πρωταγωνιστικό του ρόλο µε ισόποση δόση εσωτερικότητας και ενέργειας, η Ιωάννα Κολιοπούλου µε το νάζι και την επιπόλαιη µαταιοδοξία της, η Νεφέλη Μαϊστράλη υπηρέτρια µε αρχετυπικές αναφορές, ο Νέστωρ Κοψιδάς µε σθεναρή παραστατικότητα, ο Ερρίκος Μηλιάρης µε ευελιξία και σπουδή, η Λίλλυ Μελεµέ σε ρόλο θαρρείς γραµµένο γι’ αυτή, ο Πάρης Λεόντιος σε µια ερµηνεία-απόλαυση. Αλλά και ο υπόλοιπος θίασος (Παναγιώτης Παναγόπουλος, Αθανασία Κουρκάκη, Μάριος Κρητικόπουλος, Τζωρτζίνα ∆αλιάνη, Θέµης Θεοχάρογλου, Γιλµάζ Χουσµέν) ανταποκρίνεται µε απόλυτη επάρκεια στις υψηλές σκηνοθετικές απαιτήσεις.

(© Ελίνα Γιουνανλή)