Αύγουστος Κορτώ: Όταν η προσκόλληση στην παράδοση υπερβαίνει την αγάπη το παιδί γίνεται αντικείμενο

(Facebook)

Τη στιγμή που άνθρωποι ζουν σε λαγούμια στερώντας από τα παιδιά τους το αναμφισβήτητο δικαίωμα στην εκπαίδευση και «κανονικές» ετερόφυλες οικογένειες καταπιέζουν τα παιδιά τους δημιουργώντας κλίμα φόβου και αυταρχισμού, ο συγγραφέας Αύγουστος Κορτώ, με μια ανάρτησή του στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook, μιλάει για την ανάγκη της αποδοχής μακριά από στεγανά και κοινωνικά στερεότυπα.

Με αφορμή ένα ταξίδι του στην Αϊόβα ο συγγραφέας θυμάται τους Μενονίτες, μέλη της κοινότητας των Άμις, οι οποίοι έχουν επιλέξει να ζουν τελείως αποκομμένοι από τον σύγχρονο κόσμο – ούτε ρεύμα, ούτε τρεχούμενο νερό, ούτε επαφή με τον έξω κόσμο, παρά μόνο για αγοραπωλησίες παραδοσιακών προϊόντων.

Τελικά, μπορεί η προσκόλληση σε μια κοσμοθεωρία να υπερβαίνει την αγάπη και την ελευθερία του ανθρώπου; Οι παραδοσιακές οικογένειες ή ακόμα και οι διευρυμένες μπορούν να συνειδητοποιήσουν πως τα παιδιά τους δεν αποτελούν προέκταση ή κτήμα τους;

Οι φοβικές αντιδράσεις, η κινδυνολογία και όλες οι Κασσάνδρες αναφορικά με το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια αποτελούν κατάλοιπα μιας εποχής σκοτεινής που δεν έχει καμία θέση σε μια δημοκρατική κοινωνία.

Αναλυτικά η ανάρτηση του:

«Όταν ήμουν στην Άιοβα των ΗΠΑ με το διεθνές πρόγραμμα συγγραφέων, μας είχαν πάει σ’ ένα παζάρι όπου, μεταξύ άλλων, συμμετείχαν συντηρητικοί Μενονίτες και μέλη της κοινότητας των Άμις. Οι πρώτοι, παρότι κλειστοί ως κοινότητα, αποδέχονται ορισμένα είδη τεχνολογίας, ενώ οι δεύτεροι ζουν τελείως αποκομμένοι απ’ τις επινοήσεις του σύγχρονου κόσμου – ούτε ρεύμα, ούτε τρεχούμενο νερό, ούτε επαφή με τον έξω κόσμο, παρά μόνο για αγοραπωλησίες παραδοσιακών προϊόντων. Στα 17, οι νεαροί Άμις περνούν τη δοκιμασία του Rumpsringa – ζουν για ένα διάστημα στον τεχνολογικά ανεπτυγμένο κόσμο, για να αποφασίσουν αν τον προτιμούν (οπότε κι αποκόπτονται απ’ την κοινότητα), ή αν θέλουν να επιστρέψουν στον κόρφο της διευρυμένης τους οικογένειας.

Οι συνοδοί μας είχαν προειδοποιήσει αυστηρά να μη φωτογραφίζουμε τους ανθρώπους που εξέθεταν τα αγαθά και τις χειροτεχνίες τους στο παζάρι: “Δεν είναι ζώα σε ζωολογικό κήπο”. Θυμάμαι τις φορεσιές τους, την ευγένεια και τη συστολή τους, την αύρα της αγνότητας που ανέδιναν.
Μα όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα εξωτισμού: θέλοντας και μη, τους έβλεπα ως αλλόκοτα πλάσματα, κι αναρωτιόμουν πώς είναι να είσαι παιδί (δεν συζητάμε ΛΟΑΤΚΙ παιδί) και να μεγαλώνεις σ’ ένα τόσο απαρχαιωμένο, περίκλειστο περιβάλλον.
Οι άνθρωποι πρέπει να είναι ελεύθεροι να ζουν όπως θέλουν, εφόσον ο τρόπος διαβίωσής τους δεν είναι επιζήμιος για τους άλλους – εν προκειμένω, για τα τέκνα τους.
Μοιραία, έρχεται στο μυαλό μου η πολύμηνη υστερία με αφορμή το νομοσχέδιο για τον γάμο και την τεκνοθεσία ομόφυλων ζευγαριών – και το εκβιαστικό επιχείρημα ότι τα παιδιά κινδυνεύουν απ’ την ανατροφή σε μη παραδοσιακά περιβάλλοντα.
Αλλά αναρίθμητοι γονείς – και να το τονίσουμε, ετερόφυλοι γονείς – μεγαλώνουν τα παιδιά τους με ακραίες απόψεις, με συνειδητές στερήσεις, σε κλίμα φόβου κι αποκλεισμού – και κανείς δεν εξανίσταται και δεν παρεμβαίνει, γιατί τα τέκνα θεωρούνται ιδιοκτησία.
Όταν η προσκόλληση στην παράδοση υπερβαίνει την αγάπη, και καταπατά το δικαίωμα στην ελευθερία, το παιδί γίνεται αντικείμενο. Κι όλα τ’ άλλα – οι φοβικές αντιδράσεις, η κινδυνολογία – είναι λόγια του αέρα».