«Σύντροφοι» που διελύθησαν ησύχως

Αν ο Περικλής είχε Instagram, θα πόζαρε αγκαλιά µε την Ασπασία µετά την αγόρευσή του στην εκκλησία του δήµου. Αν υπήρχαν social στην εποχή του Χριστού, θα είχε σύµβουλο επικοινωνίας τον Απόστολο Πέτρο που θα του συνιστούσε να ανεβάσουν στο TikTok το θαύµα της θεραπείας του τυφλού και όχι την επί του Ορους των Ελαιών οµιλία, διότι θα ήταν βαρετή για τους χρήστες. Το πιο επιτυχηµένο tweet του Τσόρτσιλ θα ήταν: «Ο Κολόµβος όταν ξεκίνησε δεν ήξερε πού πήγαινε και όταν έφτασε δεν ήξερε πού βρισκόταν». Θα είχε τη µεγαλύτερη απήχηση, διότι θα εξέφραζε όχι µόνο τις τελευταίες εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και την παγκόσµια πολιτική σκηνή. Ο Ορµπάν στην Ουγγαρία οργανώνει ψηφοφορία µέσω Facebook και ο Μιλέι που εκλέχθηκε πρόεδρος στην Αργεντινή έκανε προεκλογικό σόου µε αλυσοπρίονο, εννοώντας ότι θα πετσοκόψει τις δηµόσιες δαπάνες για να αλλάξει πορεία το υπερχρεωµένο κράτος. Το χειρότερο βέβαια είναι ότι υποσχέθηκε µια διεθνή πλατφόρµα για την εµπορία ανθρώπινων οργάνων ώστε να αµείβονται καλύτερα οι δότες.

Αν και το παράδειγµα του Αργεντινού προέδρου είναι ακραίο, ωστόσο επιβεβαιώνει την άποψη του Μπράνκο Μιλάνοβιτς ότι ενώ ο 19oς αιώνας χαρακτηρίστηκε από την πολιτική της αριστοκρατίας και ο 20ός από την πολιτική των τάξεων, ο 21ος ήδη στις δυο πρώτες δεκαετίες του φαίνεται να έχει βασικό γνώρισµα τη δυστοπία, επειδή ο καπιταλισµός παίζει χωρίς αντίπαλο. Η απόγνωση του κόσµου λόγω της όξυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων επανέφερε τον µεσσιανισµό και από τη διάψευση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ γεννήθηκε ο Κασσελάκης. Αυτή είναι η τραγική αλήθεια. ∆εν αποτελεί εποµένως µόνο επικοινωνιακό φαινόµενο ή σκέτο προϊόν της µεταπολιτικής, όπως ισχυρίζεται στο βιβλίο του ο Ξενοφών Κοντιάδης. Είναι το αποτέλεσµα ενός ριζικού µετασχηµατισµού του κόσµου και της κατάρρευσης των διαχωρισµών. Η εικόνα και το φαίνεσθαι προϋπήρχαν του Κασσελάκη, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου χόρευε ζεϊµπέκικο, όταν οι πολιτικοί όλων των κοµµάτων τσούγκριζαν αυγά µε τους φαντάρους ή πήγαιναν καλεσµένοι στις εκποµπές του Τράγκα και της Αννίτας Πάνια. Απλώς µε τον ψηφιακό κυκλώνα άλλαξε το µέσο, που παρέσυρε τις ιδεολογίες και άφησε τα ιδεολογήµατα µε την Κεραµέως να φωτογραφίζεται κάτω από τους κρυστάλλινους πολυελαίους της εκκλησίας και τον Μητσοτάκη να ποζάρει δίπλα στα ράφια του σουπερµάρκετ σαν σούπερµαν που θα ρίξει τις τιµές.

Αναρωτήθηκαν άραγε οι οµπρελίστες και η οµάδα Αχτσιόγλου γιατί έχασαν το κόµµα από έναν δεξιό νεοφιλελεύθερο ή έναν ινφλουένσερ, όπως τον αποκαλούν, και που µπορεί να είναι κιόλας; Ας µην ψάχνουν λοιπόν για αποδιοποµπαίους τράγους. Θυµίζουν το ανέκδοτο µε τον πατροκτόνο που ζητά την επιείκεια του δικαστηρίου γιατί είναι ορφανός. Οι στρατοί των αφιονισµένων οπαδών ένθεν και ένθεν αφέθηκαν επί δύο µήνες σ’ έναν culture war που συχνά διολίσθησε προς την αυτογελοιοποίηση.

Τελικά, καλύτερα ένα άθλιο τέλος παρά µια αθλιότητα χωρίς τέλος. Σ’ αυτό τον εµφύλιο, που έληξε µόνο µε ηττηµένους, ένας ανώνυµος ψηφοφόρος χάραξε στην επιτύµβια πλάκα του ΣΥΡΙΖΑ τους στίχους του Λεοντάρη:

«Ηταν φριχτό να φύγουµε έτσι, δίχως
µια πίστη, έναν αγώνα, µια κραυγή
άνθρωποι που πεθάναν δίχως µια αµυχή,
άνθρωποι που διελύθησαν ησύχως».