Oι δολοφόνοι και οι προκλήσεις του Πλεύρη

Λένε ότι η καλή µέρα από το πρωί φαίνεται. Και µε βάση αυτό το ρητό που αποδίδει πολύ εύστοχα την εµπειρία αιώνων κάτι δεν µυρίζει καλά στη δίκη της Χρυσής Αυγής στο εφετείο που ξεκίνησε την εβδοµάδα που πέρασε.

Γιατί δεν είναι δυνατόν να χαιρετάει µες στο δικαστήριο ναζιστικά ο Κωνσταντίνος Πλεύρης και η έδρα να κάνει ότι δεν τρέχει τίποτε. Γιατί µπορεί ο συνήγορος του Λαγού να είναι ναζιστής, αλλά δεν έχει κανένα δικαίωµα να προκαλεί ούτε τους παρευρισκόµενους ούτε όλους εµάς που παρακολουθούµε «απέξω».

∆εν είναι δύσκολο να αντιληφθούµε ότι οι ενέργειες του Πλεύρη γίνονται επίτηδες. Θέλει να δείξει ότι οι συµµορίτες δικάζονται για τις «ιδέες» τους και όχι για τις εγκληµατικές τους πράξεις. Προσπαθεί διά των προκλήσεων να αλλάξει την ουσία της ακροαµατικής διαδικασίας και να πάει αλλού τη συζήτηση. Το ότι αντιλαµβανόµαστε όµως την παρελκυστική τακτική του δεν σηµαίνει ότι πρέπει να ανεχόµαστε τις προκλήσεις του.

Κι αυτό σηµαίνει ότι η έδρα δεν πρέπει να ανέχεται τις προκλήσεις τους. Πολύ περισσότερο όταν η έδρα δείχνει από την πρώτη στιγµή ότι δεν σηκώνει µύγα στο σπαθί της όσον αφορά τις εκδηλώσεις του ακροατηρίου. Γιατί έτσι η υπόθεση γίνεται τραγελαφική: ο Πλεύρης σε ρόλο όχι συνηγόρου αλλά τυπικού προβοκάτορα προκαλεί τις δίκαιες διαµαρτυρίες όσων παρακολουθούν τη δίκη της εγκληµατικής οργάνωσης και µετά ζητεί –έµµεσα ή άµεσα– την τιµωρία όσων αντέδρασαν στους ναζιστικούς χαιρετισµούς του ή γενικότερα στις προκλήσεις του.

Εκ παραλλήλου, καθώς η έδρα δεν αντιδρά στις φασιστικές προκλήσεις, αυτές κανονικοποιούνται. Πρόκειται δηλαδή για συγκεκριµένο σχέδιο κανονικοποίησης των πρακτικών της εγκληµατικής ναζιστικής συµµορίας ώστε όλα στο τέλος να αποδοθούν σε µια «κακιά στιγµή» και σε κάποιον που «έκανε λάθος» ή έστω εγκληµάτησε. Ενώ, όπως όλοι µάθαµε µε τον δύσκολο τρόπο και ο Παύλος Φύσσας πλήρωσε µε τη ζωή του, οι «κακές στιγµές» και τα εγκλήµατα είναι σύµφυτα µε τη δράση της Χρυσής Αυγής, δεν είναι ξέχωρα από την ύπαρξη και την πορεία της.

Σε αυτό το πλαίσιο και ενώ ξεδιπλώνεται το σχέδιο «κανονικοποίησης» του ηγετικού επιτελείου της συµµορίας δεν καταπίνονται δηλώσεις όπως αυτή της προέδρου του δικαστηρίου για την κατάθεση της Μάγδας Φύσσα ότι «µη αυτόπτης µάρτυρας είναι, τόση ώρα λέει τα ίδια και τα ίδια. Τα ’χει πει 100 φορές»!

Γιατί η εξιστόρηση της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα πρέπει να λέγεται και 100 και 200 φορές για να γίνεται σε όλους σαφές πώς µια κανονική κατά τ’ άλλα βραδιά µετατρέπεται σε άγρια δολοφονική νύχτα επειδή οι φασίστες είναι αυτοί που είναι και ο Παύλος ήταν ένας από τους «άλλους» και γινόταν εµπόδιο στα σχέδιά τους.