Ορισμένες αλήθειες για το δημόσιο χρέος και τη δυναμική του

Συχνά στον δημόσιο διάλογο, με ευθύνη της σημερινής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, ακούγονται απλουστεύσεις και διατυπώνονται ανακρίβειες για το κρίσιμο ζήτημα του δημόσιου χρέους.

Ορισμένες αλήθειες για την αριθμητική και τη δυναμική του:

1. Στην παγκόσμια επιστημονική βιβλιογραφία και σε εμπειρικό επίπεδο δεν υπάρχει κάποιο κρίσιμο ύψος ή κάποια καθολικά αποδεκτή μέθοδος αξιολόγησης της βιωσιμότητας του χρέους. Ετσι, εξετάζεται ένα ευρύτερο φάσμα δεικτών, θέτοντας ενδεικτικά όρια, βασισμένα στη διεθνή εμπειρία.

Σε κάθε περίπτωση, κρίσιμο στοιχείο είναι η ικανότητα άντλησης χρηματοδότησης από τις αγορές, με ρεαλιστικούς όρους.

2. Η κύρια αιτία εκτόξευσης του χρέους τη δεκαετία του 1980 ήταν η άσκηση αλόγιστης επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής. Από το τέλος αυτής της περιόδου μέχρι και το 2007, παρά τις σποραδικές προσπάθειες τιθάσευσης των δημοσιονομικών ανισορροπιών και την ύπαρξη σημαντικά υψηλών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, εκείνο που κατορθώθηκε ήταν το δημόσιο χρέος να σταθεροποιηθεί γύρω στο 100-110% του ΑΕΠ.

Οταν δε ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, με συνέπεια να διογκωθούν τα δημόσια χρέη όλων των χωρών, στην Ελλάδα την άνοιξη του 2010, λόγω και λανθασμένων χειρισμών εκείνης της περιόδου, το πρόβλημα χρέους μετετράπη σε κρίση δανεισμού. Στη συνέχεια, όμως, το 78% της σωρευτικής διόγκωσης του λόγου χρέους/ΑΕΠ την περίοδο 2010-15 οφείλεται στον παρανομαστή, στη μεγάλη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας.

3. Η αυξητική δυναμική του χρέους «φρέναρε» με τη διπλή αναδιάρθρωση του 2012. Εκτός όμως από το ύψος, βελτιώθηκε αισθητά και το «προφίλ» του χρέους, με την υλοποίηση δέσμης μέτρων όπως είναι η επέκταση της περιόδου χάριτος και των ωριμάνσεων, η μείωση των επιτοκίων, η κατάργηση χρεώσεων και η αναβολή πληρωμών τόκων. Το αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων είναι οι τόκοι να διαμορφώνονται σήμερα στα 5,6 δισ. ευρώ, από 16,1 δισ. ευρώ το 2011. Ενώ 20 από τις υπόλοιπες 27 ευρωπαϊκές χώρες έχουν υψηλότερο κόστος δανεισμού.

Ενώ η χώρα βγήκε και στις αγορές, δοκιμαστικά, δύο φορές, το 2014.

4. Σήμερα συζητάμε και πάλι για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους. Γιατί;

Κατ’ αρχάς γιατί οι δανειστές δεν υλοποίησαν τις υποσχέσεις του 2012 για επιπλέον ρυθμίσεις στο χρέος.

Αλλά κυρίως γιατί η βιωσιμότητα του χρέους επιδεινώθηκε ραγδαία από τις αρχές του 2015. Με ένα σωρευτικό κόστος το οποίο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης και της Τράπεζας της Ελλάδος, υπερβαίνει τα 86 δισ. ευρώ.

5. Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που αποφασίστηκαν στο τελευταίο Eurogroup, αν και κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, έρχονται να καλύψουν ένα μικρό μέρος αυτής της επιβάρυνσης, και μάλιστα το 2060.

Ενώ, παράλληλα, η κυβέρνηση συμφώνησε σε υψηλούς δημοσιονομικούς στόχους για αρκετά χρόνια μετά το 2018. Δεσμεύτηκε μάλιστα στην επίτευξη αυτών των στόχων με την εφαρμογή νέων μέτρων και τη μονιμοποίηση του «κόφτη». Ενώ στην απόφαση δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στα αναγκαία μεσοπρόθεσμα μέτρα, τα οποία παραπέμπονται για μετά το 2018.

6. Συνεπώς, τι πρέπει να γίνει από εδώ και μπρος;

Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να υλοποιηθούν το ταχύτερο δυνατόν οι βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις για το χρέος. Παράλληλα, θα πρέπει να διατυπωθούν –μετά την ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης και όχι το 2018– οι αναγκαίες μεσοπρόθεσμες παραμετρικές παρεμβάσεις στο χρέος, οι οποίες θα πρέπει να περικλείουν χαμηλότερα δημοσιονομικά πλεονάσματα. Αυτές όμως οι παρεμβάσεις, αν και αναγκαίες, δεν είναι αρκετές αν δεν συνοδευτούν από την επιστροφή της χώρας σε διατηρήσιμους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.

Η χώρα χρειάζεται άμεσα ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία, υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγή της δημοσιονομικής πολιτικής στην κατεύθυνση σταδιακής μείωσης της φορολόγησης των πολιτών.

Κυρίως χρειάζεται τη διαμόρφωση και υλοποίηση ενός συγκροτημένου σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης, που θα έχει ως στόχο μια ανταγωνιστική και εξωστρεφή οικονομία, με την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και τη συνεχή βελτίωση της παραγωγικότητας όλων των συντελεστών παραγωγής, παραδοσιακών και νέων.

Αν υλοποιήσουμε αυτές τις προϋποθέσεις, θα καταφέρουμε να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο της ύφεσης και να οδηγηθούμε στον ενάρετο κύκλο της ανάπτυξης.

*Ο Χρήστος Σταϊκούρας είναι τομεάρχης Οικονομικών ΝΔ, βουλευτής Φθιώτιδας