Το «δικό μου» Πολυτεχνείο

«Αδώνιδες» είχαμε πολλούς. Πολλοί τους άκουγαν, λίγοι τους πίστευαν… 

Δεν χρειαζόταν να κάνεις ιδιαίτερη ανάλυση της «οικονομικο-πολιτικής κατάστασης» για να καταλάβεις πως αυτοί που ήταν στην εξουσία δεν είχαν καμία σχέση με μας. Πώς ήταν «δοτοί», αχυράνθρωποι, φασίστες, γελοίοι και κυρίως επικίνδυνοι.

Πιτσιρίκι, τότε, μαθητής γυμνασίου και παρά τη λογοκρισία καταλάβαινες -μέσα στο πετσί σου- πως δεν υπήρχε καμία ελευθερία. Γύψος και πάλι γύψος με τα ασπρόμαυρα επίκαιρα να δείχνουν γελοία ανθρωποειδή, στρατόκαυλους της κακιάς ώρας, όργανα μυστικών υπηρεσιών, καπελάκια της Δέσποινας και εγκαίνια με το μυστρί στο χέρι.

Μια «Δημοκρατία – Muppet Show» με ανθρώπους σε μπουντρούμια, γνώση σε απαγόρευση, βιβλία σε απαγόρευση, δημοκράτες στην εξορία και τα ψευτο-ΜΜΕ να λιβανίζουν, συχνά κάνοντας μια «αστική» αντίσταση με γραβάτα.

Το ‘χαμε ρίξει στους πειρατικούς σταθμούς για κάποιο τραγούδι της μόδας – βλέπετε τότε δεν είχαμε youtube και δορυφορικές- αλλά και στους ξένους, την Deutsche Welle, τη Μόσχα και τα Τίρανα προσπαθώντας να ακούσουμε από τα βραχέα τις ειδήσεις μέσα από παρεμβολές και παράσιτα των μυστικών υπηρεσιών της χούντας…

Ήξερες, χωρίς να κατεβάσεις τα εκατοντάδες βιβλία του μαρξισμού, πως η χώρα είχε γίνει μια αποικία, πως ο λαός δεν είχε κανένα δικαίωμα έκφρασης και πως όλα είχαν μπει σε καλούπι…

Η επαναστατική φύση της εφηβείας συναντούσε την πραγματικότητα και δημιουργούσε ένα εκρηκτικό κοκτέιλ.

Δεν μπορείτε να φανταστείτε τη χαρά μας όταν είδαμε τους πρώτους φοιτητές να μαζεύονται στο Πολυτεχνείο.

Εκεί, απέναντι από την τότε Ιταλική Σχολή και από τους πάνω ορόφους βλέπαμε – σαν μέσα από ταινία -τα τρόλεϊ και τα αυτοκίνητα να περνούν, διασχίζοντας τους ήχους των μεγαφώνων.

Τα συνθήματα που αιωρούνταν στον αέρα έφευγαν μαζί τους, πάνω στα παρπρίζ.

Ήταν μια αντίσταση πρωτόγνωρη και ζητούσε τη συμμετοχή μας.

Εκεί και τα τρία πρώτα σκασιαρχεία από το φροντιστήριο που μας ετοίμαζε για τις πανελλαδικές.

Πέντε-έξι μαθητές που τα ονόματα όλα δεν τα θυμάμαι πια. Ναι ήταν ο Κώστας, η Ρούλα…

Αχνά στον ορίζοντα…

Το πρώτο ερώτημα ήταν τι θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς οι πιτσιρικάδες…

Καθώς δεν μπορούσαμε να μπούμε μέσα – φοιτητικό πάσο δεν είχαμε – μας πρότειναν να μαζεύουμε τρόφιμα από τις γύρω πολυκατοικίες. Τρόφιμα και κεριά αφού φοβόντουσαν πως θα τους έκοβαν το ρεύμα.

Τρεις μέρες το κάναμε χτυπώντας τα κουδούνια των πολυκατοικιών. Πρόθυμοι συνήθως οι γείτονες, πλην εξαιρέσεων. Παίρναμε κονσέρβες, φρυγανιές, σπαρματσέτα και ό,τι άλλο βρισκόταν στο σπίτι. Τα δίναμε από την πλαϊνή πόρτα.

Δεν ήταν τόσο απλό, αφού ο χώρος ήταν γεμάτος από ρουφιάνους και ασφαλίτες… Συχνά ακούγαμε τα βήματά τους πίσω μας και άλλες τόσες φορές κρυβόμαστε στα υπόγεια των πολυκατοικιών για να περάσει η «μπόρα»…

Μικροί τότε, ανένταχτοι, αθώοι, αυθόρμητοι…

Το βράδυ της Τρίτης μέρας, μας βρίσκει μπροστά στην κεντρική πύλη…

Συνθήματα, σημαίες, μεγάφωνα…

Εκεί αισθανθήκαμε και τα πρώτα δακρυγόνα.

Εκεί ήταν και η πρώτη φορά που τα γνωρίσαμε…

Τα έφεραν τα ασθενοφόρα…

Ο χώρος έξω από το πολυτεχνείο γρήγορα ερήμωσε με τον κόσμο να τρέχει προς όλους τους δρόμους.

Μόνον μέσα στο Πολυτεχνείο οι φοιτητές κρατούσαν ακόμα ζωντανή τη φλόγα…

Γυρίζοντας στο σπίτι ο πατέρας μου δεν μου είπε τίποτα. Παλιός αριστερός, μέσα του συμφωνούσε απόλυτα μαζί μου.

Έβαλα τον σταθμό του Πολυτεχνείου. Η γνωστή φωνή που αργότερα θα «εξαργύρωνε» τη δόξα της.

Αγνοί τότε, πιστεύαμε πως οι άνθρωποι ήταν απλά, «καλοί και κακοί»…

Έμαθα αργότερα πως οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ήταν εκτός από «καλοί και κακοί» και ψεύτες και φιλόδοξοι και απατεώνες κα ευαίσθητοι και ανόητοι και πονηροί και μοχθηροί και πουλημένοι…

Ιδιαίτερα το τελευταίο…

Και κάθε φορά τώρα που βλέπω τους «δημοκρατικούς» να διαφωνούν, σκέφτομαι πως συχνά η διαφωνία είναι το κάλυμμα της απληστίας, του εγωισμού και της φιλοδοξίας…

Εξάλλου, όπως μου έμαθε η ζωή, σε κάθε κόμμα, σε κάθε ιδεολογία, μπορεί να κρύβεται ο πλιατσικολόγος… 

Άσχετα αν, στα δεξιά, το πλιάτσικο έχει γίνει ιδεολογία και «εφαρμοσμένη επιστήμη» κάτω από διάφορες glamorous συσκευασίες…

Αλλά, αν ρωτήσετε «αν θα το ξανάκανα» η απάντηση είναι καταφατικά «ναι»…

Η αδράνεια, σπάνια φέρνει αλλαγή…

Γ.Λ.

Ετικέτες