Χρήστος Λεοντής: «Προσπαθώ να ταυτιστώ με ένα λαό που αγωνιά»

Χρήστος Λεοντής: «Προσπαθώ να ταυτιστώ με ένα λαό που αγωνιά»

Λίγο πριν από τη μεγάλη συναυλία για τα 60 χρόνια στο ελληνικό τραγούδι, ο σπουδαίος συνθέτης Χρήστος Λεοντής μιλάει για τις ρίζες της μουσικής του, για τη θρησκεία και την αλληλεγγύη που λείπει

Δεν γνώριζα πως το σήμα της «Αθλητικής Κυριακής» που είχε γράψει ο Χρήστος Λεοντής και που ακούγεται μέχρι σήμερα είχε γίνει αιτία να τον… μισήσει κόσμος. «Ταύτισαν το σήμα με το πρωινό ξύπνημα της Δευτέρας» μου λέει γελώντας στην αρχή της κουβέντας μας που έγινε με αφορμή τη μεγάλη συναυλία στο Ηρώδειο. Η συζήτηση αμέσως περνάει στους συνεργάτες του, τους τραγουδιστές που θα συμμετάσχουν στη συναυλία της 26ης Σεπτεμβρίου στο Ηρώδειο, και φέγγει κυριολεκτικά το πρόσωπό του: Μίλτος Πασχαλίδης, Γιάννης Κότσιρας, Ηρώ Σαΐα, Ιωάννα Φόρτη, Κώστας Τριανταφυλλίδης, Σταμάτης Κραουνάκης αλλά και Maria del Μar Bonet, η «Τζόαν Μπαέζ της Καταλονίας», η οποία θα έρθει από την Ισπανία για να τον τιμήσει. Θα συμμετάσχουν και τρεις χορωδίες (των Δήμων Βύρωνα και Κηφισιάς με μαέστρο τον Θανάση Αρβανίτη και της Λεοντείου Σχολής Νέας Σμύρνης με μαέστρο την Κατερίνα Βασιλικού). Θα είναι μεγάλο αφιέρωμα, μια γιορτή για τα 60 χρόνια συνεισφοράς στον πολιτισμό της χώρας, που λίγο έλειψε να μη γίνει αφού η πρόταση του συνθέτη απορρίφθηκε από το Φεστιβάλ Αθηνών με τη δικαιολογία ότι «ο ευρύτερος σχεδιασμός και οι επιμέρους κατευθύνσεις του καλλιτεχνικού προγραμματισμού 2023 δεν επιτρέπουν την ένταξή της στη φετινή διοργάνωση». Η συναυλία θα γίνει αλλά εκτός επίσημου προγράμματος φεστιβάλ.

Η συναυλία του Ηρωδείου έχει επετειακό χαρακτήρα;

Εξήντα χρόνια δουλειάς δεν περνάνε απαρατήρητα. Κι αυτό ισχύει για τον καθένα. Θα έπρεπε να πάρω διπλή σύνταξη (γέλια). Αρχικά έβγαλα δυο δισκάκια 45άρια και μετά ο Βίρβος μου έδωσε στίχους σε τέσσερα τραγούδια, αν θυμάμαι σωστά. Ο πρώτος μεγάλος δίσκος ήταν η «Καταχνιά» το 1964. Το ’63, πάντως, ήταν η χρονιά που πρωτοβγήκαμε με τον Λοΐζο στο θέατρο Παρκ και παίξαμε τραγούδια μας στον κόσμο. Επομένως, ακριβώς 60 χρόνια μετά η συναυλία αυτή έχει επετειακό χαρακτήρα, καθώς αναλογίζομαι πως όλα τα χρόνια δεν ήταν ρόδινα αλλά ήταν και μια μαγεία – δυο πράγματα αντίθετα, που μου έδιναν τεράστια δύναμη και κουράγιο για να έχω ήσυχη τη συνείδησή μου ότι ο δρόμος που είχα επιλέξει ήταν σε μια επιθυμητή κατεύθυνση.

Τι ήταν αυτό που δεν θα έκανε επιθυμητή την κατεύθυνσή σας;

Εμένα ακόμη και σήμερα αν μου πεις να γράψω ένα τραγούδι για τον Πασχαλίδη τώρα ή για τον Ξυλούρη τότε ή για τον Καζαντζίδη πιο πριν δεν ξέρω να το κάνω. Δεν μπορώ να γράψω έτσι. Εκφράζομαι μ’ έναν καθαρά φαντασιακό δικό μου τρόπο, επηρεασμένος από την ίδια τη ζωή και τον προβληματισμό της κοινωνίας. Προσπαθώ να ανακαλύψω τη λαϊκή συνείδηση, δηλαδή να ταυτιστώ ή να εισχωρήσω κι εγώ μέσα σ’ ένα λαό που σκέφτεται, αγωνιά και αντιδρά. Η πείρα αυτή μού έβγαλε τραγούδια ερωτικά, στοχαστικά, αγωνιστικά.

Σήμερα λέτε ο κόσμος έχει χάσει τη λαϊκή του συνείδηση;

Και την έχει χάσει και πάνε να του την αφαιρέσουν. Εγώ από τη φύση μου είμαι αισιόδοξο άτομο, γιατί η ιστορία της ανθρωπότητας έχει δείξει ότι ακολουθεί σπειροειδή κίνηση: τη μία φορά είναι στο ναδίρ και ύστερα από κάποιο διάστημα πάει στο ζενίθ. Κι αυτή η ροή συνεχίζεται. Διάβασα ένα καταπληκτικό βιβλίο ενός Ελληνα φιλόσοφου που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, ο οποίος λέει ότι η δυστυχία της ανθρωπότητας ξεκίνησε απ’ τη στιγμή που κάποιος σκέφτηκε να βάλει τέσσερις πασσάλους και να πει: «Αυτός είναι δικός μου χώρος».

Θα μπορούσε να επιβιώσει η ανθρωπότητα δίχως τα όρια του καθενός μας;

Γιατί όχι; Στην αρχαιότητα πήγαιναν στα ποτάμια και έφτιαχναν το κονάκι τους γιατί δίπλα υπήρχε πόσιμο νερό και χόρτα για να φάνε. Στην αρχή ήταν λίγοι και γι’ αυτό, φαντάζομαι, υπήρχε η έννοια της αλληλεγγύης. Τη ζήσαμε και στα χρόνια τα δικά μου την αλληλεγγύη. Εβλεπες κάποιον στον δρόμο να πέφτει κάτω και τρέχαμε όλοι να τον βοηθήσουμε. Τώρα ακούς «πάμε να φύγουμε μη βρούμε κάναν μπελά». Αυτή είναι η αντίδραση.

Να χάνεται η ανθρωπιά. Είχατε ποτέ θρησκευτικές πεποιθήσεις;

Σαν παιδί ήμουν ψάλτης. Ομως είμαι λιγάκι αντίθετος σε θρησκευτικές πεποιθήσεις. Οχι ακριβώς άθεος. Δηλώνω αγνωστικιστής. Υπάρχει θεός; Δεν ξέρω. Δεν υπάρχει θεός; Πάλι δεν ξέρω. Ειλικρινά το λέω και σέβομαι πάρα πολύ τους ανθρώπους που πιστεύουν, γιατί έχουν κάπου να εναποθέσουν τις ελπίδες τους. Διαφορετικά αντιμετωπίζει ο καθένας τις δυσκολίες της ζωής. Απλώς εγώ δεν έχω αισθανθεί αυτή την ανάγκη. Είμαι έτοιμος να ακούσω τη δική σου άποψη ή του άλλου, είμαι άνθρωπος του διαλόγου και της διαλεκτικής.

Εχω παρατηρήσει πως ενώ κατάγεστε από την Κρήτη, δεν χαρακτηρίζει τη μουσική σας το αρχαϊκό στοιχείο, όπως τα έργα του Γιάννη Μαρκόπουλου λόγου χάριν, αλλά το πιο δυτικότροπο, το αναγεννησιακό αν θέλετε.

Σωστό είναι αυτό που λέτε. Για όποιον μπορεί να διακρίνει τον σπόρο, η μουσική μου εκπορεύεται από το βυζαντινό μέλος και το κρητικό τραγούδι με την καθαρότητα και την αρτιότητα της μελωδίας του ριζίτικου (τραγουδά τη μελωδία του «Πότε θα κάμει ξαστεριά»). Δεν χωράει τίποτε άλλο.

Επιμένω όμως ότι αποστασιοποιείστε απ’ το αρχέγονο κρητικό τραγούδι.

Μα είμαι δυτικοσπουδαγμένος και βυζαντινοθρεμμένος παράλληλα. Κάνω μια ζωή ένα συνδυασμό Ανατολής και Δύσης. Εκ των υστέρων, πάντως, που άκουσα Beatles και άλλους καλλιτέχνες της ξένης ποπ – ροκ κουλτούρας, βρίσκω ότι ορισμένα κομμάτια τους είναι πάρα πολύ ωραία. Αλλά εάν δεν μου αρέσει ένα κομμάτι, δεν με νοιάζει αν το έχουν γράψει οι Beatles. Και στο ρεμπέτικο που το υμνούν, ένα 10% είναι αριστουργήματα.

Ο Μάνος Χατζιδάκις είχε πει κάποτε πως 100 τραγούδια αξίζουν το πολύ μέσα απ’ όλο το ρεμπέτικο.

Αυτό υποστηρίζω κι εγώ. Πολλές φορές η προώθηση κάποιων πραγμάτων γίνεται εκ του πονηρού. Αναφέρομαι τόσο στον καταναλωτισμό όσο και στην υποδήλωση μιας πνευματικής φτώχειας. Δεν μπορείς να λες Μπαχ τον Βαμβακάρη ούτε τον Μπαχ Βαμβακάρη. Μη συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα.

Κι εσείς ωστόσο απ’ την πηγή της λαϊκής μούσας ήπιατε νερό και φτιάξατε τα πρώτα τραγούδια με τον Περπινιάδη και τον Καζαντζίδη.

Τι θα πει λαϊκό; Να είναι χασάπικο; Ολοι οι ρυθμοί λαϊκοί είναι, από χορούς προέρχονται. Τα ποιητικά και τα μουσικά μέτρα υπήρχαν στην Ελλάδα από την αρχαιότητα. Ο δυτικός κόσμος δεν έχει τέτοιους ρυθμούς κι αυτό οφείλεται στη γλώσσα μας. Είμαστε προνομιούχοι επ’ αυτού, διότι η γλώσσα μας έχει τρεις τόνους: λήγουσα, παραλήγουσα, προπαραλήγουσα. Επομένως μπορούν να δημιουργηθούν άπειροι ρυθμοί. Αλλιώς λες «βάρκα», αλλιώς λες «εγώ». Το ένα είναι «ταράμ», το άλλο είναι «τάταμ» ή «ρατατά». Απ’ τη γλώσσα προέρχεται η μουσικότητά μας, για παράδειγμα ο Γάλλος μιλάει στη λήγουσα μια κι έξω.

Το ίδιο και ο Αγγλος. Ισχύει αυτό στην αγγλοσαξονική κουλτούρα.

Δεν ξέρω αγγλικά, γι’ αυτό ανάφερα Γάλλο και όχι Αγγλο. Ποτέ δεν έμαθα αγγλικά και κάπου κάπου αισθάνομαι την έλλειψη. Αλλά είναι μεγαλύτερη έλλειψη το ότι δεν παίζω καλό πιάνο. Το έχω απωθημένο που δεν μελέτησα. Πολλές φορές θέλω και δεν μπορώ να παίξω τα τραγούδια μου.

Σας βλέπω μπροστά σ’ ένα λάπτοπ. Είστε εξοικειωμένος με την τεχνολογία;

Αρκετά. Μ’ αρέσει στα αναγκαία τουλάχιστον. Εχει λύσει τεράστια προβλήματα στον δικό μου τομέα. Νιώθω την ευεργετική συμβολή της τεχνολογίας και του ίντερνετ. Γνωρίζω να γράφω τις παρτιτούρες μου στο φινάλε, να ηχογραφήσω, να γράψω, να στείλω ένα email ή να επεξεργαστώ έναν ήχο. Ούτε πιστεύω πως έτσι χάνεται η ανθρώπινη συμμετοχή. Τούτο εδώ, το λάπτοπ, είναι η μόνη μηχανή που κάνει όλες τις δουλειές. Γιατρός είσαι, αυτό θα ’χεις. Μουσικός είσαι, δημοσιογράφος είσαι, πάλι αυτό θα ’χεις.

Διορθώστε με, αλλά νομίζω πως εσείς, όπως κι άλλοι συνθέτες της γενιάς, είχατε χάσει την επαφή με το μεγάλο κοινό τα τελευταίο χρόνια.

Δεν ξέρω τι γίνεται με τους άλλους, σε μένα όμως δεν συνέβη αυτό. Το 2005 π.χ. έκανα στο Ηρώδειο την παράσταση με τον Αριστοφάνη. Τη χρονιά του millennium ακόμη από τα έξι έργα στην Επίδαυρο τα τέσσερα ήταν σε δική μου μουσική. Θέλω να πω ότι δεν σταμάτησα ακόμη κι αν δεν έκανα δίσκους. Μα οι δίσκοι ποτέ δεν ήταν το πρωτεύον στοιχείο μου. Εχω γράψει μουσική για 29 αρχαία δράματα και περίπου 100 έργα για το θέατρο.

Θα τολμήσω να ρωτήσω: είναι ρίσκο σήμερα για έναν καλλιτέχνη με τη δική σας συμβολή να ενοικιάζει το Ηρώδειο;

Ας πούμε ότι μόνος μου εορτάζω τα γενέθλιά μου. Αυτό που σκέφτομαι είναι πως το Ηρώδειο διαθέτει περίπου 4.200 θέσεις. Απ’ αυτές οι 500 πάνε σε διάφορες προσκλήσεις που ζητάει το Ηρώδειο. Μπορώ όμως κι εγώ να μην καλέσω πέντε έξι ανθρώπους που εκτιμώ από τον πολιτικό χώρο; Να πω εδώ ότι δεν προτίθεμαι να καλέσω κανέναν από τη Δεξιά.

Γιατί;

Με τον κόσμο της Δεξιάς, όπως και μ’ όλο τον κόσμο, με ενώνουν οι ανθρώπινες αγωνίες και ανάγκες. Με τις εκάστοτε εξουσίες της Δεξιάς δεν έχω καμία ιδεολογική συγγένεια και κατά συνέπεια δεν έχω λόγο να καλέσω κανέναν τους ούτε να απευθυνθώ ιδιαιτέρως σε κάποιον. Αν ωστόσο εκείνοι θελήσουν να έρθουν, εννοείται πως είναι ευπρόσδεκτοι.

Τελευταία ερώτηση: θα παίζατε τα τραγούδια σας σε κάποια μουσική σκηνή με το επιτελείο σας;

Κοιτάξτε, η μουσική μου δεν είναι για να συνοδεύεται με ξηρούς καρπούς. Είναι να πας σ’ ένα μέρος, σ’ ένα θέατρο, για να την ακούσεις. Τίποτε άλλο. Δεν θα μπορούσα να το κάνω σε καθημερινή ή εβδομαδιαία βάση. Μία φορά στη ζωή μου που άνοιξα μπουάτ ήταν για να παίζω το «Καπνισμένο τσουκάλι» την περίοδο της δικτατορίας. Λεγόταν Αγρύπνια και μας την έκλεισε η χούντα ως «κακόφημον κέντρον». Οι θαμώνες ήταν όλοι 17 με 18 ετών, όσοι απ’ αυτούς είχαν το ένα τάλιρο για να μπουν μέσα. Δεν το είχα ποτέ με την επιχειρηματική δράση. Στην Αγρύπνια, πάντως, προβάραμε και τα τραγούδια μου με τη Φλέρυ Νταντωνάκη για μια σειρά παραστάσεων στο Πολύτροπον της Πλάκας που δεν έγιναν ποτέ.

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter