Ηλίας Λιούγκος: «Μετά τον θάνατο του Χατζιδάκι αντιμετώπισα ένα εχθρικό κλίμα»

Ηλίας Λιούγκος: «Μετά τον θάνατο του Χατζιδάκι αντιμετώπισα ένα εχθρικό κλίμα»
«Ενας τραγουδιστής, ανεξάρτητα απ’ τις ερμηνευτικές του ικανότητες, είναι μεταφορέας. Πρέπει δηλαδή να υπηρετεί τις ιδέες των άλλων συνθετών και μετά να βγαίνει στους δρόμους και να τις μεταφέρει στον κόσμο», λέει στο Documento ο Ηλίας Λιούγκος (φωτογραφίες: Τατιάνα Μπόλαρη/Eurokinissi)

Ο ερμηνευτής και συνθέτης Ηλίας Λιούγκος μιλάει για το νέο του δίσκο, την πίστη του στο καινούργιο και την αγάπη του για το παλιό, καθώς και για τον σεβασμό στους σύγχρονους τραγουδοποιούς.

Ο Ηλίας Λιούγκος είναι μεγάλο κεφάλαιο στο έντεχνο ελληνικό τραγούδι. Ο ερμηνευτής που ταυτίστηκε περισσότερο με το χατζιδακικό έργο –για την ακρίβεια η πιο «ζεστή» φωνή του Μάνου Χατζιδάκι– είναι κι ένας εξαιρετικός συνθέτης με εφτά προσωπικούς δίσκους (από το 1984 μέχρι το 2024), στους οποίους συμμετείχαν μυθικοί τραγουδιστές όπως η Φλέρυ Νταντωνάκη και ο Δημήτρης Μητροπάνος. Ο τελευταίος του δίσκος, το «Είμαι δέντρο βορινό», μόλις κυκλοφόρησε ψηφιακά και περιέχει δέκα νέα τραγούδια σε στίχους του Πάνου Δημητρόπουλου και σε μουσική – ερμηνεία του ίδιου του Λιούγκου. Κι επειδή ο Λιούγκος δεν μιλάει συχνά δημοσίως και δεν απασχολεί τα ΜΜΕ, η ακόλουθη συνέντευξη αποκτά ξεχωριστή σημασία.

Σας κουράζει να σας ζητάνε τόσα χρόνια να μιλάτε για τον Μάνο Χατζιδάκι;

Ο Χατζιδάκις ήταν και θα είναι μεγάλο κεφάλαιο της ζωής μου, αλλά με στεναχωρεί που με συνδέουν μόνο με αυτό και δεν ξέρουν τι έχω κάνει στη συνέχεια. Δεν θα μπορούσα να είμαι ο τραγουδιστής του Χατζιδάκι χωρίς τον Χατζιδάκι; Αυτό έχει αλλάξει απ’ την ημέρα που έφυγε. Είμαι εδώ και χρόνια τραγουδοποιός και τον Χατζιδάκι θα τον συναντάτε πια στα δικά μου τραγούδια. Φυσικά και τραγουδάω τραγούδια του στις συναυλίες μου, αλλά έχω πια τον δικό μου άξονα. Ο Χατζιδάκις άλλωστε με ενθάρρυνε διευθύνοντας τους πρώτους μου δίσκους. Και δεν αναφέρομαι στις απαγορεύσεις του Γιώργου Χατζιδάκι, οι απαγορεύσεις, παρόλο που διαφωνώ (αν εξαιρέσεις το οικονομικό), με βόλεψαν και ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο αυτή την απόφασή μου.

Eχω την εντύπωση πως δεν υπήρξατε ποτέ καριερίστας τραγουδιστής.

Ναι, αφού έχω τις δικές μου αναζητήσεις. Αυτό που έκανα πάντα δίπλα στον Μάνο ήταν να παρατηρώ πώς φτιάχνεται ένα τραγούδι. Αυτό μ’ ενδιέφερε κυρίως και όχι να περιμένω να μου δώσει τραγούδια του να τραγουδήσω. Κάποια στιγμή ήταν ενθουσιασμένος μαζί μου απ’ αυτά που έγραφα και μου είπε: «Εσένα θα σου κάνω μαθήματα σύνθεσης». Ξεκινήσαμε αλλά κάναμε μόνο ένα μάθημα, αφού κατέληξε να μου πει το εξής: «Δεν ξέρω τελικά πώς γίνεται ένα τραγούδι». Μάθημα όμως ανεκτίμητο ήταν τα πολύτιμα σχόλια που μου έκανε κάθε φορά που άκουγε ένα τραγούδι μου. Τα θυμάμαι όλα.

Ακούγοντας τον τελευταίο δίσκο σας έχω να παρατηρήσω πως ενώ στα τρία πρώτα άλμπουμ σας είχατε πολλές επιρροές από τον Χατζιδάκι, στη συνέχεια αποκαλύψατε ένα συνθέτη εαυτό συμφώνως με την «ηπειρώτικη καταγωγή σας», όπως πάλι είχε σημειώσει ο Χατζιδάκις.

Το ηπειρώτικο στοιχείο υπάρχει έντονα σε πολλά τραγούδια μου. Αν αλλάζαμε λίγο την ενορχήστρωση και τα ακούγαμε παιγμένα με παραδοσιακά όργανα, θα το διαπιστώναμε περισσότερο. Τώρα στο «Είμαι δέντρο βορινό» η πρόθεσή μου ήταν να κάνω λαϊκά τραγούδια. Θα χαιρόμουν πολύ δηλαδή να έκανα ένα τραγούδι σαν να το έχει γράψει ο Τσιτσάνης, αλλά αυτό φυσικά δεν γίνεται και ευτυχώς γιατί αν γινόταν, θα ήταν μίμηση. Ούτε ο Τσιτσάνης είμαι ούτε ζω στην εποχή του και έτσι προκύπτει ένα ιδιαίτερο λαϊκό τραγούδι που φέρνει τα δικά μου χαρακτηριστικά, τις επιρροές, τα βιώματά μου.

Εκτός απ’ την Ηπειρο, στο «Είμαι δέντρο βορινό» διαφαίνονται και επιρροές από σύγχρονους ομότεχνούς σας, σαν τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και τον Σωκράτη Μάλαμα.

Ισως∙ είναι δικαιωματικά οι εκφραστές της εποχής μας, τους παρακολουθώ και τους θαυμάζω και σ’ ό,τι θαυμάζω επιτρέπω και να με εμπνεύσει και να με επηρεάσει. Επίσης παίζει μεγάλο ρόλο ο ήχος του Δημήτρη Λάππα –παίζει σχεδόν όλα τα όργανα στον δίσκο και κάναμε από κοινού την ενορχήστρωση–, ο οποίος ήταν επί χρόνια και παραμένει συνεργάτης με τον Σωκράτη και με τον Θανάση, οπότε αναπόφευκτα φέρνει κάτι από τον ήχο αυτής της σχολής. Πρέπει να πω πως η συμβολή του είναι ανεκτίμητη. Είχαμε μια θαυμάσια συνεργασία που καθόρισε το αποτέλεσμα του δίσκου και τον ευχαριστώ από καρδιάς.

«Ενας τραγουδιστής, ανεξάρτητα απ’ τις ερμηνευτικές του ικανότητες, είναι μεταφορέας. Πρέπει δηλαδή να υπηρετεί τις ιδέες των άλλων συνθετών και μετά να βγαίνει στους δρόμους και να τις μεταφέρει στον κόσμο»

Δουλέψατε σταθερά για χρόνια με στιχουργούς σαν την Αγαθή Δημητρούκα και τη Ζωή Παναγιωτοπούλου. Πώς έγινε η γνωριμία με τον ποιητή Πάνο Δημητρόπουλο;

Ο Πάνος έχει την Απανεμιά και εκεί γνωριστήκαμε. Εισέπραττα συνέχεια τον θαυμασμό του για τα τραγούδια μου. Αυτός έριξε την ιδέα να κάναμε έναν κύκλο λαϊκών τραγουδιών για μια γυναικεία φωνή. Προσεγγίσαμε κάποιες τραγουδίστριες αφήνοντας το θέμα ανοιχτό, ώστε να ξεκινήσουμε και βλέπουμε. Αρχίσαμε να γράφουμε και καθώς τα μελοποιούσα και τα ηχογραφούσα για το ντέμο άρχισα να ταυτίζομαι και να δένομαι μαζί τους. Στο τέλος ο Πάνος μου αποκάλυψε πως τα έγραψε όλα έχοντας στον νου του εμένα. Ετσι αποφασίσαμε να τα πω όλα μόνος μου.

Πάντως είναι δύσκολα τραγούδια για κάθε ερμηνευτή, όχι απ’ την άποψη της φόρμας τους.

Είναι δύσκολα μόνο για μένα, γιατί σαν τραγουδιστής έχω εκπαιδευτεί μόνο στα τραγούδια του Μάνου και όχι στα δικά μου. Γράφω ελεύθερα, σκεπτόμενος μια ιδανική φωνή και όχι τη δική μου. Οπότε όταν έρχεται η στιγμή να τα τραγουδήσω δυσκολεύομαι, αλλά αυτήν τη φορά τα τραγούδησα στο σπίτι μου και είχα αρκετό χρόνο να τα παιδέψω περισσότερο.

Σωστά, αν σκεφτούμε πως έχουν πει τραγούδια σας από τη Φλέρυ Νταντωνάκη μέχρι τον Γιώργο Νταλάρα και τον Δημήτρη Μητροπάνο.

Σκεφτόμουν αυτές τις μέρες το ίδιο: Γιατί καλούσα συνέχεια άλλους τραγουδιστές; Ενας λόγος μάλλον ήταν ότι τους θαύμαζα και ήθελα να συναντηθώ μαζί τους, όπως και οι μελωδίες μου να συνδεθούν με τον ψυχισμό τους. Ενας άλλος λόγος ίσως ήταν η ανασφάλεια, επειδή αισθανόμουν πιο πολύ συνθέτης και δεν μου άρεσε να σηκώνω μόνος μου το βάρος ενός ολόκληρου δίσκου. Ηθελα μια… ενίσχυση.

Οπως και τώρα που συμμετέχει διακριτικά σ’ ένα κομμάτι ο Νίκος Ζούδιαρης.

Τον Ζούδιαρη δεν τον ήξερα προσωπικά, τον γνώρισα μέσω του Δημητρόπουλου. Τα τραγούδια του τα ήξερα φυσικά και μου άρεσαν πολύ. Ενθουσιάστηκα με τη συνάντησή μας, νομίζω κι εκείνος και αφού έμαθε για τη συνεργασία μας με τον Δημητρόπουλο εξέφρασε την επιθυμία να συμμετάσχει έστω και με μία φράση στον δίσκο. Το θεώρησα πολύ τιμητικό και χωρίς σκέψη συμφώνησα και του έστειλα το τραγούδι. Ηταν δική του ιδέα να ψιθυρίσει πάνω στη μελωδία. Μετά μου ήρθε εμένα η ιδέα να κάνω μια κραυγή πάνω στον ψίθυρό του και μας προέκυψε μια πολύ ωραία στιγμή στον δίσκο, που κάθε φορά την περιμένω. Η έννοια της κραυγής είναι μεγάλο θέμα που μ’ απασχολεί. Τι είναι η κραυγή; Ακούμε, λόγου χάρη, τον Βασίλη Λέκκα, ο οποίος σε κάθε τραγούδι δεν μπορεί πλέον να αποφύγει την κραυγή. Σημαίνει κάτι αυτό. Μια έκρηξη, μια ανάγκη των ανθρώπων να ουρλιάξουν μ’ όλα αυτά ίσως που συμβαίνουν γύρω μας. Δεν μας αρκεί απλώς να πούμε ωραία ένα τραγούδι.

Κάτι που έρχεται σε πλήρη κόντρα με την «ευθυγραμμισμένη» χατζιδακική ερμηνεία.

Βέβαια, αν κι εκεί υπάρχει η εσωτερική κραυγή. Η τέλεια ισορροπία βρίσκεται όταν υπάρχουν και τα δύο, η κραυγή με τον ψίθυρο· παντού γύρω μας αυτό συμβαίνει, όλα είναι διπλά. Η νύχτα με τη μέρα, το κρύο με τη ζέστη, η χαρά και η λύπη, το κουπλέ με το ρεφρέν. Η εντυπωσιακή κραυγή του Ρότζερ Γουότερς των Pink Floyd είναι η αντίθεση μιας εσωτερικότητας που προηγείται. Πουθενά δεν μπορεί να σταθεί μόνο το ένα, είναι γνωστά αυτά, ακόμη κι αν κάποιος ήταν μόνο χαρούμενος, θα έπληττε.

Ζήσατε τη χρυσή εποχή της δισκογραφίας.

Ναι, κάποτε ζούσαμε από τους δίσκους, τώρα βιώνουμε την παρακμή δυστυχώς. Ομως επειδή δεν είχα την εύνοια των δισκογραφικών γενικά, έχω να θυμάμαι και πολλά δυσάρεστα απ’ την εποχή αυτή. Εξαιτίας τους είχα πολλές καθυστερήσεις και αν δεν ήταν έτσι τα πράγματα, θα είχα κάνει τουλάχιστον τους διπλάσιους δίσκους.

Ξέρετε τι ακουγόταν; Οτι όλοι εσείς οι ερμηνευτές του Χατζιδάκι ενδεχομένως να καβαλήσατε κι ένα καλάμι, απ’ το οποίο πέσατε απότομα με τον θάνατό του.

Με μένα δεν συνέβη, δεν ήμουν εκ φύσεως ποτέ «καβαλημένος». Είμαι ένας ταπεινός άνθρωπος πιστεύω, μα κάτι άλλο εισέπραξα: μετά τον θάνατο του Χατζιδάκι συνάντησα ένα εχθρικό κλίμα άνευ λόγου. Σαν κάποιοι άνθρωποι του χώρου να τον μισούσαν και να τα έβαλαν μαζί μου ως πιο εύκολη λεία.

Είχατε προτάσεις να τραγουδήσετε τραγούδια άλλων συνθετών;

Πολλές, μεταξύ αυτών και από τον Θεοδωράκη. Ομως δεν είμαι τραγουδιστής με την τρέχουσα έννοια. Ενας τραγουδιστής, ανεξάρτητα απ’ τις ερμηνευτικές του ικανότητες, είναι μεταφορέας. Πρέπει δηλαδή να υπηρετεί τις ιδέες των άλλων συνθετών και μετά να βγαίνει στους δρόμους και να τις μεταφέρει στον κόσμο· αυτό είναι μια ευθύνη και προϋποθέτει μια στάση ζωής. Εγώ δεν είμαι αυτό και επιπλέον έχω επιλέξει να υπηρετώ τις δικές μου ιδέες. Ισως να μην έχω υποστηρίξει όσο θα έπρεπε τα δικά μου τραγούδια και πολλά να έχουν μείνει ατραγούδιστα, αλλά τι σημασία έχει; Οι άνθρωποι που ψάχνουν στα κρυμμένα (γιατί εκεί ανήκω) βρίσκουν τον τρόπο και με ανακαλύπτουν.

Οφείλω να πω ότι το τωρινό σας υλικό διέπεται από εξωστρέφεια.

Ναι, ήθελα να κάνω ένα είδος απλού αλλά ευρηματικού τραγουδιού· να κυλάει αβίαστα, χωρίς εμπόδια και κόλπα, απομακρυσμένο από το έντεχνο, με μεγαλύτερες δυναμικές, με έντονη παρουσία του μπουζουκιού που δεν συνήθιζα στο παρελθόν και διατηρώντας το οικείο άκουσμα μέσα απ’ τους γνώριμους δρόμους και ρυθμούς που χρησιμοποίησα. Ομως δεν παύουν να είναι καινούργια τραγούδια και για να φτάσουν στα αυτιά του κόσμου θα πρέπει να έχουν καλή υποδοχή από τα ραδιόφωνα. Δυστυχώς, όμως, οι περισσότεροι ραδιοφωνικοί σταθμοί δεν αγαπάνε τα καινούργια τραγούδια ή τουλάχιστον απ’ ό,τι φαίνεται δεν παίρνουν το ρίσκο να τα στηρίξουν, αφήνουν την προσπάθεια αυτή στους άλλους σταθμούς και αν δουν πως κάτι αρχίζει να κινείται, τότε το παίρνουν έτοιμο και το εντάσσουν στο πρόγραμμά τους. Ευτυχώς όμως δεν είναι όλοι οι σταθμοί έτσι.

Εσείς ακούτε νέα ελληνικά τραγούδια, ενημερώνεστε;

Νομίζω πως όταν συμβαίνει κάτι καλό με κάποιον τρόπο θα πέσει στην αντίληψή μου. Μπορώ να αναφέρω μερικά που άκουσα τελευταία και συγκράτησα, όπως ο δίσκος του Κραουνάκη με τη Ζουγανέλη, του Δεληβοριά με τη Νεφέλη Φασούλη, του Σιώτα οι συνεργασίες που έκανε με τον Θοδωρή Γκόνη, ο Καγιαλίκος με τον Γισδάκη, χθες κόλλησα με τον «Γλάρο φυγά» του Μπάμπη Στόκα. Υπάρχουν επίσης αρκετοί που τους παρακολουθώ ανελλιπώς και περιμένω το καινούργιο τους υλικό, όπως του Αγγελάκα – ποτέ δεν με έχει προδώσει.

Ας κλείσουμε με το εξής: Είναι πολύ εκτιμήσιμο που εσείς πάντα στηρίζετε το νέο τραγούδι.

Το νέο τραγούδι είναι ιερό, είναι αυτό που μας πάει μπροστά, είναι η συνέχειά μας. Πάντα ψάχνω να ανακαλύψω ένα ωραίο καινούργιο τραγούδι. Την ίδια αγωνία έχω αντίστοιχα και ως συνθέτης. Και ο κόσμος το ίδιο χρειάζεται, νομίζω, γι’ αυτό και βγαίνει από το σπίτι του, για να του συμβεί κάτι καινούργιο και ας μην ξέρει να το ζητήσει. Μας ζητάει παλιά τραγούδια νομίζοντας ότι θα συνδεθεί με τις μνήμες και θα ξαναζήσει τις καλές στιγμές που πέρασαν· δυσκολεύεται με το καινούργιο, του είναι ξένο, δεν τον συνδέει τίποτε κι εμείς αν δεν τον προστατεύσουμε και του παίξουμε αυτό που ζητάει, θα γυρίσει με ένα κενό στο σπίτι του και μ’ ένα αίσθημα «τα ίδια και τα ίδια», ενώ αν προσπαθήσουμε να του τραγουδήσουμε ένα καινούργιο τραγούδι, θα γυρίσει ικανοποιημένος και του χρόνου αυτό το τραγούδι δεν θα του είναι ξένο, θα του θυμίζει τη συγκεκριμένη βραδιά.

INFO
Ο δίσκος με τίτλο «Είμαι δέντρο βορινό» μόλις κυκλοφόρησε ψηφιακά και περιέχει δέκα νέα τραγούδια σε στίχους Πάνου Δημητρόπουλου και μουσική – ερμηνεία του ίδιου του Ηλία Λιούγκου

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter