Κι όμως, το φάντασμα της όπερας υπήρξε

Κι όμως, το φάντασμα της όπερας υπήρξε

Προδημοσίευση από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Γκαστόν Λερού το οποίο κυκλοφορεί στις 7 Ιουνίου από τις εκδόσεις Διόπτρα

Το «Φάντασμα της όπερας» του Γκαστόν Λερού δημοσιεύτηκε αρχικά σε συνέχειες στην εφημερίδα «Le Gaulois» από τον Σεπτέμβριο του 1909 έως τον Ιανουάριο του 1910 και στα τέλη του ίδιου έτους κυκλοφόρησε σε βιβλίο. Η ιστορία εκτυλίσσεται στα υπόγεια της μεγαλοπρεπούς Οπερας του Παρισιού, όπου κατοικεί ένας παραμορφωμένος παράφρων μουσικός ο οποίος εντυπωσιάζεται από το ταλέντο και την ομορφιά της νεαρής σοπράνο Κριστίν. Αναλαμβάνει να την εκπαιδεύσει μυώντας τη στα μυστικά της μουσικής. Ωστόσο όταν εκείνη αρνείται τον έρωτά του την απαγάγει και την κρατά με τη βία στα υπόγεια της όπερας. Ο συγγραφέας αυτού του ιδιαίτερου έργου πληροφορεί τον αναγνώστη για το πώς απέκτησε τη βεβαιότητα ότι το φάντασμα της όπερας υπήρξε στην πραγματικότητα:

«Το φάντασμα της όπερας υπήρξε στην πραγματικότητα. Δεν ήταν, όπως πίστευαν για καιρό, δημιούργημα της φαντασίας των καλλιτεχνών, δεισιδαιμονία των διευθυντών ή καρπός των ευφάνταστων και ευεπηρέαστων εγκεφάλων των νεαρών χορευτριών, των ταξιθετριών, των υπευθύνων για τα βεστιάρια ή των θυρωρών. […] Οταν άρχισα να ερευνώ τα αρχεία της Εθνικής Ακαδημίας Μουσικής έμεινα έκπληκτος από τις τρομερές συμπτώσεις ανάμεσα στα φαινόμενα που είχαν αποδοθεί στο “φάντασμα” και στην πιο απίστευτη, την πιο ασύλληπτη τραγωδία που είχε ποτέ συμβεί και είχε συνεπάρει τους κύκλους της υψηλής παρισινής κοινωνίας· λίγο αργότερα συνέλαβα την ιδέα πως αυτή η τραγωδία θα μπορούσε να ερμηνευτεί λογικά μέσα από τα εν λόγω φαινόμενα. Τα γεγονότα χρονολογούνται γύρω στα τριάντα χρόνια πριν· και δεν θα ήταν δύσκολο να βρει κάποιος σήμερα στο φουαγέ του μπαλέτου αξιοσέβαστους ηλικιωμένους άντρες, στον λόγο των οποίων μπορεί να βασιστεί απόλυτα, που ενθυμούνται σαν να συνέβη μόλις χθες τις μυστηριώδεις και δραματικές συνθήκες κάτω από τις οποίες απήγαγαν την Κριστίν Ντααέ, την εξαφάνιση του υποκόμη Ντε Σανί και τον θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού του κόμη Φιλίπ, το πτώμα του οποίου βρέθηκε στις όχθες της λίμνης, κάτω στις βαθύτερες κατακόμβες της Οπερας, στην πλευρά της Ρου Σκριμπ. […]

Η αλήθεια άργησε να αποκαλυφθεί στη σκέψη μου, γιατί την απασχολούσε μια έρευνα η οποία συσκοτιζόταν συνεχώς από γεγονότα τα οποία αρχικά θα μπορούσαν να θεωρηθούν υπερφυσικά· αρκετές φορές ήμουν έτοιμος να εγκαταλείψω την αποστολή αυτή καθώς εξαντλούσα τον εαυτό μου με την απέλπιδα αναζήτηση μιας θολής εικόνας. […]

Είχα μόλις βγει από τη βιβλιοθήκη απελπισμένος, όταν συνάντησα τον ευχάριστο διευθυντή της Εθνικής μας Ακαδημίας, στεκόταν φλυαρώντας στο κεφαλόσκαλο με ένα ζωηρό και περιποιημένο μικρόσωμο ηλικιωμένο άντρα, στον οποίο με σύστησε με ευχαρίστηση. Ο διευθυντής ήξερε τα πάντα για τις έρευνές μου και το πόσο ανυπόμονα και ανεπιτυχώς είχα προσπαθήσει να ανακαλύψω τα κατατόπια του ανακριτή, του μεσιέ Φουρ, ο οποίος είχε αναλάβει την έρευνα της πολύκροτης υπόθεσης του Σανί. Κανένας δεν γνώριζε τι είχε απογίνει, αν ήταν ζωντανός ή νεκρός. Τώρα είχε επιστρέψει από τον Καναδά, όπου είχε περάσει τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, και το πρώτο πράγμα που είχε κάνει μετά την επιστροφή του στο Παρίσι ήταν να έρθει στα γραφεία της Οπερας και να ζητήσει μια θέση δωρεάν. Ο μικρόσωμος άντρας ήταν ο μεσιέ Φουρ αυτοπροσώπως.

Περάσαμε μαζί μεγάλο μέρος της βραδιάς και μου εξιστόρησε ολόκληρη την υπόθεση Σανί, όπως την είχε αντιληφθεί εκείνη την εποχή. Ηταν έτοιμος να καταλήξει στο συμπέρασμα πως ο υποκόμης έπασχε από τρέλα και ο θάνατος του μεγαλύτερου αδελφού οφειλόταν σε ατύχημα, καθώς δεν υπήρχαν αποδείξεις για το αντίθετο· αλλά ήταν όμως, παρ’ όλα αυτά, πεπεισμένος πως η τρομερή τραγωδία που είχε συμβεί στα δυο αδέλφια σχετιζόταν με την Κριστίν Ντααέ. Δεν ήταν σε θέση να μου πει τι είχε απογίνει η Κριστίν ή ο υποκόμης. Οταν ανέφερα το φάντασμα γέλασε. Είχε κι αυτός ακούσει για τις περίεργες “εμφανίσεις” που υποδήλωναν την ύπαρξη μιας αφύσικης οντότητας που κατοικούσε σε μια από τις πλέον μυστηριώδεις γωνιές της Οπερας και γνώριζε την ιστορία του φακέλου· αλλά δεν είχε διακρίνει τίποτα που να άξιζε την προσοχή του ανακριτή, υπεύθυνου για την υπόθεση Σανί. Αυτό που είχε κάνει ήταν να ακούσει την κατάθεση ενός μάρτυρα που εμφανίστηκε αυτοβούλως, δηλώνοντας πως συναντούσε συχνά το Φάντασμα. Εκείνος ο μάρτυρας δεν ήταν άλλος από τον άντρα που ολόκληρο το Παρίσι αποκαλούσε “ο Πέρσης” και που ήταν πασίγνωστος σε όλους τους θεατές της Οπερας. Ο ανακριτής τον θεώρησε κάτι σαν οραματιστή.

Αυτή η ιστορία με τον Πέρση κίνησε το ενδιαφέρον μου τρομερά. Ηθελα, αν υπήρχε ακόμη χρόνος, να βρω αυτό τον πολύτιμο και εκκεντρικό μάρτυρα. Η τύχη μού χαμογέλασε όταν τον ανακάλυψα στο μικρό διαμέρισμά του στη Ρου ντε Ριβολί, όπου ζούσε πάντοτε και όπου και πέθανε πέντε μήνες μετά την επίσκεψή μου. Στην αρχή ήμουν μάλλον καχύποπτος, αλλά όταν ο Πέρσης μου είπε, με την ειλικρίνεια ενός παιδιού, όλα όσα γνώριζε για το Φάντασμα και μου έδωσε τις αποδείξεις της ύπαρξής του, καθώς και την παράξενη αλληλογραφία της Κριστίν Ντααέ, να τη χρησιμοποιήσω όπως εγώ ήθελα, δεν είχα πλέον λόγους να αμφιβάλλω.

Γνωρίζω πως η αλληλογραφία μπορεί να έχει πλαστογραφηθεί από την πρώτη έως την τελευταία λέξη από έναν άντρα η φαντασία του οποίου έχει τραφεί με τις πλέον σαγηνευτικές ιστορίες· αλλά, ευτυχώς, έχω ανακαλύψει κάποια γραπτά της Κριστίν, πέρα από την περίφημη δέσμη με τις επιστολές, και συγκρίνοντάς τα όλες οι αμφιβολίες μου έσβησαν. Επίσης ερεύνησα την πρωθύστερη ιστορία του Πέρση και ανακάλυψα πως ήταν ένας ευυπόληπτος άνθρωπος, ανίκανος να επινοήσει μια ιστορία που μπορεί να ματαίωνε την επιβολή του νόμου».

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter